Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025
Ο αριθμός των υπουργείων έχει τόση σημασία όση και ο αριθμός των υπαλλήλων. Μπορεί δέκα υπάλληλοι να κάνουν δουλειά εκατό ανθρώπων και εκατό να μην κάνουν τη δουλειά ενός. Σκοπός είναι να ξεκαθαρίσει και να ξέρει το κράτος τι δουλειά έχει να κάνει και τι δουλειά πρέπει ν' αφήσει στις κοινότητες να κάνουν, και μονάχα το πνεύμα της εργασίας ν' αλλάξει.
Γι' αυτό, όταν ο παπάς της είπε: «γεράσαμε, Ταρσίτσα, δεν το κατάλαβες;» ξαφνίστηκε σαν να μάθαινε πρώτη φορά ένα πράμμα που δεν τώχε βάλει ο νους της. Είχε γεράσει το λοιπόν η Ταρσίτσα; Από πότε ως πότε; Η καρδιά της, η ψυχή της, το είναι της όλο δεν είχαν αλλάξει σε τίποτε.
Ο περιορισμένος τόπος του καραβιού, ο τόσο στενόχωρος και μαζεμένος, διαρκώς μεγάλωνεν, ενώ οι λεπτομέρειες του φθάνανε στο άπειρο., Και όμως τίποτα δεν τον χωρούσε το Ρένα. Μέσα στο καράβι, στον εαυτό του, στη γύρω ακόμη φύση όλα είχανε αλλάξει. Γύρευε πέννα με χρώματα, χρωστήρα με μελάνι, χαρτί από μουσαμά ζωγραφικής.
Κάθησα πολλή ώρα με το γράμμα αυτό στο χέρι και το κύμα της τρυφερότητας, που με πλημμύριζε, είτανε τόσο δυνατό, ώστε έπνιξε όλα τα ρωτήματα και μ' έκαμε να γυρίζω μέσα στο συνηθισμένο μου κόσμο, όπου δε φαινότανε πως είχε αλλάξει τίποτε, μ' έκαμε να γυρίζω με το συναίστημα πως είμουνα το βασιλόπουλο του παραμυθιού, που είχε φτάσει με τα φτερά του μαϊστραλιού στο νησί της ευτυχίας.
— Βέβαια, δεν υπάρχει αμφιβολία. — Ε! λοιπόν, αν τα γεράκια είχανε πάντα την ίδια φύση, πως θέλετε νάχουν αλλάξει οι άνθρωποι τη δικιά τους; — Ω! υπάρχει μεγάλη διαφορά, είπε ο Αγαθούλης. Γιατί η ελευθερία της βουλήσεως.... Συζητώντας έτσι φτάσανε στο Μπορντώ. &Τι τους συνέβηκε στη Γαλλία&
Τότε η Νοέμι άρχισε να γελά, αλλά αισθάνθηκε να της τρέμουν τα γόνατα και μες στην καρδιά ένοιωσε τη φωτεινή ομορφιά του δειλινού: ήταν μια θάλασσα από φως διάσπαρτη με χρυσά νησιά, με έναν αντικατοπτρισμό στο βάθος. Δεν είχε ξαναδοκιμάσει ποτέ μια παρόμοια στιγμή μέθης. Για μια στιγμή μονάχα ο κόσμος είχε αλλάξει όψη.
Ξαναείπε τα λόγια μου όλως διόλου χωρίς τόνο, αν και τα είχε ακούσει πολλές φορές προτήτερα, τα ξαναείπε σα να κλείνανε κάτι ακατανόητο και φώναξε άξαφνα: — Τότε έχεις αλλάξει. — Δεν το πιστεύω. — Ναι, έχεις αλλάξει. Αλλιώς πως είτανε δυνατό να πιστεύω πως η ζωή τελειώνει με το θάνατο; Εσύ μου το έμαθες. Γιατί τώρα δε θέλεις να πιστεύης ό,τι πιστεύω και γω;
Γιατί θα διώξω τ' άγρια εγώ κοπάδια από κοντά του, 30 τις μυίγες, που τους άντρες τρων τους πολεμοσφαγμένους. Γιατί κι' αν κάθεται άθαφτος ολόκληρο 'να χρόνο, δε θεν' αλλάξει αφτός θωριά, ίσως και πιο ροδίσει. Μον κράξε εσύ σε συντυχιά των Αχαιών τ' ασκέρι, και με τ' Ατρέα αφού το γιο φιλιώσεις, τότε οπλίσου 35 για μάχη εφτύς και πόλεμο και δείξε την αντριά σου.»
Δεν μπορούσε ναυρή τίποτε. Όλα του είταν ξένα. Όλα του είταν άγνωστα. Φαίνονταν, σα να γνώριζε, ότι είταν μέσα στο Μικρό Χωριό, αλλά το χωριό δεν είταν αυτό. Είχ' αλλάξει όψη.
Κι' όμως την λύπη υπέφερε, αν κ' έμεινε μονάχος και γέρος με άσπρα πια μαλλιά σκυμμένος απ' τα χρόνια. ΑΔΜΗΤΟΣ Ω σπίτι μου, την θύρα σου πως να περάσω τώρα; πως θα τους δω τους τοίχους σου, πούχουν αλλάξει τώρα. Αλλοίμονο. Τι διαφορά! Με πεύκα του Πηλίου και με τραγούδια άλλοτε του γάμου μου εμπήκα κρατώντας μέσ' στα χέρια μου το αγαπημένο χέρι της νύφης.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν