Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Ιουνίου 2025


Κι' όταν πεζός πήγε έπειτα στο γονικό του πύργο, μέρες ξεφάντωνε έντεκα με φίλους π' απ' τη Λήμνο 45 γλύτωσε πίσω· μα ξανά τη μέρα την κατόπι μοίρα κακή τον έρηξε στα χέρια τ' Αχιλέα, π' άναβλα τούτανε γραφτό στον Άδη ναν τον στείλει.

Μα εμένα γλύτωσέ με εσύ και σύρε με στο πλοίο, και κόψε μου όξω οχ το μερί τη φτερωτή σαΐτα, με σύχλιο ξέπλυνε νερό το αίμας, και βοτάνια 830 βάλε καλά μαλαχτικά, π' ο άξιος Αχιλέας λεν σ' τάμαθε και που κι' αφτόν λεν έχει μαθημένα ο Χείρωνας, ο πιο πραγύς απ' τους Κεντάβρους όλους.

Όταν υπάγη το πρωί ο χωρικός εις την δουλειά του, και κάμη τον σταυρόν του, κοντά εις τα άλλα οπού θα παρακαλέση, θα είπη: «Γλύτωσέ με, Θεέ μου, από τον Μάγον». Όταν καθίση το μεσημέρι να γευματίση, θα ευχηθή να μη τον μπουκώση ο Μάγος, Όταν θα πλαγιάση την νύκτα, παρακαλεί να μην ίδη τον Μάγον εις το όνειρόν του.

Σε γλύτωσε πάλε, σκυλί, ο Απόλλος, π' όλο και θαν του κλαίγεσαι σαν έρχεσαι στη μάχη. Μον έννια σου! κι' άλλη φορά σε βρίσκω εγώ, και τότες 365 σε ξεμπερδέβω, αν δα βπηθούς κι' εγώ έχω στα ουράνια. Τώρα θα πάρω τους λοιπούς κυνήγι, κι' όπιον πιάσωΕίπε, και τον Αγάστροφο να ξαρματώνει αρχίζει.

Κ' έτσι γλύτωσε τότες η Αττική. Και δεν είτανε μόνο στην Αθήνα αυτό το ξύπνημα. Όλη η Ελλάδα πρέπει να ξανασάλεψε μια στιγμή, επειδή παντούθε τους έδιωξαν τους Γότθους, — από Αιτωλία, Ακαρνανία, Ήπειρο, Θεσσαλία, — όσοι δεν είχανε φύγει από τη θάλασσα.

Έτσι ίσως πει ... το χάσμα του τότε ας μ' ανοίξει ο ΆδηςΜα τότες τούδωκε καρδιά ο καστανός Μενέλας «Θάρρος! και μη φοβίζεις πια των Αχαιών τ' ασκέρι Δε μπήκε μες στο ψυχικό η κοφτερή σαΐτα· 185 μ' έσωσε ομπρός το πλουμιστό ζουνάρι, κι' από κάτου με γλύτωσε η ζωστή η φασκιά που φτιάσανε οι χαλκιάδεςΤότες του λέει ο δυνατός αφέντης Αγαμέμνος «Άμποτες νάναι αληθινό, Μενέλα αγαπημένε.

Εγώ 'πα, πριν πως κάθε οχτρό και πλοίο θα χαλάσω, και τότες πίσω στ' αψηλό πως θα γυρίσω κάστρο· μα κρίμας πριν που βράδιασε, τι η νύχτα πρώτα πρώτα 500 γλύτωσε πλοία κι' Αχαιούς κοντά στο γυρογιάλι. Μα τώρα ας την ακούσουμε τη μαβροφόρα Νύχτα, κι' ελάτε δείπνο ας στρώσουμε.

Ένα μήνυμα του βουλευτή, και μεταθέτεται ο δικαστής που μελετούσε να τον παιδέψη. Κ' έρχεται άλλος δικαστής που για του βουλευτή το χατίρι και νεκρό ζωντάνευε, όχι, λέει, ζωντανό να κρεμάση. Κ' έτσι γλύτωσε ο κουμπάρος, το στήριγμα αυτό της πατρίδας, που μας στέλνει σοφούς βουλευτάδες στην πολυφώτιστη την Αθήνα. Μα τι τούτος, τι εκείνος, και τι ο άλλος!

Κι ο μάστορας απ’ την άλλη μεριά του λέει : Αυτή τώρα πια γλύτωσε κι' ησύχασε. . . σάματις που θα πάμε κ' εμείς !-Δε λες καλά που δε σ' άφησε κάνα παιδί, νάχης τώρα ντράβαλα στο κεφάλι σου.

Μόλις οι γιανιτσάροι είχαν τελειώσει το φαγί, που τους προμηθέψαμε, κ' οι Ρούσσοι φτάνουν απάνω σε ανάβαθα καΐκια. Ούτε ένας γιανίτσαρος δε γλύτωσε. Οι Ρώσσοι δε δώσανε καμμιά προσοχή στην κατάσταση, που βρισκόμαστε! Υπάρχουν παντού χειρούργοι Γάλλοι: ένας απ' αυτούς, που ήτανε πολύ ικανός, μας φρόντισε, μας θεράπεψε.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν