Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025
Μα αιστάνθηκα πως το χαμόγελό μου μεταμορφώθηκε σε μορφασμό και δεν περίμενα ούτε να μου απαντήση. Ξακολούθησα να πηγαίνω πέρα δώθε με το ρολόγι στο χέρι, σα να ήθελα να τρέξω πριν από τον καιρό κι όταν έφτασε τέλος το αμάξι, είμουνα βέβαιος πως είταν αργά πια.
Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ — Αλλοίμονο. Πεθαίνει, γιατρέ μου. Κύριε Τάσσο μου. Πεθαίνει η καλή γυναίκα. Η φωνή της σβύστηκε. Το χέρι της αργοκινάει ακόμη, το χέρι της σα να σε γυρεύη. Εσένα γυρεύει, κύριε Τάσσο μου. Φύγε εσύ αποδώ. Μην ακούς Τάσσο. Κάθισε. Εγώ θα πάω να ιδώ. ΦΛΕΡΗΣ — Όχι, δεν με κρατάτε. Τώρα καταλαβαίνω. Τώρα! Αφίστε με. Αφίστε με να τρέξω σιμά της. Βγάλτε τα χέρια σας από πάνω μου.
Κατέβαινα κάτω στο γιαλό, κάτω στη μοναξιά, για να φωνάζω τόνομά σου, για να πιστέβω πως είσαι κοντά μου, για να ξέρω πως υπάρχεις. Σ' ό τι νησί κι αν είμουν, είχα πάντα βία να φύγω. Γρήγορα γρήγορα να πάω! Ίσως στάλλο το νησί καλήτερα θα είναι· ίσως θα κάμω καλήτερη δουλειά. Πήγαινα και πάλι έλεγα τα ίδια κ' ήθελα πάλε να τρέξω αμέσως αλλού.
Μον στάσου, μια γουλιά κρασί θα τρέξω να σου φέρω, πρώτα του Δία μια σταλιά και των θεών των άλλων να στάξεις, κι' έπειτα να πιεις κι' εσύ να συνεφέρεις. 260 Γιατί ανασταίνει τα κρασί ξανά τους κουρασμένους, όπως κι' εσύ κουράστηκες βοηθώντας τους δικούς σου.»
Εκεί δε οπού τόσην ώραν αναιβοκατέβαιναν τα δύο διάβροχα ιστία, μόνον τα μεγάλα και φουσκωμένα κύματα εσάλευαν πλέον, ωθούμενα προς τα έξω και συγκλονίζοντα την Βγέναν την καπετάνισσαν ως οικτρόν ναυάγιον να την ρίψουσι, θαρρείς, προς τους βράχους. — Θα τρέξω κάτω, παπά μου! Είπεν έκφρων η Βγένα η καπετάνισσα.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ Λες για το γυαλί; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Βέβαια. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Και με τούτο τι; ΣΩΚΡΑΤΗΣ Ω, μα της Χάριτες! σοφόν! ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Τι; ποιο; ΣΩΚΡΑΤΗΣ Πώς σε μια δίκη. όπου δε είναι μάρτυρες μπροστά, την καταδίκη θα εμποδίσης; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Εύκολα κι' αυτό μπορεί να γίνη ΣΩΚΡΑΤΗΣ Για λέγε το. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ θα σου το ειπώ. Μια δίκη μόλις μείνη προτού εγώ να δικασθώ, θα τρέξω και θα κρεμασθώ.
Βιάζεσθε τόσο πολύ, ώστε για να τρέξω, έσπασα το κεφάλι μου στην κώχη ενός φύλλου του παραθυριού. ΑΡΓΓΑΝ Αχ! κακούργα! ΑΡΓΓΑΝ Είνε . . . ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αααάχ! ΑΡΓΓΑΝ Είνε μια ώρα . . . ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αααάχ! ΑΡΓΓΑΝ Μ' άφησες . . . ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αααάχ! ΑΡΓΓΑΝ Σώπαινε λοιπόν, πανούργα, να σου τα ψάλω. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Έχετε δίκηο, μα την αλήθεια, να μου τα ψάλετε ύστερα απ' αυτό που έπαθα!
Ήτον είς μικρός βοσκός με την κάππαν του, με την στραβολέκαν του, και με δέκα αίγας, τας οποίας ωδήγει. Μου εφώναξεν ότι ο πατήρ μου με ανεζήτει ανήσυχος, και, να τρέξω, να φθάσω ταχέως εκεί κάτω . . . Δεν ενόησα τίποτε από το μαντικόν όνειρον. Αργότερα εδιδάχθην από εγχειρίδιον Μυθολογίας ότι η Αμαδρυάς συναποθνήσκει με την δρυν, εν η ευρίσκεται ενσαρκωμένη . . .
Είπε, κι' εκείνος έστρεξε, ο γιγαντένιος Αίας, και λέει του συνονόματου διο φτερωμένα λόγια 365 «Αδρέφι, οι διο σας τώρα, εσύ κι' ο άξιος Λυκομήδης, βαστάτε εδώ και δίνενε καρδιά στα παλικάρια να πολεμούν μ' απόφαση, κι' εγώ θα τρέξω πέρα ναν τους βοηθήσω στη σφαγή· μα πάλι θα γυρίσω γλήγορος σαν τους σώσω πριν και φόβο πια δεν έχει.»
ΠΑΤΕΡ ΙΩΑΝΝΗΣ Ευθύς τον φέρνω. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Μόνος μου θα τρέξω εις το μνήμα. Η Ιουλιέτα ξυπνητή θα ήναι εις τρεις ώραις. Θα έχη εναντίον μου παράπονον μεγάλον, πως ο Ρωμαίος είδησιν ακόμη να μη λάβη. Αλλά θα στείλω γράμματα ‘ς την Μάντουαν και πάλιν, κ' έως να έλθη ο άνδρας της την κρύπτω ‘ς το κελλί μου. Καϋμένον πτώμα ζωντανόν, με τους νεκρούς θαμμένον!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν