Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Ιουνίου 2025
Το δωμάτιο ήταν σχεδόν σκοτεινό, αλλά θυμάμαι ότι, μόλις κάποια πόρτα άνοιγε, το κόκκινο πάτωμα γυάλιζε σαν να το είχαν πλύνει με αίμα. Περίμενα ώρα πολλή. Επιτέλους ο λιμενάρχης επέστρεψε. Ήταν με τη σύζυγό του, σωματώδη όπως εκείνος, καλόκαρδη όπως εκείνος. Έμοιαζαν με δυο τεράστια μωρά∙ γελούσαν δυνατά. Η κυρία άνοιξε τις πόρτες για να με δει καλύτερα. Εγώ έβηχα και χασμουριόμουν.
Βιάζεσθε τόσο πολύ, ώστε για να τρέξω, έσπασα το κεφάλι μου στην κώχη ενός φύλλου του παραθυριού. ΑΡΓΓΑΝ Αχ! κακούργα! ΑΡΓΓΑΝ Είνε . . . ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αααάχ! ΑΡΓΓΑΝ Είνε μια ώρα . . . ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αααάχ! ΑΡΓΓΑΝ Μ' άφησες . . . ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αααάχ! ΑΡΓΓΑΝ Σώπαινε λοιπόν, πανούργα, να σου τα ψάλω. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Έχετε δίκηο, μα την αλήθεια, να μου τα ψάλετε ύστερα απ' αυτό που έπαθα!
Λέγει η Αλουπού· θυμούμαι, Αν στο νου μου δε γελιούμαι, Κάπου εδώ κοντά σημάδι Εχω ιδή από πηγάδι· Και σα θέλεις λίγον κόπο Κάνομε ως αυτόν τον τόπο, Μήπως τύχη και το βρούμε, Και χωρτάτα δροσιστούμε. Συνοδιά το δρόμο παίρουν, Και αρκετή ώρα γύραις φέρουν· Τελοσπάντων πιτυχαίνουν, Κι' ευχαριστημένοι μένουν.
Στριφογύρισε λίγο σαν σβούρα με το χέρι στο σβέρκο και έπεσε μακριά από το μέρος όπου μου είχε επιτεθεί…. Πίστεψα πως το έκανε επίτηδες…. Περίμενα…. περίμενα… να σηκωθεί…. Έπειτα μ’ έλουσε κρύος ιδρώτας….. αλλά δεν μπορούσα να το κουνήσω από τη θέση μου…. Νόμιζα πάντα πως το έκανε στα ψέματα….. Και κοίταζα… κοίταζα… Έτσι πέρασε πολλή ώρα.
Δεν τάκουγα πια. Ξύπνησα την ίδια στιγμή κι άρχισα αμέσως να μετρώ. Μετρούσα και στέκουμουν και δεν τολμούσα. Είταν η ώρα μια το πρωί. Εκεί που κοιμούμουν ήσυχα, δεν ξέρω πώς, μου κατέβηκε μια υποψία, ορμητικά, σαν ταστροπελέκι. Και τώρα, με τα μάτια ανοιχτά, πολεμούσα και δεν μπορούσα να τελειώσω το λογαριασμό μου. Θα πάρω χαρτί να τα σημειώσω. Στάσου να διούμε. Η αδερφή μου. Ο άντρας της· δυο.
Το κάτω κάτω της Γραφής θα εξεθύμαινεν αύτη επί των μαύρων πλευρών της Ευαγγελιστρίας ή επί του φεσίου του πλοιάρχου της. Αλλ' εν ώρα ανεμώδει και κελαινή τρικυμία μετά δέους οι ναύται περιίσταντο άναυδοι και ευπειθείς, δειλοί μη τυχόν λέξις τις αυτών άκαιρος προσκρούση εις του καπετάν Κωνσταντή το κτηνώδες ένστικτον, όπερ διόλου δεν ήτο παράδοξον να τους πνίξη καμμίαν ημέραν «έτσι στα χορατά!»
Σκάρωσε δουλειά μεγάλη μαζί τους, να σηκώση, άμα το φέρη η ώρα, τη σημαία της αρχαίας θρησκείας και να γλυτώση τον κόσμο. Το περίεργο είναι που ο Ιεράρχης ο Γρηγόριος, μαθητεύοντας τότες κι αυτός και παρατηρώντας τους τρόπους του, δε δυσκολεύτηκε να διακρίνη τους στοχασμούς του. « Σα να τονέ μυρίστηκα» λέει σ' έναν του λόγο «από ταλλοιώτικά του φερσίματα.
Μήπως είχε, τουλάχιστον, βοήθειαν από κανένα; Εκ των δύο υιών του, ο νεώτερος, ο Δημήτρης, καλή του ώρα, υπηρετούσεν, ας είχε ζωή, εις το Βασιλικόν Ναυτικόν. Καλά ναυτικά ήθελε μάθει! Ο άλλος, ο Αποστόλης, ο μεγαλείτερος, έλειπε χρόνια εις τους ωκεανούς. «Ούτε γράμμα, ούτε απηλογιά». Προ τριών ετών είχε μάθει ότι ήτο με έν αγγλικόν ατμόπλοιον ναύτης, και ότι περνούσε για Ιταλός.
Α’ ΓΥΝΗ Και αν σε κοροϊδέψει κι' ο Νεοκλείδης ο τσιμπλής, τι θα του ειπής; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Να στέψη και σαν μπορή ευκόλως, ας διακρίνη τη μεριά πουν' του σκυλλιού ο κώλος. Α’ ΓΥΝΗ Και αν σου φτιάσουν την δουλειά; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Τι λόγος! να δα η ώρα! θα το δεχτώ• όσο γι' αυτό είμαι δασκάλα τώρα! Α’ ΓΥΝΗ Κι' αυτό δεν το σκεφθήκαμε: Αν έλθουν οι τοξόται και σε μαλλιοτραβήξουνε, σαν τι θα κάμης τότε;
Η μεγάλη επιτυχία του «Οδοιπορικού» ενίσχυσε παρά τω νεαρώ μεταφραστή τον πόθον ν' αφοσιωθή εις τα γράμματα και να ζήση εν Αθήναις, εφ' όσον δ' επλησίαζεν η ώρα της εις Ρουμανίαν επανόδου, ήρχισε να τον καταλαμβάνη τοιαύτη μελαγχολία, ώστε οι γονείς, λυπηθέντες αυτόν, του επέτρεψαν ν'ακολουθήση την οδόν, ην του εδείκνυεν η φύσις.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν