Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025
Συγχρόνως ο Τρέκλας, ως είδε τον Πλήθωνα εξελθόντα, αφήκε τον κύνα ήσυχον, και ήρχισε να πηδά και να τρέχη διά κωμικών σκιρτημάτων, με τους ραιβούς πόδας του, όπως φθάση εις την θύραν του σπηλαίου. — Άρχων! Άρχων! μην ακούς αυτόν. Στάσου να σου πω. Περίμενε. Είνε ανάγκη. Ξεύρεις από πόσον δρόμον ήρθα με τα στραβά πόδια μου;
Αλλ' όποιον πρέπει να ακούς, αυτόν δεν θέλει μάθει Ούτε θεός, ούτ' άνθρωπος ποτέ προτήτερά σου. Όσα δε δίχως τους θεούς να στοχασθώ θελήσω, Εσύ αυτά μην ερωτάς, μήτε να εξετάζης. Τον είπε πάλ' η δοξαστή και βοϊδομμάτα Ήρα· Πώς τέτοιον λόγον λάλησες, σκληρότατε Κρονίδη. Μάλιστα πρώτ' ούτ' ερωτώ, και ούτε σ' εξετάζω· Στοχάζου ησυχότατα οπόσα κι' αν θελήσης.
Ώστε καλά θα κάμης να μείνης όρθιος και να σκυφτής ν' ακούς τι λέγεται εις την συνέλευσιν. ΕΡΜ. Ιδού και άλλο ζήτημα επίσης δύσλυτον. Αυτοί εδώ, ο Διόνυσος και ο Ηρακλής, είνε και οι δύο χάλκινοι και της ιδίας τέχνης, έργα και οι δύο του Λυσίππου και το σπουδαιότερον ίσοι κατά την ευγένειαν της καταγωγής, διότι και οι δύο είνε τέκνα σου, ω Ζευ.
Η δυσαρέσκειά της φαίνεται σ' όλα της τα κινήματα. — Ακούς εκεί! Να μην μπορή ένας να ησυχάση, να μην είν' ελεύθερος ν' αναπαυθή γιατί εκατέβη στο κεφάλι μερικών να έρχουνται την νύχτα να τραγουδούν, χωρίς κανείς να τους παρακαλή. Αυτοί ευχαριστούνται, ρώτηξαν όμως και μένα, αν θέλω ν' ακούω; Να ταν εδώ ο Μάρκος ο ξάδελφός μου, δεν θα με πείραζε κανένας.
Σαν την είδε η χήρα μπήζει πάλι τις φωνές: — Δεν έρχεσαι να συμμαζέψης τον άντρα σου, Κυρα-Νικόλαινα! τι με πήρε εμένα και ήρθε να μου πιάση το μάγουλο! Ακούς εκεί να μου πη να του ανοίξω την πόρτα τη νύχτα! Θα τον σκοτώσω... Έκανε να μιλήση ο Κυρ-Νικολάκης, μα πού να βρη αράδα. Άφριζε τώρα κ' η γυναίκα του, άφριζε κ' η ξένη.
— Άνε με ξαναδής στο σπίτι σας να μου φτύξης! εστράφη και είπε μεγαλοφώνως ο Μανώλης. Ακούς; να μου φτύξης! Και προχώρησε βαδίζων ασκόπως, αλλά με σπουδήν. Δεν ηδύνατο να εννοήση τίποτε εξ όλων των γενομένων. Δεν ηδύνατο προ πάντων να εννοήση τι άνθρωποι ήσαν αυτοί, υιός και πατέρας. Ακατανόητοι και δαιμονισμένοι άνθρωποι. Ήθελαν να τον κάμουν γαμβρόν και έπειτα τον μετεχειρίζοντο ως εχθρόν.
Και σα ζυγώσανε οι στρατοί με τ' άρματα στα χέρια, κουντρούν τομάρια και σπαθιά, κουντρούνε παλικάρια χαλκοπλισμένα, και κοντά κοντά οι αφαλωμένες είτανε ασπίδες, κι' άναψε μια ταραχή μεγάλη. Και κλάμα ακούς και παίνεμα αντάμα αντρών που σφάζουν 450 και σφάζουνται, κι' η γης παντού στο αίμα κολυμπούσε.
Λες και τάγριο το κορφοβούνι της Ίδας κοιτάζει με μάτια νυσταγμένα μύριες Νύφες και Βοσκοπούλες που χορεύουνε κάτω, μέσα στους λόγγους. Θαρρείς πως τις ακούς τις φλογέρες και παίζουν! Θλιβερή απάτη της φαντασίας! Τους λόγγους εκείνους τους σαβανώνει σκοτάδι αμίλητο και βαθύ. Στρέψε κατά την αντικρινή τη μεριά, κατά τα όρη που αραδιασμένα λες και πλαγιάζουν απάνω στα ήμερα κύματα.
ΠΡΟΣΠ. Ανδράποδο, ψέμματα γιομάτο, οπού το δάρμα ακούς, όχι την καλοσύνη· λάσπη 'καθώς είσαι, εγώ εφέρθηκα προς εσέ με φιλάνθρωπα σπλάχνα, και σ' επήρα και σ' είχα εις το σπήλαιο μου, όσο που επάσχισες ν' ατιμάσης το τέκνο μου. ΚΑΛΙΜΠ. Ω! Ω! Ω! — να μου 'χε πιτύχει! μ' επρόλαβες, ειδεμή θα εγιόμιζα τούτο το νησί Καλιμπάνους.
Τελευταίος στης θυσίες, πρώτος στα όργια. ΑΓΙΟΣ ΔΗΜ. Μη μου θυμίζετε τα χρόνια τα ανόσια εκείνα της ζωής μου. Τώρα ξαναγεννήθηκα, την πανοπλία του κυρίου ντύθηκα, από την πρώτη 'μέρα που βαφτίσθηκα. ΓΑΛΕΡΙΟΣ. Τ' ακούς; Κι' έπειτα κάνε αν μπορείς υπομονή.. Είνε του λόγου του που τον προώριζα διάδοχό μου. Οι Χριστιανοί μετρούνται σε χιλιάδες. Κάθε μέρα και πληθαίνουνε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν