Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025


Α! είμαι ακόμα πειο τιποτένιος, κ' έχω άλλο πράγμα παρά τη χώρα του βάλει στο μάτι! Ωραίε θείε, που μ' αγάπησες ορφανό, προτού ακόμη ν' αναγνωρίσης το αίμα της αδερφής σου Μπλανσεφλέρ.

Και ο Βασιληάς Μάρκος θαύμαζε τον αρπιστή που είχεν έλθει από τον τόπο του Λοοννουά, όπου άλλοτε ο Ριβαλάν είχεν οδηγήσει την Μπλανσεφλέρ. Όταν τελείωσε το τραγούδι, ο Βασιληάς έμεινε πολλή ώρα αμίλητος. «Παιδί, είπε έπειτα, ευλογημένος νάναι ο δάσκαλος που σε δίδαξε, ευλογημένος και συ από το Θεό. Ο Θεός αγαπάει τους καλούς τραγουδιστές.

Άφησε τη Βασίλισσα στη φύλαξι του Στρατάρχου Ρόχαλτ, — του Ρόχαλτ που για την ευθύτητά του όλοι τον ονόμαζαν μ' ένα ωραίο όνομα «Ρόχαλτ ο Πιστός». Έπειτα ο Ριβαλάν συνάθροισε τους βαρώνους του κ' έφυγε για τον πόλεμο. Πολύν καιρό τον περίμενε η Μπλανσεφλέρ. Αλλοίμονο! Δεν του ήτανε γραφτό να γυρίση. Μια μέρα έμαθε ότι ο Δούκας Μόργκαν τον είχε σκοτώσει με προδοσία.

Τινταγκέλ, φώναξε ο Τριστάνος, ο Θεός να σ' ευλογήση σένα και τους άρχοντές σουΆρχοντες, εδώ άλλοτε ο πατέρας του ο Ριβαλάν, με μεγάλη χαρά, είχε πάρει την Μπλανσεφλέρ. Αλλάαλλοίμονο! — ο Τριστάνος δεν το ήξευρε. Όταν έφθασαν κάτω από τη μεγάλη σκοπιά του πύργου, τα σαλπίσματα των κυνηγών αντήχησαν, και αμέσως κατέβηκαν στης πόρτες οι βαρώνοι κι' ο ίδιος ο Βασιληάς Μάρκος.

Στους παληούς καιρούς, βασίλευε στην Κορνουάλλη ο Βασιληάς Μάρκος. Μαθαίνοντας ότι οι εχθροί του τού έστησαν πόλεμο, ο Βασιληάς του Λοοννουά ο Ριβαλάν, πέρασε τη θάλασσα για να του φέρη βοήθεια. Τον εβοήθησε και με το σπαθί και με τη συμβουλή, σαν υποτελής, — τόσο πιστά, που ο Μάρκος τούδωσε γι' αμοιβή την αδελφή του, την ωραία Μπλανσεφλέρ, που ο Βασιληάς Ριβαλάν αγαπούσε μ' έναν υπερκόσμιο έρωτα.

Αλλά ο Ρόχαλτ θυμότανε τον Ριβαλάν και την Μπλανσεφλέρπου ξαναζούσε η χάρι τους και η νεότης τουςκι' αγαπούσε τον Τριστάνο σαν παιδί του, ενώ μυστικά τον εσέβετο σαν κύριο του. Και λοιπόν συνέβηκε να του αρπάξουν όλη τη χαρά του... Μια μέρα κάποιοι έμποροι από την Νορβηγία τράβηξαν τον Τριστάνο στο καράβι τους, και τον πήραν σαν ωραίο λάφυρο.

Το θέμα αυτής της ιστορίας είναι τόσο ωραίο και έχει τόση ποικιλία: γιατί να την μακραίνω φλυαρώντας; Θα πω λοιπόν σύντομα πώς, αφού πέρασε βουνά και θάλασσες, και πλανήθηκε πολύν καιρό δω και κει, ο Ρόχαλτ ο Πιστός έφθασε τέλος πάντων στην Κορνουάλη, ξαναύρε τον Τριστάνο, και πώς, δείχνοντας στο Βασιληά το ρουμπίνι, που άλλοτε είχε δώσει στην Μλανσεφλέρ για δώρο νυφικό, του είπε: «Βασιληά Μάρκο, αυτός εδώ είναι ο Τριστάνος του Λοοννουά, ανεψιός σου, γυιός του Βασιληά Ριβαλάν και της αδερφής σου Μπλανσεφλέρ.

Άρχοντες, ήταν το αίμα του που εσυγκινείτο και μιλούσε μέσα του, και η αγάπη που είχε άλλοτε για την αδερφή του την Μπλανσεφλέρ. Το βράδυ, αφού σήκωσαν τα τραπέζια, ένας Ουαλλός θαυματοποιός, μάστορης στην τέχνη του, προχώρησε ανάμεσα στους συναθροισμένους βαρώνους, και τραγούδησε ποιήματα με την άρπα. Ο Τριστάνος ήτανε καθισμένος στα πόδια του Βασιληά.

Οι γάμοι έγιναν στο Μοναστήρι του Τινταγκέλ. Αλλά ότι την είχε πάρει του έφεραν την είδησι ότι ο αρχαίος εχθρός του ο Δούκας Μόργκαν μπήκε στο Λοοννουά και κατέστρεφε τα χωράφια, τα χωριά, και της πολιτείες. Ο Ριβαλάν αρμάτωσε βιαστικά τα καράβια του και πήρε την Μπλανσεφλέρ, που είχε μείνη έγκυος, στην μακρυνή πατρίδα του. Άραξε μπρος στον Πύργο του, στο Κανοέλ.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν