Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Ιουνίου 2025
Πάω να ιδώ στην κάμαρά της, με συγχωρείτε. Η ΘΕΑΤΡΙΝΑ — Πώς πονώ! ΛΕΛΑ — Πάμε στην κάμαρά σου. Θα σου τα τοιμάσω όλα για την ένεση, σαν καλή νοσοκόμα. Η ΘΕΑΤΡΙΝΑ — Είσαι τόσο καλή, Λέλα μου. ΛΕΛΑ — Δεν είναι τίποτε. Τώρα αισθάνομαι πολύ καλά. Οι παραπάνω, Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ — Δεν είναι ζωή αυτή. Κλάματα αποδώ, γκρίνιες αποκεί, νεύρα . .. Πάλι τα ίδια έχομε. ΛΕΛΑ — Τι τρέχει Μ-Αργύρη;
Την ώρα που πλησίαζε να τελειώση το τραπέζι, ο Αλαμάνος σηκώθηκε να κάμη την πρόποση. Με το ποτήρι στο χέρι μίλησε απλά και σύντομα. Είπε πως ήταν σημαντικός στην ιστορία ο σημερνός γάμος. Αποδώ κι ομπρός άρχιζε νέα ζωή για τους Μορφόπουλους. Παίνεψε την προκοπή του γαμπρού· παίνεψε την υπομονή και την ωμορφιά της νύφης.
Αποδώ αραδίζουν, πηγαίνουν, έρχονται. Την νύχτα βλέπουν και στοιχειά κάποτε εδώ στο ρέμμα. — Και σαν τι στοιχειά; είπα εγώ. — Λέω την νύχτα, επέφερεν ο Νικολός, ακόμη και την ημέρα. Νεράιδες, νεράιδες είδαν με τα μάτια τους να χορεύουν, εδώ κάτω στο ρέμμα, σιμά στην βρύσι.
Το κουδούνι σημαίνει και κείνος, που πρέπει να φύγη αποδώ, ακούει τόνομά του κι όποιος πάλι δεν το ακούει οφείλει να μείνη. Η διαφορά είναι μόνο πως εγώ βλέπω το θάνατο από μακριά, πολύ πριν πλησιάση, γνωρίζω πως θα σημάνη το κουδούνι και πως εκείνη που θα καλέση, θα φύγη με χαρά. Μα δε θέλω να καταραστώ άνεργος τη δύναμη του θανάτου.
Θα στείλω να φωνάξω το γιατρό. Οι παραπάνω, ΜΠΑΡΜΠ-ΑΡΓΥΡΗΣ Δεν είναι πια ζωή αυτή. Βαρέθηκα με τα σωστά μου .. . ΛΕΛΑ — Να ο Μπάρμπ-Αργύρης. Θα τον παρακαλέσω να πάη για το γιατρό.... Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ. Καλησπέρα σας. Καλησπέρα κυρία μου. Μήπως είδατε την κυρία Δώρα αποδώ; ΛΕΛΑ — Όχι Μ-Αργύρη δε φάνηκε. Ίσως είναι στη κάμαρά της. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ — Ο πατέρας της ανησυχεί που δεν κατέβηκε ακόμα κάτω.
Εξύπνησε παραλογισμένη, φρίσσουσα· εσηκώθη, επήρε το ραβδί της, το καλάθι της, και απεφάσισε να φύγη εκείθεν. Εδώ εις την κοίλην χιβάδα του βράχου, εις την βοήν του ερήμου αιγιαλού, υπήρχον πολλά φαντάσματα. Ο τόπος ήτον στοιχειωμένος. «Ας φύγω κι' αποδώ»! Πάραυτα επανήλθον εις τον νουν της οι λογισμοί της οι άλλοι, οι θετικώτεροι.
Κάτι πήγε να πη ακόμα, μα ο γιατρός τούγνεψε να σωπάση. — Εσύ να μη μιλάς. Ν' ακούς μονάχα. Ό,τι θέλεις με τα νοήματα να το γυρεύης. — Γιατρέ μου, δεν κυττάς αποδώ και τη γυναίκα; Θα μας μείνη στα χέρια! ξεφώνισε μια γυναικούλα, — Δεν έχουν ανάγκη οι γυναίκες! έκανε ο γιατρός. Να κάνωμε τη δουλειά μας πρώτα. Κ' έσκυψε πάλι απάνω στον χτυπημένο.
Τα περιστέρια και τα ορνίθια, τα ζώα μικρά μεγάλα, πέρναγαν από τόνα στ' άλλο δίχως ξεσυνέριση· πίνανε το νερό τους, σήκωναν το χώμα τους, έτρωγαν το χορτάρι και τους καρπούς ανεμπόδιστα. Οι μέλισσες τρυγούσαν τον ανθό πότε αποδώ και πότε αποκεί, με την ίδια ευχαρίστηση. Έτσι το ηύραν από μιας αρχής, πριν να γίνη ο Ευμορφόπουλος χτηματίας.
Ο παπάς τέτοιο πράμα, όξω αποδώ, δεν έχει, ο Θεός να μας φυλάη. Τι να του κάνη το ταξίδι, έτσι πως βρίσκεται; Να πάη να κρυώση νάχωμε τα χειρότερα; Ο γιατρός επέμεινε. — Άλλη σωτηρία δεν έχει. Να πάη να ταξιδέψη· ένα μήνα, δυο μήνες, να βγάλη τις θέρμες αποπάνω του. — Κ' εγώ το καταλαβαίνω, είπε ο παπάς. Η θάλασσα θα με σώση. Εικοσιπέντε χρόνια στη θάλασσα, κεφάλι δεν είπα ποτέ μου.
Μ' ένα λόγο· εγώ σ' ολίγο, Μάνα μου, αποδώ αν δε φύγω Σ' άλλο μέρος να περάσω, Τη ζωή μπορώ να χάσω. Ναι, του λέει εκείνη, τώρα, Να μισέψομαι στην ώρα. Τέτιος τόπος δεν αχρήζει, Την υγιά σου σαν εγγίζει. Λόγος, κι' έργο· την παλιά τους Απαριάζουν κατοικιά τους, Δίχως να χασομερήσουν Μια στιμή, ν' αναχωρήσουν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν