Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025
Αγόραζε λοιπόν κρασί των Αχαιών το πλήθος, πιος με λεβέτια χάλκινα και πιος με σιδερένια και πιος μ' ασκιά βοϊδόπετσα· άλλοι με βόδια πάλι, κι' άλλοι με σκλάβους· κι' έβαλαν ξεφάντωτο τραπέζι. 475 Κι' όλη τη νύχτα τρώγανε οι άκουροι οι Αργίτες στον κάμπο, κι' όλοι οι Τρώιδες με τους βοηθούς στο κάστρο, κι' όλη τη νύχτα συφορές τους μελετούσε ο Δίας, άγρια βροντώντας· και χλωμή τους έκοβε τρομάρα.
Είπε ο ισόθεος θνητός, και στ' όμορφο του αμάξι 310 έβαλε μέσα τα σφαχτά, κι' ανέβηκε κι' ατός του, έπειτα πίσω τέντωσε τα γιαλισμένα γκέμια. Σιμά του κι' ο Αντήνορας ανέβηκε στ' αμάξι. Αφτοί έτσι γύριζαν λοιπόν στο κάστρο ξαναπίσω· Κι' ο Έχτορας κι' ο θεϊκός Δυσσέας πρώτα πρώτα μετρούσαν την απόσταση.
Κ' ένα γλυκό βραδάκι, Που μοναχή η Πεντάμορφη αγνάντευε απ' το κάστρο, Τ' αγαπημένα αδέρφια της με πόνο ακαρτερώντας, Να πηλαλάη έν' άλογο βλέπει μακρυά 'ςτόν κάμπο. Απέρναγε σαν σύγνεφο οπού το διώχνει ο αγέρας, Κι' όπως βογγάει το σύγνεφο εκείνο εχλιμιντρούσε. Γοργό, αφρισμένο επλάκωσε σε λίγο μέσ' 'ς το κάστρο Μ' ένα δισάκι απάνω του και δίχως καββαλλάρη.
— Τι καπετάνιος είνε αυτός, είπεν ο άλλος, να μη ξέρη πού είνε η χώρα; Το Κάστρο το άφησαν 'δώ και δεκαπέντε χρόνια. Δεν τώμαθεν αυτός; Δεν τα γράφουν αυτά τα πράματα; Ήδη σκοτία πανταχού ηπλούτο. Νυξ ασέληνος.
Τους όρκους δεν τους έβγαλε δεξά ο μεγάλος Δίας, μον μηχανέβει όλο κακά και για τους διο στο νου του, 70 ως που ή τ' ομορφοπύργωτο να μας ρημάξτε κάστρο ή εσείς να δαμαστείτε ομπρός στα πελαγήσα πλοία.
Μα το να κάψτε τους νεκρούς, αμπόδια δε σας βάζω· τι μιας και πάει ο άνθρωπος, τι βλάφτει χέρι χέρι αν μερωθεί το λείψανο με της φωτιάς τη χάρη; 410 Τ' όρκου μου ας είναι μάρτυρας ο Ελυμπήσος Δίας!» Είπε, κι' υψώνει το χρυσό ραβδί προς τα ουράνια. Κι' ο κράχτης πίσω μίσεψε κατά της Τριάς το κάστρο.
Γιατί όσο ζούσε ο Έχτορας και χόλιαε ο Αχιλέας 10 κι' είταν το κάστρο απάτητο του βασιλιά Πριάμου, τόσο και το τρανό τειχί των Αχαιών βαστούσε.
Έτσι οι Δαρδάνοι, απ' τον αρνό μπροστά, κατά τον τάφο 166 του Ίλου του παλαιϊκού του Δαρδανοσπαρμένου μέσα απ' τον κάμπο χύθηκαν να μπουν στο κάστρο μέσα· κι' εκείνος πάντα σκούζοντας, τ' Ατρέα ο γιος, ξοπίσω κυνήγαε, κι' αιματόβαφε τ' αζύγωτά του χέρια. Μα πια σαν ήρθαν στην οξά κι' ως στη Ζερβιά την πόρτα, 170 στάθηκαν κι' όλους τους εκεί να φτάσουν καρτερούσαν.
Τούρθε μάλιστα να ξεκινήση και να παιδέψη τους φονιάδες. Οι καιροί όμως είτανε δύστροποι. Είχε μεγάλους περισπασμούς η Ανατολή. Κ' έτσι κάμνοντας την ανάγκη φιλοτιμία αναγνωρίζει το Μάξιμο, κλει μαζί του συνθήκες, και γυρίζει το νου του στα δικά μας τα βάσανα. Και ποια να είταν τώρα τα βάσανά μας; Ο Αρειανισμός, και πάλε ο Αρειανισμός, που κάστρο του και στρατόπεδο είταν η ίδια η Πρωτεύουσα.
Κάτω στον καλντιριμωμένο δρόμο, μπροστά, στην πύλη του Αράπη, εκυλούσαν τους ξεβιδωμένους τροχούς τους, ξεχαρβαλωμένα και αφτά, παράλυτα, βαρυφορτωμένα, με κρότους βροντερούς που αντηχούσαν οι τάπιες μες τανήλιαστα τα βάθη τους· εξερότριζαν κάτω από το βαρύ τους φόρτωμα, ετάραζαν το κάστρο μέσα από το βροντερό τους κατρακύλημα τα κάρα τα βαριά, που ανέβαζαν να φέρουν τη στερεμένη κουραμάνα μες τις φυλακές.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν