Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025
— Εγώ εκεί μέσα; Χίλιες φορές καλλίτερα εκειδά κάτω· δείχνοντας κατά την εκκλησιά, που είταν και τα μνημούρια. Πάμε όξω, στη μοναξιά. Εκεί που δε βλέπουμε και μούτρα να τα ντρεπούμαστε. Και λέγοντάς τα αυτά, κατρακύλησαν και δυο κόμποι από τα ξαγρυπνισμένα του μάτια απάνω στα κατάχλωμα μάγουλά του.
Όλα εκείνα τα παλαιά, όλη εκείνη η φαιδρά αληθώς πανήγυρις, ήτις έτι τοσαύτα έτη αντείχεν επίμονος εις παν εκκλησιαστικόν ανάθεμα και πάσαν επισκοπικήν προγραφήν, παρήλθε πλέον σήμερον ανεπιστρεπτεί, και ό,τι δεν κατώρθωσεν η εκκλησία κατώρθωσεν ούτως ειπείν ο πολιτισμός. Λέγω ούτως ειπείν, διότι μετέθηκεν απλώς ό,τι μάτην εκείνη προσεπάθει να εξοντώση.
Ουδέποτε από της μεγάλης εκείνης εσπέρας η Εκκλησία έπαυσε να τηρή την εντολήν του Κυρίου της· αείποτε, από της ημέρας εκείνης, από γενεάς εις γενεάν, το ευλογημένον και πανάγιον τούτο και πανάγιον μυστήριον — η αναίμακτος αύτη θυσία ήτις αντικατέστησεν όλας τας ανωφελείς αιματοχυσίας των Εθνικών — υπήρξε και υπάρχει και θα υπάρχη εις ανάμνησιν του θανάτου του Χριστού, και προς ενίσχυσιν και αναψυχήν των ψυχών των χριστιανών διά του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου, υπό το σχήμα του άρτου και του οίνου, των δύο τούτων ρωστικών και αναψυκτικών του ανθρωπίνου σώματος.
Όλοι τον πέρνουν από πίσω. Γαυγίζει δυνατά, και σκαρφαλώνει κατά την ακτή. Μπαίνει στην εκκλησιά και πηδάει στο βωμό. Ξαφνικά ρίχνεται από την τζαμαρία, πέφτει στα πόδια του βράχου, ξαναβρίσκει τα ίχνη στην παραλία, στέκει μια στιγμή στο θάμνο που είχε κρυφτεί ο Τριστάνος, έπειτα φεύγει για το δάσος. Όλοι συγκινούνται. «Ωραίε Βασιληά, λένε οι ιππότες, ας πάψουμε πεια να τον ακολουθούμε.
Ενώ στο χωριό, με τη βοήθεια των γερόντων, άμα λείπουν τα πείσματα, όλα συμβιβάζουνται. Οι γέροντες έχουν και άλλα να σκεφτούν. Θα συμφωνήσουν το δάσκαλο και τη δασκάλα, θα διορίσουν τον καντηλανάφτη, το δραγάτη, θα φροντίσουν για το σκολειό αν θέλει διόρθωμα, την εκκλησιά, αν θέλει καθάρισμα ή στόλισμα, τους δρόμους, αν είναι να φτειαστεί ή να σιαχτεί κανένας.
Στο Φόνι, όπου οι ζητιάνοι βολεύτηκαν στη μικρή αυλή γύρω από την εκκλησία που ήταν γεμάτη κόσμο από μακρινά χωριά, ο Έφις άρχισε να δοκιμάζει ένα νέο μαρτύριο. Φοβόταν μήπως τον αναγνωρίσουν και προσπαθούσε να κρυφτεί πίσω από το σύντροφό του.
Είδε, από τα επεισόδια της φωτιάς, του πηδήματος από την εκκλησιά, της ενέδρας κατά των λεπρών, ότι ο Θεός μας είχε πάρει στην προστασία του. Θυμήθηκε τότε το παιδί που, παληά, έπαιζε την άρπα στα πόδια του, και τη χώρα του Λοοννουά που για χάρι του εγκατέλειψα, και τη λόγχη του Μόρχολτ, και το αίμα που έχυσα για την τιμή του.
Ο Έφις μπήκε ακροπατώντας, με τη βιολέτα στο χέρι και γονάτισε πίσω από την κολόνα του άμβωνα. Η εκκλησία ερειπωνόταν. Όλα εκεί μέσα ήταν γκρίζα, υγρά και σκονισμένα.
Το πιστικούδι πήγαινε μπροστά, κρατώντας στο δεξί του χέρι μια μεγάλη δαύλα αναμμένη και την έσερνε πέρα δώθε για να φέγγη τον δρόμο, γιατί τ' ανεμοσούρι δεν άφινε ούτε λαμπάδα, ούτε δαδί αναμμένο. Κατ' αυτόν τον τρόπο πήγαινε στην εκκλησιά κι' όλο τ' άλλο Χωριό. Κάθε φαμίλλια έβανε μπροστά έναν άντρα, ή μια γυναίκα, μένα δαυλί στο χέρι και τραβούσε για την εκκλησιά.
Με ζήτω υποδέχθηκε τους λόγους του μεγάλα, όλος ο τσαγκαρολαός, ο άσπρος σαν το γάλα, κ' έβαλαν μόνον της φωνές όσοι χωριάτες ήσανε, και δεν το παρεδέχθηκαν, και κάπως τα ξυνίσανε. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Φρόνιμοι άνθρωποι. ΧΡΕΜΗΣ Α, ναι• αλλά στην εκκλησία η μειονοψηφία τους δεν είχε σημασία, έκοβε δε του ρήτορα χίλια καλά η γλώσσα για της γυναίκες, και για σε — ου τόσα κι' άλλα τόσα! ΒΛΕΠΥΡΟΣ Τι είπε;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν