Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Κοιτάξτε, πώς ο Πρόμαχος σφαμένος σάς κοιμάται, που τ' αδερφού μου αξώφλητος καιρό δα να μη μένει ο σκοτωμός εδώ. Για αφτό και συγγενή ν' αφίσει πίσω περικαλάει κανείς, λαχτάρας ξεχρεώστη485 Έτσι είπε, και τους Αχαιούς σκυλιάζει η παινεσά του, μα απ' όλους πιότερο η χολή ταράχτη του Πηνέλα κι' όρμησε εφτύς απάνου του.

Αγαπώμεν όμως δε γράφουμε, γιατί αφτό δε λέγεται πουθενά, γιατί αφτό πουθενά δεν είναι γλώσσα, γιατί, όπως κι ο Ίπσεν, όπως κ' οι τραγικοί, όπως κι άλλοι σ' άλλους τόπους, θα μιμηθούμε τη ζωή, όχι το θάνατο, σαν την καθαρέβουσα. Κ' έτσι γίνεται θρούβαλα το υστερνό επιχείρημα του δασκαλισμού. Κ' έτσι έχουμε το δικαίωμα, τη ζωή να μιμηθούμε, γράφοντας τεχνητή, μα ζωντανή γλώσσα.

Μα ελάτε, κι' ότι εγώ σας πω, αφτό ας το κάνουμ' όλοι. Ρήξτε τα πλοία στο γιαλό, τα πρώτα εκεί που στέκουν 75 κοντά στην ακροθαλασσά, και στ' ανοιχτά τραβώντας εκεί ας τ' αφίσουμε δετά στα βάρια ως που να φτάσει η νύχτα η αστροστόλιστη, αν δα και τότε αν πάψουν τη μάχη οι Τρώες· έπειτα τραβούμε κι' όλα τ' άλλα. Ντροπής δεν έχει να σωθείς, κι' αν ξεκινήσεις νύχτα80

Καταλάβατε τώρα την κουταμάρα μου; Κάθουμαι και φιλονικώ ήσυχα και σοβαρά με τον κ. Σωτηριάδη, σταλιές σταλιές παίρνω το φαρμάκι του, το κοιτάζω και το μετρώ, χωρίς να νοιώσω τι τρέχει. Δεν τρέχει και τίποτα πολύ σπουδαίο να, καταλόγησα μερικά του λαθάκια στη δημοτική, καθώς είδαμε και πιο απάνω πως καλά καλά δεν την ξέρει. Τι είναι αφτό; Τίποτις. Ωςτόσο έφταξε για να μας τα ψάλη ο κ.

Σωτηριάδης μου λέει, πως μια και τοποθέτησα τον εαφτό μου όξω από το χώμα το ελληνικό, απόμαθα και τη γλώσσα την ελληνική. Βάζω στοίχημα πως δε φαντάζεται ο ίδιος τι σωστά που το είπε! Ναι, την απόμαθα , γιατί εγώ ξέρω πως απομαθαίνω ρωμαίικα θα πη μαθαίνω κατάβαθα , όπως και το αποτελειώνω τελειώνω ολότελα , όπως το αποβράζω έβρασε πια και σώνει . Αφτό που εννοεί ο κ.

Είπε, και σιώντας τόρηξε· μα του Διός η κόρη με μια πνοή τ' αλάργεψε μακριά απ' τον Αχιλέα, φυσώντας το αλαφρά αλαφρά· κι' αφτό γυρίζει πίσω 440 και πέφτει χάμου, αφτού μπροστά στου Έχτορα τα πόδια. Χύνεται ο άλλος σα θεριό, με λύσσα κι' αλυχτώντας φριχτά· μα του τον άρπαξε ο Φοίβος, έτσι αμέσως σα δα θεός, και με πυκνό τον σκέπασε σκοτάδι.

Φλι, πιπλίφ! εσουράβλισε τσαμπούνες το μαβρειδερό το αίμα καταπέρα. Ετσιλάχρησε περίγυρα τον τόπο. Επιτσίλησε τη ρίζα της ξεροελιάς. Επότισε τα διψασμένα γύρω τα χώματα. Τα μανίκι του μαχαιριού χάθηκε κι αφτό μες το αίμα. Λαίμαργη κ' η λερή η μανίκα του χεριού, ρούφαε κ' εκείνη το αίμα. Εσφάδαζε το βόιδι ξαπλωταριά. Εσπαρτάριζε νεκροζώντανο το κορμί του. Ψυχοραγώντας αναχάσκιζε.

Αν πάλε, σαν που με το λεν πολλοί, δε γράφουν ίνα ποιήσω τάχατις για να δείξουν πως δεν άλλαξε η γλώσσα και που τέτοιος δεν είναι ο σκοπός τους, τότες με φαίνεται πιο απλό και πιο έφκολο να γράψη κανείς θέλω να κάμω , αφού είναι το ίδιο. Αν άλλαξε, άλλαξε και με τη μια φράση και με την άλλη. Το θέλω να κάμω το καταλαβαίνει τουλάχιστο και το λέει όλος ο κόσμος. Κάτι θα πη κι αφτό.

Μ' έπιασε, μ' έπιασε ο Χάρος και με βαστά. Πέντε παρά κάρτο!...» Ξύπνησα τότες με τα σωστά μου. Είταν η ώρα οχτώ. Είχα φανταστή στον ύπνο μου μέσα πως ξυπνούσα. Κοντέβουν τώρα δέκα χρόνια που είδα το φοβερό αφτό τόνειρο και τόγραψα αμέσως το πρωί, να το θυμούμαι. Τι καλά που περνούσαμε τότες στο σπίτι μας στην εξοχή! Ζούσε ο καλός μου ο παπούς. Πρόπερσι πέθανε ο καημένος, εκατό χρονώ γέρος.

Τι τύχη, αλήθεια, που την είχαν! Κάποτες ο μικροπολίτης δεν καταλάβαινε κι ο ίδιος τι έγραφε. Δεν είναι τύχη κι αφτό; Οι μικροπολίτες είχαν ψιλή, ψιλούτσικη φωνή. Έλεγες και τραγουδούσαν. Είταν όλοι τους τενόροι. Δεν ξέρω τι είχαν πάθει οι μικροπολίτες. Δεν άκουγες όμως για κανένα μικροπολίτη, νάκαμε ποτέ του παιδί. Έτσι ζούσαν οι μικροπολίτες, έτσι ζούσαν και βασίλεβαν αναμεταξύ τους.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν