Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τράβα δρόμο σου. Εκείνος ηθέλησε να τον σπρώξη. Ο πατέρας σου άναψε. Τα λόγια του Νικολού ήρθαν ευθύς διάβολοι και του εσήκωσαν τα μυαλά. Δεν το παίρνεις, συλλογίζεται που να χαλάση ο κόσμος. Ή θ' ανεβώ με το μελάτι απάνω ή αφίνω τα κόκκαλά μου εδώ! Καθώς έκαμε να σπρώξη δεύτερη ο βουτηχτής, σηκώνει γροθιά ο πατέρας σου και του δίνει στο στομάχι.

Άφινέ με έτζι να ζήσης. Μια χαψιά κορμί για σένα 370 Είναι είδος στα χαμένα· Άλλο βρες να κυνηγήσης. Αν με φας, τι θ' απεικάσης; Σου χρειάζεται κάνα άλλο Απετούμενο μεγάλο, 375 Κι' όχι εγώ, για να χορτάσης. Το Γεράκι λέει σ' εκείνο, Για το αβέβιο όπιος τρέχει Μέτρα γνώσις δεν κατέχει· Και για ταύτο δε σ' αφίνω. 380 Κάλλια πέντε και στο χέρι, Πάρα δέκα και καρτέρει

Γέρο προδότη, γρήγορα την προσευχήν σου κάμε, κ' είναι συρμένο το σπαθί που θα σε θανάτωση! ΓΛΟΣΤ. Ω! Ας κτυπήση δυνατά το εύσπλαγχνό σου χέρι. Ο ΕΔΓΑΡ ανθίσταται. ΟΣΒ. Και πώς, αυθάδη χωρικέ, τολμάς ενός προδότου εσύ να γίνης βοηθός; Φύγε απ' εδώ, μη τύχη και σου κολλήσ' η Μοίρα του κ' εσένα: Άφησέ τον! Μη του κρατείς το χέρι του, σου λέγω! ΕΔΓΑΡ Δεν τ' αφίνω, αν δεν μου πης το διατί.

Αφίνω, ότι το παιδί μου θα ήτον ακόμη στρατιώτης, αν δεν είχα την προστασίαν του. — Όλ' αυτά δεν θα πουν ότι είνε καλός και διά δήμαρχος. Αγάπα τον όσον θέλεις, είχε τον εις την προσευχήν σου, στέλνε του κανένα καλάθι χουρμάδες . . . καλά και άγια! Αλλ' όποιος είνε καλός φίλος δεν θα πη πως είνε και καλός δήμαρχος. Εσύ είσαι ο καλλίτερος φίλος μου· πρέπει λοιπόν να σε κάμω και δήμαρχον;

Ναι· ώστε να σκύψω άλλος φανερώνεται, λες και τον ξερνά το κύμα και το παίρνει από τα χέρια μου. — Και τον αφίνεις; — Τον αφίνω. Μα τι να κάμω; Αφού το χουφτώνει πρώτος! — Ωχ αδερφέ! δε μου λες έτσι παρακάθεσαι και μου κλαις την τύχη σου!... Τι σου φταί' η τύχη σαν δεν είσαι άξιος να ζήσης; — Μα τι, καυγά να πιάσω; — Καυγά βέβαια! Ναρθή άλλος να πάρη το δικό μου το ηύραμε και δε θα πιάσω καυγά!

Αχ βάρβαρε, εφώναξεν η βασίλισσα, έχεις τόσην καρδίαν να με αφήσης; ετούτες οι τιμές και η αγάπη που σου δείχνω σε κάνουν τόσον αναίσθητον να μην καταλάβης το καλόν σου και να μη είναι αρκετές να σε παρακινήσουν εις σπλάγχνος διά την κλίσιν που εις εσένα έχω; Αυτά και άλλα περισσότερα, που διά συντομίαν τα αφίνω, λέγοντάς του η βασίλισσα, δεν εστάθη τρόπος που να αλλάξουν την γνώμην του Δαλήκ, και να τον καταπείσουν που να συγκλίνη· διά το οποίον η βασίλισσα βλέποντας την ισχυρογνωμίαν του, εθυμώθη υπερβολικώς εναντίον του, και ευθύς έκραξε τους φύλακάς της και τους είπεν.

ΝΕΑΝΙΑΣ Βρε για σταθήτε: κι' αν εσείς με κάνετε κομμάτια, πώς θα μπορέσω πειά να ιδώ μιαν ώμορφη στα μάτια; Γ' ΓΡΑΥΣ Κάμε καλά• μα πρώτ' αυτό θα κάνης δίχως άλλο. ΝΕΑΝΙΑΣ Με ποιά προτήτερ' απ' της δυο τα μάτια μου θα βγάλω; Β' ΓΡΑΥΣ Δεν ξέρεις; κόπιασ' από 'δω. Β' ΓΡΑΥΣ Ώ, μα τον Δία! τον κρατώ και δεν σου τον αφίνω. Γ' ΓΡΑΥΣ Κ' εγώ δεν σου τον δίνω.

Εις ταύτα ο Κροίσος απεκρίθη· «Με ενίκησας, υιέ μου, δίδων εις το ενύπνιον εξήγησιν καλλιτέραν εμού· διά τούτο μεταβάλλω γνώμην και σε αφίνω να υπάγης εις το κυνήγιονΕιπών ταύτα ο Κροίσος προσεκάλεσε τον Φρύγα Άδραστον· ούτος ήλθεν, ο δε βασιλεύς τω είπεν· «Άδραστε, σε εκαθάρισα από φρικτήν συμφοράν διά την οποίαν δεν σε ονειδίζω. Σε υπεδέχθην εις την οικίαν μου και σοι παρέχω πάσαν δαπάνην.

Εγώ σου την αφίνω, του είπεν ο βασιλεύς, αν μου ειπής την αλήθειαν ποίος είσαι και διατί επήρες την μορφήν μου. Αυθέντη, του απεκρίθη εκείνος, επειδή και η βασιλεία σου κάνεις ετούτη, την χάριν, τίποτε δεν θέλω σου κρύψει, και διά να σε βεβαιώσω πώς δεν θέλω σου κρύψει την αλήθειαν, κάνει χρεία να λάβω την φυσικήν μου μορφήν.

Ύστερα και του τρελλού τα καμώματα τρελλά τα λογαριάζει ο κόσμος και κανείς δε βάζει την ουρά του. Τον είδε ο μούτσος. Τον είχανε ξυπνίσει τα σκυλιά. Ανεβαίνει στην κουβέρτα και τονέ βλέπει που πολεμούσε να λύση τη βάρκα του Μανώλη του Λεϊμονή, πούτανε δεμένη στο μώλο. Σαν πήδησε μέσα κ' έλυσε το πανί και πήρε στα χέρια του τη σκότα, άρχισε τις φωνές: «Αφίνω γεια, Μυγδαλιώ.