Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025
Κι όσο θα τραβούμε μπροστά, τα δέντρα θα γίνουνται πυκνότερα, τα φύλλα τους χοντρή μάζα που δε θα την περνά ο ήλιος, το χορτάρι ψηλό ως το γόνα. Και θ' ανασηκώσης τότε το φορεματάκι σου με τ' αριστερό σου χεράκι, και μέσα στο μυστήριο και στη βαθειά σιγαλιά του δάσους, θα φανή πιο μεθυστική και πιο καλοπλασμένη η στρογγυλή σου γάμπα με τη μεταξωτή μαύρη κάλτσα σου.
Παρέκει άλλο ερχόταν από μακριά ψηλό, φουσκωμένο, ακράτητο, ανεμοκυκλοπόδης πολεμιστής με τη φαρέτρα του γεμάτη από φαρμακερά βέλη, με την ψυχή μεστωμένη από πύρινο θυμό, ανυπόμονος να κάμη και να δείξη, θέλοντας να σκορπίση σκόνη τον εχθρό του.
Τα μάτια του ήτανε καρφωμένα απάνω στο ψηλό παραθυράκι, που τον περίμενε η Ταρσίτσα χρόνια και χρόνια. «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται!..» Ύστερα η φαντασία σβυνότανε απ' τα μάτια της, τα δένδρα, τα σπίτια, τα λιακωτά, τριγυρίζανε πάλι και πνίγανε το μικρό σπιτάκι και κρύβανε τον μεγάλο, τον πλατύ δρόμο με τον ήσκιο του απονύχτερου διαβάτη. Μα η Ταρσίτσα δεν απόκανε να περιμένη.
Έν' απ' αυτά ψηλό, νευρωμένο κι άγριο άγριο, με μαλλί δασύ και σταχτερό σαν το θαμπό φως της αυγής, χύθηκε απάνω τους ίσα, ανοίγοντας τα σαγόνια του, πετώντας όξω κόκκινη φωτιά τη γλώσσα του και τα κοφτερά δόντια του. — Τι το φυλάτε, μωρέ, και δε το σκοτόνετε, φωνάζει, κ' ένας στρατιώτης σηκόνει τον κόπανο, του καταφέρνει μια και τ' ανοίγει σε δυο το κεφάλι.
Το αηδόνι πήδησε πάλι στο ψηλό του κλαδί και σώπασε. Όταν ήρθε η αυγούλα, η όμορφη χήρα ήτανε ακόμα ξαπλωμένη στη ρίζα του κυπαρισσιού. Και δεν ξύπνησε πια. Ανοίξανε ένα λάκκο δίπλα στον άλλο και τη βάλανε να κοιμηθή κοντά στον καλό της. Το ψηλό κυπαρίσσι σαλεύει λυπητερά πάνω στα ζευγαρωτά τα μνήματα.
«Καβάλλα απάνω σ' ένα γερό, ώμορφο και ψηλό άλογο, και κουκουλωμένος με μια μεγάλη καππότα, έμπαινα με μεγάλη χαρά στα πολυπόθητα σύνορα του χωριού μου, ύστερα από νυχτοπερπάτημα δέκα πέντε ωρών, δρόμο δέκα πέντε μερών και ξενιτειά δέκα πέντε χρονών, μακρυά, πολύ μακρυά, σε ξένα σύνορα και σε ξένα βασίλεια....
Ενώ συζητούσανε γι' αυτό το σπουδαίο θέμα, περιμένοντας πάντα την Κυνεγόνδη, ο Αγαθούλης παρατήρησε ένα νεαρό θεατίνο στην πλατεία του Αγίου Μάρκου, που κρατούσε στο μπράτσο του μια κοπέλλα. Ο θεατίνος φαινότανε πολύ δροσερός, παχουλός, δυνατός. Τα μάτια του λάμπανε, το ύφος του ήτανε όλο πεποίθηση, το ανάστημά του ψηλό, το βάδισμά του περήφανο.
Έβγαινε απάνω στο ψηλό παράθυρο και κύτταζε μακρυά το περιβόλι με τα μεγάλα δένδρα, τα λουλούδια και τις λίμνες, που είχε αντικρύσει, κρυμμένη κάτω από τη φτερούγα του κύκνου, το ωραίο βασιλόπουλο.
Και η καπετάνισσα παντρεύθη ένα ραβδί και περπατεί τις στράτες. Περνάει από κάτω από το σπίτι το ψηλό και καίγετ' η καρδιά της. Περνάει από τα μαγαζιά του λιμανιού, που είναι κρεμασμένη η ζωγραφιά του κανακάρη της, κι' αναστενάζει θλιβερά. Περνάει κι' απ' την αμμουδιά, που τραγουδούνε τα κορίτσια το τραγούδι της Λενιώς, και βουρκώνουν τα μάτια της.
Οι άγριοι κρωγμοί των τάχα απασχολημένων κορακιών έρχονταν ευχάριστα ημερωμένες απόνα σε μικρήν απόσταση ψηλό ισκιερόν άλσος φτελιών και σε διαλείμματ' ακούονταν η φωνή παιδιού που έδιωχνε τα πουλιά από τα νιόσπαρτα χωράφια. Το γαλάζιο φόντο είχε χρώμα βαθιά ultramarine.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν