Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025


Με όλον τον φόβον, και την αγωνίαν, και την αμβλύτητα της διανοίας, ήτις, κατά την ιδίαν ομολογίαν των, ήτο τόσον βραδεία εις το συνιέναι, επέλαμψεν επ' αυτούς τότε η τρέμουσα και αμυδρά ελπίς, ήτις έμελλε ταχέως να γείνη ακλόνητος πεποίθησις, ότι ο Ιησούς όντως ηγέρθη εκ νεκρών.

Αλλ' εσιώπησεν, ως διστάζων πόθεν ν' αρχίση. Ο καθηγητής συστείλας τους ώμους και πάλιν, έστρεψε το βλέμμα προς τον ήλιον και είδεν ότι είχεν ήδη κρυφθή όπισθεν του βουνού. — Δεν τα λέγομεν καλλίτερα περιπατούντες; Ώρα να επιστρέψωμεν πλέον. Και ηγέρθη. Ηγέρθη και ο Λιάκος, και οι δυο φίλοι επορεύθησαν προς την πόλιν.

Απήγγελλεν έτι, ότε ο Λιάκος, αφίνων ελευθέραν επί τέλους την χείρα του, ηγέρθη αίφνης και στρεφόμενος προς τον δρόμον εχαιρέτισεν υποκλινώς. Ο Κ. Πλατέας έστρεψε τους οφθαλμούς προς τους χαιρετιζομένους και είδε τα νώτα ενός κυρίου προβεβηκότος την ηλικίαν και δύο κομψών κυριών εκατέρωθεν αυτού. Δεν εβράδυνε ν' αναγνωρίση την τριάδα και εκ των όπισθεν. Ο Διάκος εκάθισε πάλιν. Ήτο κατακόκκινος.

Πάντες ενόησαν ότι μεταξύ των δύο εκείνων ανθρώπων κάτι συνέβαινεν, αλλ' ο γέλως διέστειλε τα χείλη των θεατών, διότι το πρόσωπον του Χίλωνος ήτο φρικτόν. θα έλεγε τις ότι αι γλώσσαι του πυρός έκαιον το ιδικόν του σώμα. Αίφνης ο Χίλων ηγέρθη, έτεινε τους βραχίονας και έκραξε με φωνήν φρικώδη και σπαρακτικήν: — Γλαύκε! εν ονόματι του Χριστού! συγχώρησέ με.

Αλλ' εάν κανείς δεν ετιμώρησε τον πρώτον, εάν κανείς δεν ανέλαβε την υπεράσπισιν του Χριστού κατά την ώραν του πάθους του, ποίος λοιπόν θα θελήση να τιμωρήση τούτον εδώ, ποίος λοιπόν θα συντρίψη την κεφαλήν του όφεως τούτου, ποίος θα τον εξαφανίση πριν ομιλήση εις τον Καίσαρα; Ο Ουρβανός, όστις μέχρι της στιγμής ταύτης εκάθητο επί του λίθου, ηγέρθη αιφνιδίως και είπεν: — Εγώ, πάτερ μου!

Επροτίμησε ναγνοή και εκείνη και αυτός τι έμελλε να πράξη. Μίαν μόνην απόφασιν έλαβε. Να κρούση την θύραν του οικίσκου και να ζητήση άσυλον διά την Αϊμάν μέχρι της πρωίας. Τούτο δε και έπραξε. Παρήλθε πολύς χρόνος μέχρις ου ο Τρέκλας, όστις εκοιμάτο εντός του οικίσκου, αφυπνισθή και ανοίξη την θύραν. Τέλος ηγέρθη μορμυρίζων, απέσυρε τον βαρύν λίθον όστις έκλειεν όπισθεν την θύραν, και ήνοιξεν.

Ενώ δε διεκοίνουν μεταξύ των τας τοιαύτας σκέψεις, ηγέρθη αίφνης θόρυβος τις εναντίον του Αστυόχου. Ναύται Συρακούσιοι και Θούριοι, τόσω μάλλον θρασείς, όσω ήσαν ελεύθεροι, ήλθαν εν σώματι προς τον Αστύοχον και εζήτουν τον μισθόν των παρ' αυτού.

Δεν ήρχετο δε διότι, κατά κακήν τύχην και ωσάν να μη ήρκουν τα άλλα, ηγέρθη αίφνης σφοδρότατος άνεμος και εβόυζε μαινόμενος περί τους τοίχους της οικίας, και εσύριζε σείων τα κλειστά παραθυρόφυλλα. Ενίοτε μου εφαίνετο ότι κλονείται η οικία ολόκληρος και η κλίνη μου συγχρόνως. Ελυπούμην τον δυστυχή Νίκον αναλογιζόμενος οποίαν εντύπωσιν θα προξενή εις αυτόν η βοή της τρικυμίας.

Η Ακτή δεν ηδύνατο ν' αποσπάση τους οφθαλμούς από της Λιγείας, ήτις εστραμμένη εκ πλαγίου ανέτεινε την κεφαλήν και τας χείρας προς τον ουρανόν, ως να επερίμενεν εκείθεν να έλθη η σωτηρία. Τέλος ηγέρθη με το πρόσωπον αίθριον. Ο Ούρσος ηγέρθη επίσης, και εστάθη πλησίον του βάθρου, προσβλέπων την κυρίαν του και αναμένων να ακούση την απόφασίν της. Οι οφθαλμοί της Λιγείας εσκοτίσθησαν.

Ο Λιάκος δοκιμάζει την πικρίαν του χωρισμού, προτού γευθή την γλυκύτητα της συζυγικής ευδαιμονίας του Έκτορος! Ο Κ. Πλατέας έκλεισε το βιβλίον και ηγέρθη εκ νέου. Μυρίαι σκέψεις τον εβασάνιζον, ενώ επεριπάτει από την τράπεζαν εις την κλίνην και από την κλίνην εις την τράπεζαν. — Διατί, ανεφώνησε, διατί να μη πιστεύσω τον Λιάκον ότι δεν εσκέφθη ποτέ να με νυμφεύση; Ανόητος εγώ να το υποθέσω!

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν