Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τόρα σ' αφίνω εσένα, διά να σας ειπώ όσα περί του Έρωτος ήκουσα κάποτε παρά μιας γυναικός, της εκ Μαντινείας Διοτίμας, η οποία ήτον σοφή και εις τα ερωτικά και εις άλλα πολλά, και εις τους Αθηναίους δε κάποτε, κατώρθωσε, με τας θυσίας που έκαμαν απειλούμενοι υπό λοιμικής, ν' αναβάλη την νόσον επί δέκα έτη. Αυτή εδίδαξε κ' εμένα τα ερωτικά.

Δεν το πίστευα πως μοίραζε τ' αντίδωρο ο πάτερ Νικόδημος, και πως γύριζε ο κόσμος στα σπίτια του. Άλλη είταν η γειτονιά της. Πήρα τότες το δρόμο μας με βαρειά και με λυπημένη καρδιά. Δε σας αφίνω, παλιά μου χρόνια! Θα σκαλίζω, θα ξετρυπώνω, και θαραδιάζω... Ένα ένα θα τα ξετυλίγω τα ψυχικά φυλαχτήριά μου... Να σε χαρώ, ανυπόμονε πατριώτη, μη μου ταφίνης έξω αυτά.

Όταν θα τελειώση, εάν αυτή επιθυμή, ας εύρη και τον τρόπον να τον ξεκάμη μόνη της, Αλλ' ως προς τον σκοπόν του να δείξη έλεοςτον Ληρ και εις την Κορδηλίαν, ας έλθη η νίκη, και αυτούςτο χέρι ας τους έχω, και δεν αφίνω να ιδούν εγώ το έλεός του! Πεδίον μεταξύ των δύο στρατοπέδων. ΕΔΓΑΡ Εδώ, πατέρα, 'ς την σκιάν εδώ φιλοξενήσου του δένδρου τούτου. Εύχου δετο δίκαιον την νίκην!

Χάσου, βρωμόκουκλα! τι εγώ δε φέβγω, δε σ' αφίνω να μας πατήσεις το καστρί, και να μας πάρεις στ' Άργος 165 τα τέρια μας· σου τάζω πριν πως θα σ' το πιω το αίμας

Και τα μεν άλλα τα αφίνω κατά μέρος, όταν όμως επήγα κάποτε εις την Σικελίαν, τον καιρόν που διέμενε εκεί ο Πρωταγόρας και έκαμνε εντύπωσιν και ήτο μεγαλίτερός μου, εγώ που ήμην νεώτερος του εις ολίγον διάστημα εισέπραξα πολύ περισσότερον από εκατόν πενήντα μνας, και από ένα μικρόν χωρίον, τον Ινυκόν, εισέπραξα άνω των είκοσι μνων.

Τότες τ' απάντησε ο γοργός γιος του Πηλέα κι' είπε 145 «Τ' Ατρέα ξακουσμένε γιε, πρωτάρχοντα Αγαμέμνο, καλά! Τα δώρα δώσ' μου αν θες, σαν που τεριάζει, ή κράτα, τ' αφίνω αφτό στο χέρι σου. Μον έλα ομπρός! στη μάχη αμέσως τώρα! Τι άπρεπο εδώ ν' αργολογούμε, να χάνουμ' ώρα· ατέλιωτη δουλειά μεγάλη ακόμα150

Άφησε δε και το ψεύδος και την έπαρσιν και την ιδέαν ότι είσαι καλλίτερος των άλλων διότι αν εισέλθης με όλα αυτά ποίον πλοίον με πενήντα κουπιά δύναται να σε χωρέση; ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ. Τα αφίνω λοιπόν αυτά, αφού ούτω διατάσσεις. ΜΕΝ. Αλλά και τα γένεια αυτά ν' αφήση, ω Ερμή, διότι είνε πυκνά και βαρειά, ως βλέπεις. Έχουν τουλάχιστον πέντε μνων τρίχας. ΕΡΜ. Καλά λέγεις- άφησε και αυτά.

ΣΤΕΦΑΝ. Έλα τώρα, δείξε μας το δρόμο, δίχως τόσες πολυλογίες. Τρίνκουλε, επειδή ο βασιλέας και όλ' η συντροφιά μας επνιγήκανε, εμείς τα κληρονομούμ' εδώ. Να, βάστα το φλασκί. Συντεχνίτη μου Τρίνκουλε, το ματαγεμίζουμε σε λίγο. Υγεία σ' αφίνω, αφέντη μουΤΡΙΝΚ. Το τέρας σκούζει, το τέρας μεθάει. ΚΑΛΙΜΠ. Καλάμια δεν σμίγω Για ψάρια πιλιό. Δεν πάω κάθε λίγο Για ξύλα, το ζω. Δεν τρίβω ταρμάρια.

Ιδέ τον σύμβουλον αυτόν της βασιλείας· ο κατεργάρης, 'ς την ζωήν του μωρολόγος, σοβαρός είναι, μυστικός, σπουδαιολόγος. Καιρός με σε να τελειώσω, Κύριέ μου. — Μητέρα μου, σου αφίνω πάλιν καλήν νύκτα. Δωμάτιον εις το ΚΑΣΤΕΛΙ Εισέρχονται ΒΑΣΙΛΕΑΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΓΥΙΛΔΕΝΣΤΕΡΝΗΣ και ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ

Καταλαβαίνω όμως ολοένα περισσότερο φίλτατέ μου, πόσον ανόητον είναι το να μετρήση κανείς τους άλλους κατά τον εαυτόν του. Και επειδή εγώ έχω τόσα πολλά να κάμω με τον εαυτόν μου, και η καρδία αυτή είναι τόσον ταραχώδηςαχ, ευχαρίστως αφίνω τους άλλους να πηγαίνουν το δρόμο τους, αρκεί μόνον να ήθελαν να με αφήσουν και εμένα. Ό,τι προ πάντων με ερεθίζει είναι αι ελεειναί πολιτικαί διακρίσεις.