Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Και οι εχθροί θα πούνε «Να εκείνος που δεν ήθελε ο ίδιος να πεθάνη και ζη μιαν άτιμη ζωή, αφού από ανανδρία έδωσε την γυναίκα του στον τόπο του. Είναι άνδρας αυτός, που τώρα εχθρεύεται και τους γονείς του ακόμη, γιατί δεν εδεχθήκανε για κείνον να πεθάνουνΑυτήν την φήμη εκέρδησα εκτός από την λύπη. Γιατί λοιπόν καλλίτερα να ζω, αφού θ' ακούω τα λόγια τα φαρμακερά κοντά στη συμφορά μου;

Εάν τιμήσης ήρωα Μ' αυτά προσμένει ο τάφος Το σώμα του, προσμένουσιν Οι ουρανοί το στίφος του Και τ' όνομά του. Στροφή Α Εγύρισε ταις πλάταις του· Φεύγει, φεύγει ο προδότης· Αλαμπή σέρνει τ' άρματα Φαρμακερά, το στήθος του Έγινεν άδης. Τον Σταυρόν και τους Έλληνας Άφησ' οπίσω, εξάπλωσεν Αδελφικώς την χείρα τουτους Τούρκους, κ' επροσκύνησε Βάρβαρον νόμον.

Αυτή μου η απάτη ωστόσο καταντάει Σε πράμμα που με θλίβει, φαρμακερά κεντάει· Ευτύς οπού γνωρίσω το λάθο μου, αρχινούν Τα διο μου μάτια βρύσες τα δάκρια ν' απολνούν, Με πλήθος θρήνους τότε και μ' αναστενασμούς, Με της ψυχής αγώνες, σκληρούς περιορισμούς, Τα άνθια παραγγέλω, πουλάκια και φυτά, Και όσα ν' απαντήσω, παρακαλώ κι αυτά· Μυρουδικά λουλούδια, λιβάδια δροσερά, Τη Χλόη μου αν ιδήτε εδώ καμμιά φορά, Τον πόνο μου να ειπήτε σ' αυτή και τους κλαϋμούς.. Αχ! όχι μη της πήτε, παρά χαιρετισμούς.

Εν πρώτοις αντετάχθησαν κατ' αυτών τα δραστικώτατα των δηλητηρίων, ο φωσφόρος, ο στρύγχνος, η κανθαρίς και το αρσενικόν, και αι παντός είδους και πάσης εφευρέσεως μυάγραι. Ταύτα όμως μόνον κατά τας πρώτας ημέρας απεδείχθησαν κάπως χρήσιμα, τάχιστα δε εδιδάχθησαν τα πονηρά ζώα να δυσπιστώσι προς τα φαρμακερά καταπότια και να διαφεύγωσι τας τεχνικωτάτας παγίδας.

Γελάσατε αν θέλετε με την απλότητα του καλού τούτου ανθρώπου, εμπαίξατε τας ανακαλύψεις του, αλλά, προς Θεού, μη ζητείτε να τον στείλητε εις την φυλακήν ως υβρίσαντα τα αξιότιμα ταύτα φαρμακερά ζώα, διότι τούτο ήθελεν είναι ασυνειδησία.

Παρέκει άλλο ερχόταν από μακριά ψηλό, φουσκωμένο, ακράτητο, ανεμοκυκλοπόδης πολεμιστής με τη φαρέτρα του γεμάτη από φαρμακερά βέλη, με την ψυχή μεστωμένη από πύρινο θυμό, ανυπόμονος να κάμη και να δείξη, θέλοντας να σκορπίση σκόνη τον εχθρό του.

— Ε, και το φίδι; ηρώτησεν ευθύμως ούτος, μόλις εισερχόμενος. Ω, το φίδι! Βέβαια, το είδεν η Σμάλτω και υπέμεινε την επήρειάν του παράποτε σήμερον! Το φίδι, το οποίον δεν ηξεύρει μόνον να συρίζη αλλά και να δαγκώνη, φαρμακερά να δαγκώνη, όταν εύρη ευκαιρίαν! Με αυτάς τας σκέψεις η Σμάλτω διήρχετο τας ημέρας και τας νύκτας της. Αλλά δεν ηδύνατο να διατηρηθή επί πολύ αυτή η κατάστασίς της.

Τα διάλεξε σαγίταις, Δοξάρια τρομερά, Μ' αυτά καρδιαίς πληγόνει Σκληρά, φαρμακερά. Αλοίμονον σ' εκείνον Οπού να καυχηθή, Σε ταύτα ν' αντικρύση Χωρίς να πληγοθή. Ευτύς ο έρως τότες Μ' ακράτητην οργή, Θανατερή του ανοίγει Στα αστήθια την πληγή.

Πού να τον 'πω τον πόνο μου, πού να τον απορρίξω; Να τον ειπώ 'ςτά τρίστρατα, τον παίρνουν οι διαβάταις, Να τον αφήσω 'στά κλαριά, τον παίρνουν τ' αγριοπούλια!... Κι' αν κλάψω, τα φαρμακερά τα δάκρυα πού να πέσουν; Αν πέσουνε, 'ςτή μαύρη γη, χορτάρι δε φυτρώνει, Αν πέσουνε 'ςτόν ποταμό, ο ποταμός θα στύψη, Αν πέσουνε 'ςτή θάλασσα, πνίγονται τα καράβια, Κι' αν τα βαστάξω 'ςτήν καρδιά, με καίν', με φαρμακώνουν Αναθεμά σε, ξενητειά, με τα φαρμάκια πώχεις!

Κ ώ σ τ α ς Ίσως· τώρα στα τελευταία είχα πηα βαρεθή να ζω, όπως εζούσα και όπως ζουν οι άνθρωποι, που βλέπουν κλεισμένη μπροστά τους κάθε πόρτα και κάθε δρόμο σωτηρίας. Παντού απόπου κι' αν επέρασα άφηκα πίσω μου ερείπια. Παντού όπου το πόδι μου επάτησε, είχαν φυτρώσει αγκάθια φαρμακερά, που πλήγωναν και μένα και όλους τους δικούς μου.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν