United States or Cuba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όχι, όχι! ανέκραξεν ο Καίσαρ, θα τους ανοίξω τους κήπους, θα τους διανείμω άρτον. Ευχαριστώ, Πετρώνιε. Θα δώσω αγώνας. Και τον ύμνον αυτόν, τον οποίον σας έψαλα απόψε, θα τον ψάλω δημοσία. Ειπών αυτά, έθηκε την χείρα επί του ώμου του Πετρωνίου και, μετά τινα σιγήν, ηρώτησενΈσο ειλικρινής· πώς σου εφάνη; — Ήσο άξιος του θεάματος, όπως το θέαμα ήτο άξιον σου! απεκρίθη ο Πετρώνιος.

Βιάζεσθε τόσο πολύ, ώστε για να τρέξω, έσπασα το κεφάλι μου στην κώχη ενός φύλλου του παραθυριού. ΑΡΓΓΑΝ Αχ! κακούργα! ΑΡΓΓΑΝ Είνε . . . ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αααάχ! ΑΡΓΓΑΝ Είνε μια ώρα . . . ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αααάχ! ΑΡΓΓΑΝ Μ' άφησες . . . ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αααάχ! ΑΡΓΓΑΝ Σώπαινε λοιπόν, πανούργα, να σου τα ψάλω. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Έχετε δίκηο, μα την αλήθεια, να μου τα ψάλετε ύστερα απ' αυτό που έπαθα!

Μοναχοί μας θάμαστε... Κανένας γραμματισμένος δεν είνε για να μας γελάση.... Η αγιωσύνη σ' βρίσκεις τον ήχο του μπάρμπα Φιλιππή, κ' εγώ του λέω τα λόγια όσα θυμούμαι. Νάξερα από μέσα απ' το χαρτί να διαβάσω, θαρρώ πώς δε θα ήτον αμαρτία να ψάλω και μοναχή μου. Ως τόσον επλησίαζε μεσονύκτιον, και δεν ήτον ελπίς να έλθη πλέον ο μπάρμπα-Κωνσταντός, ο τρίτος πάρεδρος.

Μετά είκοσι λεπτά ο Γούμενος επαρουσιάσθη. Είτε η ψαλμωδία μας τον εξύπνησεν, είτε ήθελε να εξυπνήση. Επλησίασα προς την πύλην του ιερού την βορείαν και του εξηγήθην·Πάτερ, διά να μαζωχθή ο κόσμος και να ζεσταθή, εκρίναμεν καλόν ν' αρχίσωμεν τον « Πολυέλεον», χωρίς να σας βιάσωμεν εις τίποτε. Πιστεύω ότι δεν ηνωχλήθητε. — Καλά, καλά. Τέλος ηξιώθην να ψάλω το «Πεποικιλμένη» και τούτο αρκεί.

Και έκτοτε ο μπάρμπ’-Αλέξης ο Καλοσκαιρής ωρκίσθη να μη παραβή επί ζωής του τους περί ναυτιλίας νόμους, και να μη συνταξειδεύση πλέον με τον Γιάννην τον Πανταρώταν. Είχα τάξιμο να υπάγω στην Κεχριάν να ψάλω το «Πεποικιλμένη». Από χρόνων δέκα κεδέν είχα επισκεφθή την Παναγίαν την Κεχριάν. Και παρημέλησα το τάξιμόν μου, και δεν απεφάσιζα να υπάγω.

Αυτός δε-—διότι πλέων πλησίον του πλοίου ήκουα πάντα τα λεγόμενα επ' αυτούΑφού ελάβετε αυτήν την απόφασιν, είπεν, αφήσατέ με τουλάχιστον να στολισθώ, να ψάλω ένα θρήνον προς τον εαυτόν μου και να πέσω μόνος μου εις την θάλασσαν. Οι ναύται του έδωκαν την άδειαν, αυτός δε, αφού έψαλε κάτι πολύ συγκινητικόν, έπεσεν εις την θάλασσαν διά να πνιγή.

Και ίσα ίσα ά δεν ερχόσουνα εσύ, θ' αναγκαζόμουνα να σε ζητήσω εγώ για να σου τα ψάλω. Από μένα παράπονα, κύριε εργοστασιάρχη; Φ1ΝΤΗΣ Η δουλειά στο εργοστάσιο μένει ολοένα πίσω.