Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
Ακούγοντας τη φωνή του, ο Χουσδάν, τραβάει την αλυσσίδα του από τα χέρια της Βραγγίνας, τρέχει στον κύριό του, κυλιέται στα πόδια του, λείχει τα χέρια του, γαυγίζει χαρωπά. «Χουσδάν, φωνάζει ο τρελλός, ευλογημένος νάναι ο κόπος που έκανα για να σ' αναστήσω. Με δέχτηκες πειο καλά παρά εκείνη που τόσο αγαπούσα. Εκείνη δε θέλει να μαναγνωρίση.
Μα δεν μπορείς να κάνης μια στιγμή χωρίς κλύσμα και χωρίς γιατρικό; Ανάβαλέ το για άλλη φορά και ησύχασε επί τέλους λιγάκι. ΑΡΓΓΑΝ Κύριε Φλεράν, το βράδυ ή αύριο το πρωί. κ. Γιατί ανακατεύεστε σεις και γιατί εναντιώνεσθε στις συνταγές της ιατρικής κι' εμποδίζετε τον κύριο να κάνη το κλύσμα του; Είνε πολύ αστεία η τόλμη σας αυτή!
Σαν σοφιστής παίρνεται κι ο Σωκράτης, γύρω από τον οποίο δρουν και κινούνται θαυμάσιοι κωμικοί τύποι. Η υπεραπολογία των αρχαίων ηθών και η επίθεση εναντίον της ανηθικότητας της εποχής αποτελούν τον κύριο χαρακτήρα της κωμωδίας. Μετέφρασεν ο Πολ. Δημητρακόπουλος. Λυσιστράτη: Εδώ ο Αριστοφάνης επικρίνει, σατυρίζοντας με τον τρόπο του, την πολεμομανία των Αθηναίων.
Εφτά βούρλα λοιπόν, πλεγμένα σ' ένα κλαδί λυγαριάς και μαζί εφτά προσευχές στον Κύριο και στην Παναγία του Ριμέντιο, μεγάλη η χάρη της. Να εκεί κάτω στο γαλάζιο ορίζοντα του δειλινού το εκκλησάκι της και ο περίβολος από καλύβες ήρεμος σαν προϊστορικό χωριό, εγκαταλειμμένο εκεί από αιώνες.
Αλλά ο Ρόχαλτ θυμότανε τον Ριβαλάν και την Μπλανσεφλέρ — που ξαναζούσε η χάρι τους και η νεότης τους — κι' αγαπούσε τον Τριστάνο σαν παιδί του, ενώ μυστικά τον εσέβετο σαν κύριο του. Και λοιπόν συνέβηκε να του αρπάξουν όλη τη χαρά του... Μια μέρα κάποιοι έμποροι από την Νορβηγία τράβηξαν τον Τριστάνο στο καράβι τους, και τον πήραν σαν ωραίο λάφυρο.
— Αυτό θα το ιδούμε, κατεργάρη, του είπε ο Ιησουίτης βαρώνος του Τούντερ-τεν-τρόνκ και συγχρόνως τούδωσε μια δυνατή χτυπιά με το πλατύ μέρος του σπαθιού του πάνω στο πρόσωπο. Ο Αγαθούλης την ίδια στιγμή τραβά το δικό του και το μπήγει ως το μανίκι μέσα στην κοιλιά του βαρώνου Ιησουίτη. — Θεέ μου! είπε, σκότωσα τον παλιό μου κύριο, το φίλο μου, τον κουνιάδο μου!
Μάταια οι άλλοι Μαθητές τον διαβεβαίωναν «Είδαμε τον Κύριο». Ευτυχώς για μας, αν και λιγότερο ευτυχώς για κείνον, διακήρυξε με έμφαση, ότι τίποτα δεν θα τον έπειθε, παρά μόνο αν έβαζε το δάκτυλό του στα σημάδια των καρφιών και τα χέρια του στο πλευρό Του. Μια βδομάδα πέρασε και οι πιστά καταγεγραμμένες αμφιβολίες του ανήσυχου Αποστόλου έμειναν ανικανοποίητες.
Τον είχαν κλείσει στον ψηλότερο πύργο του φρουρίου, μ' ένα βαρύ ξύλο κρεμασμένο στο λαιμό. Από την ημέρα που έχασε τον κύριό του, δεν ήθελε καμμιά τροφή, έξυνε το χώμα με τα πόδια, τα μάτια του έτρεχαν, ούρλιαζε. Πολλοί τον ελυπήθηπαν. «Χουσδάν, έλεγαν, κανένα σκυλί δεν αγάπησε ποτέ έτσι τον κύριό του, σαν εσένα. Ναι, σωστά είπε ο Σολομών: «ο αληθινός μου φίλος, είναι το λαγωνικό μου».
Κ' έπειτα αν ο Βασιλιάς ήθελε να επιτρέψη να μείνω στην υπηρεσία του, θα τον υπηρετούσα με μεγάλη τιμή σαν κύριό μου και σαν πατέρα μου. Κι' αν προτιμούσε να με διώξη και να σας κρατήση, εσάς, θα πήγαινα στη Βρεττάνη με τον Γκορνεβάλη για μόνο μου σύντροφο. Μα όπου κι' αν πήγαινα, Βασίλισσα, παντού και πάντοτε, θάμενα δικός σας.
ΔΟΡΙΜΕΝΗ Α! α! ο κύριος Ζουρνταίν είναι πολύ ευγενέστερος απ' ό,τι εφανταζόμουν. ΔΟΡΑΝΤ Πώς, κυρία μου! για ποιόν τον παίρνετε τον κύριο Ζουρνταίν; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Θα ήθελα να με παίρνατε κατά τα λόγια μου. ΔΟΡΙΜΕΝΗ Κι' άλλο; ΔΟΡΑΝΤ Δεν τον γνωρίζετε. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Θα με γνωρίση όταν θελήση. ΔΟΡΙΜΕΝΗ Ω! δεν τα βγάζω πέρα μαζί του. ΔΟΡΑΝΤ Έχει την απάντησι πάντοτε πρόχειρη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν