United States or Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έπεσε πληγωμένος από τα ξίφη των κατοίκων των Δελφών και του ξένου που ήλθεν από τας Μυκήνας. ΧΟΡΟΣ Ε, ε! Τι θα γίνης τώρα, γέρον! Μην αφήνεσαι να πέσης!... Κρατήσου!... ΠΗΛΕΥΣ Δεν είμαι τίποτε πλέον. Εχάθηκα. Δεν έχω πλέον φωνήν. Τα μέλη μου παραλύουν. ΑΓΓΕΛΟΣ Άκουσε, αν θέλης να εκδικήσης τους ιδικούς σου, και κράτησε τας δυνάμεις σου.

Μόν’ ένας δεν εστέναξε, δε δάγκασε τα χείλια, Δε χτύπησε τα στήθια του μ’ απελπισιά και θλίψη, Μόνο της Χήρας το παιδί, μόνον ο Γυιός της Χήρας, Που κοίτονταν στη φυλακή, στα σίδηρα ριγμένος, Και τον κρατούσαν εκατό, τον φύλαγαν διακόσιοι, Γιατ’ είταν άξιος κι’ ώμορφος, γερός και παλληκάρι, Κι’ αμ’ άκουσε της Κορασιάς το ξακουστό τραγούδι, Πο την αγάπη την πολλή, πο τον πολύν τον πόθο, Τα δυνατά του έβαλε με την καρδιά του όλη, Έγεινεν εκατό φορές πλειο δυνατός ακόμα, Ετσάκισε τα σίδηρα, που είτανε ριγμένος, Ξεμόχλεψε της φυλακής της σιδερένιες θύρες, Πρόντησε τους φυλάκους του, σα λαφιασμένα γίδια, Που τρέχουν τα βουνόπλαγα λυκοκυνηγημένα, Και ρίχτηκε όξω λεύτερος, σαν άγριο λιοντάρι.... Σιάστηκε και στολίστηκε κι’ έβαλε τ’ άρματά του, Και κίνησε χαρούμενος και κίνησε τρεχάτος, Να πάη να βρη την Κορασιά, να βρη τη Ρηγοπούλα, Που γύρευε άξιον κι’ ώμορφο, γερόν και παλληκάρι, Να τον θελήση, γι’ άντρα της, γυναίκα να την πάρη.

α’ ΥΠΗΡ. Πήγαινε συ. Από ξαντό κ' από αυγού ασπράδι εγώ θα κάμω αλοιφήν ν' αλείψω ταις πληγαίς του. Να ελεήσουν οι θεοί τον άτυχον τον γέρον! Εξέρχονται εκατέρωθεν. Εξοχή άδενδρος. Καλλίτερα η τύχη μου η καταφρονημένη παρά η καταφρόνησις με ψευτοκολακείαν! Της Μοίρας τ' απορριξιμιό, όσον βαθειά κι' αν πέση, δεν έχει τι να φοβηθή κ' ενόσω ζη ελπίζει.

Προξενητάδες πέζευαν στον Πύργο καθεμέρα Της Κόρης της πεντάμορφης, της ξακουσμένης Κόρης, Άλλοι σταλμένοι απ’ άρχοντες, κι’ από ρηγάδες άλλοι, Και προξενιές της φέρνανε και τη ζητούσαν νύφη Για ζηλευτά ρηγόπουλα, για πρώτους αφεντάδες, Κι’ εκείνη πάντα αρνώντανε το λόγο της να δώση, Κι’ ουδέ ρηγόπουλο ήθελε, κι’ ουδέ κανέν’ αφέντη, Αλλ’ ήθελε άξιον κι’ ώμορφο, γερόν και παλληκάρι, Που να μην έχη ταίρι του σ’ όλη την οικουμένη, Στη δύναμη, στην ωμορφιά και στο γλυκό τραγούδι, Και μαραμένοι γύριζαν όλ’ οι προξενητάδες, Χωρίς την αρραβώνα της την πολυζηλεμένη.

Σε εξορκίζω, ω γέρον, και σε ικετεύω πεσμένη εις τα πόδια σουδιότι δεν μου επιτρέπεται με το χέρι μου να εγγίσω το αγαπημένον σου πρόσωπονσώσε μας, διά το όνομα των θεών. Άλλως θα αποθάνωμεν και αυτό θα είναι δυστυχία μεν δι' ημάς, αίσχος δε διά σας. ΠΗΛΕΥΣ Σας διατάσσω να λύσετε τα δεσμά, πριν κανείς σας μετανοήση, και ν' αφήσετε ελεύθερα τα χέρια της.

Ειπέ μου συ, ποία δίκη απεφάσισε να σου δέσουν τα χέρια και να σε οδηγήσουν εδώ με το παιδί σου; Φέρεσαι προς το θάνατον ως προβατίνα με το αρνί της, ενώ εγώ δεν είμαι παρών ούτε ο σύζυγος σου. ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Καθώς βλέπεις, ω γέρον, αυτοί με οδηγούν να αποθάνω μαζί με το παιδί μου.

Είναι άνθρωπος φοβεράς ρώμης, άναξ, άνθρωπος όστις συστρέφει τον λαιμόν των ταύρων τόσον ευκόλως, όπως συστρέφει άλλος ένα μανιτάρι. — Μα τον Ηρακλέα! ανέκραξεν ο Νέρων, του θνητού, όστις έπνιξε τον Κρότωνα αξίζει να στηθή ο ανδριάς. Αλλά πλανάσαι ή πλάττεις μύθους, γέρον, καθότι ο Κρότων εφονεύθη διά τραύματος μαχαίρας υπό του Βινικίου.

ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Και είναι πολύ οδυνηρά τα δάκρυα της μητρός, ήτις χάνει τα τέκνα της. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Συ δε, γέρον, πόθεν έμαθες ταύτα ; ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Ηρχόμην φέρων προς σε ΔΕΥΤΕΡΑν επιστολήν κατόπιν της πρώτης, την οποίαν είχες λάβει. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Επιστολήν ίνα έλθω ή ίνα μην έλθω φέρουσα την κόρην μου προς θάνατον; ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Ίνα μη την φέρης• διότι τότε είχεν επανέλθει ο σύζυγος σου εις τον ορθόν νουν.

Ο Αμλέτος μανιακός εφόνευσε τον γέρον Πολώνιον, κ' έσυρε το σώμ' απ' το δωμάτιον της μητρός του· θα πάτ' ευθύς να τον ευρήτε μ' εύμορφον τρόπον, και θα φέρετε το πτώματο παρεκκλήσι· ω φίλοι, μην αργοπορήτε.

Αυτά 'πε, και ο Τηλέμαχοςτον κλήδονα εχάρη• 35 και αμ' εσηκώθη, πρόθυμος να πάρη ευθύς τον λόγο, 'ς την μέση τους• και του 'βαλε το σκήπτρον εις το χέρι ο κήρυκας Πεισήνορας, γνώσες και νου γεμάτος. και προς τον γέρον έστρεψε τον λόγο πρώτα κ' είπε•