Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Βάλε 'ς την θήκην το σπαθί, κ' εδώ ειρήνην θέλω· ή καν μεταχειρίσου το και συ, να τους χωρίσης. ΤΥΒΑΛΤΗΣ Κρατείς 'ς το χέρι σου σπαθί, και μου λαλείς ειρήνην! Αυτήν την λέξιν την μισώ, όσον μισώ τον άδην, και όλους τους Μοντέκιδες, και σε! Δειλέ, φυλάξου! ΕΙΣ ΠΟΛΙΤΗΣ Ξύλα, κοντάρια, ρόπαλα! Κτυπάτε τους, κτυπάτε! 'ς τον άνεμον, Μοντέκιδες! 'ς την ζάλην, Καπουλέτοι!
Θα στηριχτής 'πάνω στην ασπίδα και στο βασιλίσκο και δεν θα ριχτής κατάχαμα από το δάγκωμά τους!.. ΛΟΥΠΟΣ. Πέθανεν ο παλαιστής!. . . χάσαμε το καμάρι του Σταδίου. . . Συμφορά τους! ΕΚΑΤΟΝΤ. Η Ευνίκη δεν μπορεί μαζύ μου να θυμώση και χρέος ό,τι μώταξε έχει να μου το δώση. Στρατιώτες! Πίσω από το βράχο πάρτε τον βαράτε τον με τα κοντάρια στα πλευρά. Χτυπάτε τον αλύπητα, γερά! 1ος ΔΙΑΚΟΣ. Κράτει!
Γιατί και πρώτοι τρέχετε στο μήνημά μου πάντα σαν τόχει και τοιμάζουμε των προεστών τραπέζι, όπου να τρώτε βρίσκετε σφαχτά καλοψημένα, 345 και πλόσκες με γλυκό κρασί να πίνετε όταν θέτε. Τώρα θα βλέπατε ήσυχοι κι' αν τάγματά μας δέκα πριν από σας με τα βαριά κοντάρια αν πολεμούσαν.»
Είπε, κι' εφτύς μια κονταριά του ζάφτει στην ασπίδα και τ' όπλο του ίσα διάβηκε τη φωτοβόλα ασπίδα 435 και μες στα μαστροδούλεφτα του χώθηκε τσαπράζα, και ξέσκισε όλη απ' τα πλεβρά τη σάρκα, μα η Παλλάδα μέσα τ' αντρός δεν άφισε τα σωθικά ν' αγγίξει. Ένιωσε εκείνος πως βαριά δεν είτανε η πληγή του, κι' ορμώντας πάλι, μίλησε του Σώκου αφτά τα λόγια 440 «Α σκύλε, τώρα σ' έφαγε το μάβρο φίδι αλήθια!
Κουτσαίνοντας κι' εκείνοι οι διο, οι δουλεφτάδες τ' Άρη, πήγαιναν, του Τυδέα ο γιος κι' ο θεϊκός Δυσσέας, έτσι ακουμπώντας σε μακριά κοντάρια, γιατί ακόμα είχαν βαριές λαβωματιές· και παν στην πρώτη αράδα 50 και κάθουνται της συντυχιάς.
Μα ο παινεμένος σύντροφος του Δομενιά, ο Μηριόνης, πιο πίσω, ως πες μια κονταριά, πιλάλαε απ' το Μενέλα, τι πιο αργοκίνητα αλόγα αφτός τραβούσε απ' όλους, 530 όντας κι' ατός του ακάτεχος σ' αμαξοσύνης τέχνες. Κι' ο γιος τ' Αδμήτου ερχότανε στερνός ξεμεινεμένος, και θώραες πέρα τ' άλογα που τούσερναν τ' αμάξι.
Αυτά 'πεν ο Μελάνθιος και ανέβη του μεγάρου την κλίμακα, 'ς τον θάλαμο να φθάση του Οδυσσέα· εκείθ' ασπίδαις δώδεκα πήρε και τόσαις λόγχαις, και τόσα κράνη χάλκινα, μ' αλόχου χήτη ωραία, 145 και ογλήγορ' ήλθε κ' έφερε τα όπλα 'ς τους μνηστήραις. του Οδυσσέα γόνατα κοπήκαν και καρδία, άμ' είδε ν' αρματόνωνται και τα μακρά κοντάρια να σείουν ότι φοβερός του φανερώθη αγώνας. κ' είπε προς τον Τηλέμαχο με λόγια πτερωμένα· 150 «Τηλέμαχ', ή 'ς τα μέγαρα των γυναικών καμμία κακόν μας κινεί πόλεμον ή τ' είναι ο Μελανθέας».
Άλλοι εξ αυτών έφερον σάκκους πλήρεις, άλλοι εκρατούσαν ως ράβδους υψηλά κοντάρια, κ' η τσέπες των αμπαδένιων επανωφορίων και περισκελίδων των, εφαίνοντο κάπως φουσκωμένες. Είχαν βγάλει από τα κοντάρια τους γάντζους και τα καμάκια, και τα έφερον εις της τσέπαις των, ίσως διά να μη δίδουν υποψίας. Δύο εκ τούτων εκράτουν ανά μίαν απόχην, και άλλοι εβάσταζον κουβαριασμένα χονδρά σχοινία, πισσωμένα.
Έπειτα από του 16ου αιώνος η μονομαχία περιωρίσθη μόνον εις υπεράσπισιν της ιπποτικής τιμής· ενώ δε έως τότε οι μονομάχοι συνεκρούοντο έφιπποι και σιδηρόφρακτοι, ως όργανα έχοντες λόγχας και κοντάρια και ρόπαλα, έκτοτε εμονομάχουν πεζοί και χωρίς αμυντικόν οπλισμόν, μόνον διά του ξίφους.
Δέφτερο εκεί το Θέστορα, με το βαρύ κοντάρι ορμώντας — κάθουνταν αφτός στ' αμάξι ζαρωμένος, τι τάχασε και τούπεσαν τα γκέμια του απ' τα χέρια — αφτόν δεξά στα μάγουλο ζυγώνει και του μπήγει 405 μια κονταριά και του τρυπάει το δοντοφράχτη ως πέρα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν