Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Ιουνίου 2025
Το ίδιο οι Τρώες αντικρύ τραβιούνται οχ τη σκοτώστρα τη μάχη και τ' αλόγατα ξεζέβουν απ' τ' αμάξα, κι' όλοι ίσα παν στη συντυχιά πριν καν φροντίσουν δείπνο. 245 Όρθιοι έκαναν τη συντυχιά στο πόδι, ουδέ τολμούσε κανείς να κάτσει, τι έτρεμαν π' άξαφνα ο Αχιλέας βγήκε στον κάμπο, και καιρό σπαθί δεν είχε αγγίξει.
Είναι αλήθεια πως αναγκάστηκε να καθίση ήσυχος μερικόν καιρό, τότες που ο Κωσταντίνος βγήκε σε πόλεμο, και χτυπήσαντας Γότθους και Σαρμάτες, τους πρώτους τους χριστιάνεψε μέγα μέρος, κι από τους δεύτερους αφήκε ως τρακόσες χιλιάδες και κατοικήσανε σε διάφορους τόπους του βασιλείου.
Μας τόχει πη εμάς ο γιατρός• τον αρώτησε η αδερφή μου- Σαν άκουσ' έτσι η Βεργινία πάγωσε όλη· ο λάρυγγας της έκλεισε· τα μάτια της ανοίξανε διάπλατα, θόλωσαν, οι βολβοί γυρίσανε μέσα και φάνηκε όλο τασπράδι. . και σωριάστηκε χάμω, άσπρη σαν το σεντόνι, απάνω στο σωρό των σκουπιδιών που έλαμπαν- Έμπηξε η Κερ-Αριστείδαινα τις φωνές και βγήκε η αδερφή της με τις κόρες της κ’ έτρεξαν και κάτι άλλες γειτόνισσες και τη μπάσανε σπίτι της και με τριψίματα και ξύδια, έπειτα από κάμποση ώρα, τη συνεφέρανε.
Σηκώθηκε άξαφνα απάνω. — Καληνύχτα σας! Και τράβηξε κατά την πόρτα. — Πού πας; Παλάβωσες, γέρο; — Πού πάω; Στο σπίτι μου. Πού θες να πάω; — Βρε πέσε, γέρο, ψοφολόγα. — Καληνύχτα σας, είπα! — Ώρα σου καλή. Να μη γυρίσης μονάχα και χτυπάς την πόρτα. Ακούς; — Καληνύχτα, καληνύχτα! Βγήκε στο δρόμο. Ο Σπανός αμπάρωσε την πόρτα, μουρμουρίζοντας. Πού πάει τέτοια ώρα ο θεοσκοτωμένος!
Όσο πιώτερο διαφέρει ένας τύπος καινούριος από έναν αρχαίο, τόσο μεγαλύτερη σπουδαιότητα έχει η μελέτη του για την επιστήμη. Είναι πολύ πιο περίεργο να δείξη κανείς πώς από ένα diurnum, αντίς dies, βγήκε το γαλλικό jour, παρά να διή πώς έγινε μέρα ο τύπος ημέρα , μόλον ότι κι αφτό έχει τη δυσκολία του. Η γλώσσα μας δεν άλλαξε αρκετά.
Κάνε ώστε αυτός που προχωρεί κει κάτω να μη με αντιληφθή πριν από την στιγμή που θέλω!» Με το ξίφος στο χέρι, τον περίμενε. Αλλά κατά σύμπτωσι ο Γκοντοΐν πήρε έναν άλλο δρόμο και απεμακρύνθη. Ο Τριστάνος βγήκε από τη λόχμη απογοητευμένος, τέντωσε το τόξο του, σημάδεψε. Αλλοίμονο! ο άθλιος ήτανε εκτός βολής φτασμένος.
Μήπως μαζί με τα έργα της τέχνης θάφτηκε κ' εκείνο εκεί και τώρα βγήκε να του φωνάξη: «πιάσε με!;» Και τι νάνε τάχα; τι νάνε; Μήπως το πνεύμα του το δυνατό, μήπως η ψυχή του η μυριοπρόσωπη ; Κι αν ήταν τ' ήθελε; Προσήλωσε τα μάτια του καλά· τέντωσε ταφτιά του· Σείστηκε φύλλο· γρύλλος έτριξε. Ο Αριστόδημος ανατρίχιασε. Μιλούνε λοιπόν; Μιλούνε.
Τρεις τότε χύθηκε φορές σα θνητοφάγος Άρης φριχτά αλυχτώντας, και τις τρεις εννιά 'σφαξε ανομάτους· 785 μα κι' όταν τέταρτη όρμησε σαν το στοιχιό με τ' όπλο, τότε αχ! η ώρα, Πάτροκλε, σου σήμανε η στερνή σου! Τι ομπρός του βγήκε σκιαχτερός ο Φοίβος μες στη μάχη δίχως στον τόσο αναβρασμό πως πλάκωνε να νιώσει.
Ύστερις απ' αφτούς, έλαβα τότες κ' ένα γράμμα του καλού μου φίλου Κ. Μάνου και μου έκαμε μάλιστα μια πολύ σωστή παρατήρηση. Μου έλεγε πως έκαμα λάθος, εκεί που γράφω, στο τέλος του δέφτερου πλίκου, πως βγήκε ο Πάλμος «να πάρη λουτρό». Το ρωμαίικο είναι « να κάμη λουτρό ». και τόντις θέλησα να το διορθώσω.
Και πάλι προς το ουρανό Εσήκωσα το 'μάτι Και πάλι, πάλι έπεσα Σε συλλογή μεγάλη, Σε συλλογή, που μ' έφυγεν Ο νους μ' απ' το κεφάλι, Κι' ο ύπνος μες 'ς τη συλλογή Μ' επλάνεψε κομμάτι. Τα θολωμένα 'μάτια μου Δεν πρόφθασα να κλείσω, Κ' ύπνος τα πλάκωσε βαρύς, Βαθύς 'σάν το σκοτάδι, Κ' είδα ένα όνειρο φρικτό· Πώς βγήκε απ' το λαγκάδι Ωχρόλευκο ένα Φάντασμα· Το συλλογιούμαι. . . . φρίσσω!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν