Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σ' αφίνω υγιά πουλάκι μου, σ' αφίνω υγιά πουλί μου. Σ' αφίνω υγιά καρδούλα μου, και της ψυχής ψυχή μου. Εγνώρισες, Κυρά μου, το πόσο σ' αγαπώ; Ή θέλεις να τ' ακούσης να σου το μεταειπώ. Εγώ δεν αποσταίνω, αυτό το σ' αγαπώ, Χίλιαις φοραίς την ώρα εσένα να το ειπώ, Ωστόσο να ηξέρης το πόσο σ' αγαπώ Των αδυνάτων είναι σωστά να σου ειπώ.

Έλα! ας είναι! ας χύσω λίγο μέσα στ' άλλο σου το στόμα. ΤΡΙΝΚ. Στέφανε! ΣΤΕΦΑΝ. Τάλλο σου το στόμα μ' έκραξε! Θεέ μου, Θεέ, τούτος είναι δαίμονας, όχι τέρας. Του αφίνω γεια· με τον πειρασμό μη πολλά λόγια. ΤΡΙΝΚ. Αν είσαι ο Στέφανος 'γγίξε με, και μίλησέ μου· γιατί εγώ είμαι ο Τρίνκουλος·μη σκιάζεσαι, — ο καλός σου φίλος, ο Τρίνκουλος.

Σήμερον όμως έχω θέλησιν. Αφίνω τον κάλαμον επί στιγμήν· εγείρομαι, κάμνω δύο τρία βήματα εις το δωμάτιόν μου, πίνω έν ποτήριον ύδατος ψυχρού και διαυγούςαπό το φρέαρ της οικίας μου, σημείωσε, διότι το ύδωρ της πόλεως δεν πίνεται πλέονκαι αναλαμβάνω την εργασίαν μου, διότι αλλέως, αν σ' άφινα και αυτήν την εβδομάδα χωρίς επιστολήν, δεν ηξεύρω τι ήθελες μου ψάλει την επομένην.

Τότε είχα τις φωνές και τα κλάματα, και κοντά εις αυτά είχα να πληρώσω ακόμη και την θεραπείαν, και από τότε αφίνω κάθε όπλον αγέμιστον. Ω φίλτατέ μου, τι είναι η πρόνοια; Δεν μπορεί κανείς να μάθη να διαφεύγη τον κίνδυνον!

Ως τόσον σου αφίνω υγείαν, ω βασιλέα, ακολούθησεν αυτή κλαίοντας· εσύ χάνεις εις τον ίδιον καιρόν τα παιδιά σου και την μητέρα τους, και δεν θέλεις αξιωθή πλέον να μας ιδής με τα μάτια σου. Και έτσι λέγοντας, έγινεν άφαντη μαζί με τα παιδιά της.

Αφίνω τώρα το βωμό, και πρέπει να πεθάνω. Σφάχτε με, αλλά τίποτα δεν κάνετε με τούτο• εγώ το κάνιστρο κρατώ και τούτα τα κρυμμένα. ΙΩΝ Κ' αυτό δεν είναι πονηριά, με λόγια να με μπλέξη; ΚΡΕΟΥΣΑ Όχι! 'ς εσέναν' εύρηκα αγαπημένο φίλο. ΙΩΝ Φίλος σου εγώ, που θέλησες να με κρυφοσκοτώσης; ΚΡΕΟΥΣΑ Γυιός μου, αν είν' ο γυιός γλυκύς γι' αυτούς που τον γεννάνε.

Πάω τρίτη· πάλι το ίδιο. Δεν αρκεί που μας ετάιζεν όλα τα ρέπεια πράγματα· ήθελε και το λάδι να μας κόψη. Η φιλαργυρία και η απονιά συχαμερή αρρώστια του. Φυλάω κ' εγώ μιαν ημέρα που ήμουν στο τιμόνι, παίρνω τον Άγιο Νικόλα, τον δένω στο δοιάκι και το αφίνω μάρμαρο. Το καράβι άρχισε να γυρίζη σαν άμυαλο στη θάλασσα. — Μπρε Γιάννη! μου φωνάζει ο καπετάνιος. Ποιον άφηκες στο τιμόνι;

ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Δε βλέπετε ότι δυσκολεύει το άλλο και του κλέβει την τροφή του; Πίστεψέ με, και φρόντισε να σου το βγάλουν το γρηγορώτερο· θα βλέπετε καθαρώτερα με το αριστερό. ΑΡΓΓΑΝ Δεν είνε βιαστικό το πράγμα, υποθέτω. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Χαίρετε. Λυπούμαι πολύ που σας αφίνω τόσο γρήγορα· αλλά είνε ανάγκη να παρευρεθώ σ' ένα μεγάλο συμβούλιο που θα γίνη για κάποιον, που πέθανε χθες.

Όλους τώρα να τους αραδιάσω; Ας πάρουμε μόνο μερικούς από κείνους που βλέπω στο Άστυ τόνομά τους. Πολλοί πολλοί δεν είναι, το ξέρω· μα θα πληθαίνουν. Αφίνω πια όσους τώρα γράφουν ή γράψανε στίχους στα τελεφταία τα χρόνια.

«Τον εργαλειό μου με όλα τα σύνεργα του, ροδάνι, ανέμη, ρόκα, καθώς και το ασημένιο μου αδράχτι, αφίνω εις όποιαν από τας τρεις εγγονάς μου ημπορέση να υφάνη τακτικά και νοικοκυρίσια τρία δάκτυλα λεπτό βαμβακερό πανί, χωρίς ούτε μια φορά να κοπή η κλωστή.