Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Ιουνίου 2025


Μοναχά το βράδυ βράδυ, Σίντα βασιλεύει ο ήλιος, σίντα ανάβονται τ' αστέρια, Απ' του Κάστρου τα βουλίδια κι' από τα χαλάσματα Λεν πως βγαίνει ασπροντυμένη, σαν Στοιχειό, σαν Φάντασμα. Τι νάνε η λαμπερή φωτιά μέσ' 'ς το βουνό το πέρα Πού πότε πότε ανάβεται και πότε πότε σβυέται; — Αυτήν την ώρα οι πιστικοί τα πρόβατα σκαρίζουν.

Ή μηγαρίς το ίδιο δεν παρατηρούμε και σε πολλά φυτά και δέντρα που σα δε μεταφυτευτούνε ή σα δε μπολιαστούνε, μένουν αρρωστιάρικα, άχυμα κι άκαρπα κούτσουρα στα χωράφια τους μέσα; Η ωφέλεια που φέρνει σε μια φυλή το ξένο το στοιχείο είνε φυσιολογική αλήθεια που την απόδειξε κατά πλάτος και κατά φάρδος η τωρινή φυλήεπειδή φυλή πια είναι σήμερατων Αμερικανών.

Τέλος βαθύ μούγγρισμα στην άβυσσο αντήχησε και η θάλασσα εσήκωσε πελώριο κύμα καταπάνω μας. Το καΐκι επέταξε γοργόφτερο εμπρός. Και αμέσως μέγα κήτος εφάνηκε να πιάνη από άκρη σε άκρη τον κόρφο. Ήταν το γιούσουρι. — Να ιδώ! κ' εγώ να ιδώ!... Τρέχουν όλοι στην πρύμη να γνωρίσουν το στοιχειό. Το βλέπουν σκοτεινό κορμί και σταυροκοπούνται φοβισμένοι. — Εμπρός! λέγω στον καπετάν Στραπάτσο.

Κι' όσα δε βλέπομε, είνε τα περισσότερα». Και σαν άκουγε το παρανόμι του έλεγε μέσα του περήφανος: «Στοιχειό και με τα στοιχειά ζω...» Ο Στρατής στη μοναξιά του είχε τους καλύτερους συντρόφους του κόσμου. Και πώς αλλοιώς; Άνθρωπος δε στάθηκε που να μπορή να ζήση μοναχός του. Ούτε τα στοιχειά, ταληθινά στοιχειά.

'Ψηλάτο Νεραϊδόρρεμμα, που από το βράχο απάνου Πέφτει αφρισμένο το νερό και σκούζει και βογγάει Και φκιάνει λίμνη και γιαλό, και θεριωμένο εκείθε Πηδάει ταις πέτραις σαν στοιχειό και χάνεται 'ςτά πεύκα, Εκεί ο Γιαννούλας φύλαγε μια νύχτα με φεγγάρι, Να 'ρθούν τα 'λάφιατο νερό να λαφοκυνηγήση. 'Σ τον ουρανό μεσάνυχτα δείχνει ο Σταυρός κ' η Πούλια. Φυλάει αυτός ακοίμητος.

Ο Έφις άκουγε το θόρυβο που έκαναν πλένοντας τα ρούχα τους κάτω στο ποτάμι οι πάνας, γυναίκες που είχαν πεθάνει στη γέννα, χτυπώντας τα με τις κοκάλες των πεθαμένων και νόμιζε ότι διέκρινε τον αματατόρε, ένα στοιχειό με εφτά σκουφιά που μέσα τους έκρυβε έναν θησαυρό, να πηδά εδώ κι εκεί κάτω από το δάσος με τις μυγδαλιές και να τρέχουν πίσω του βρικόλακες με ατσάλινες ουρές.

Πατέρα, πώς να μη σουρώ, πώς να μη τραγουδήσω, Πώχω μαράζιτην καρδιά και πόνο, που με τρώει, Και που μου κλέβει τη χαρά, τα νειάτα, νύχτα-μέρα. Κ' ένα τραγούδι, θλιβερό, μου φέρνει μέσ' το στόμα, Τραγούδι που το τραγουδώ, πατέρα, κι' αλαφρώνω, Κι' ούτε το Δράκο σκιάζομαι, ούτε και τη Νεράιδα, Ούτε της βρύσης το Στοιχειό και της σπηλιάς τη Λάμια.

Έλυσε την μαντίλα από τον στολισμένο της λαιμό και άρχισε να μιλάει με νοσταλγία για το πανηγύρι. «Όλοι είναι εκεί, και τα εγγόνια μου, η Παναγιά μαζί τους. Όλοι εκεί είναι και δροσίζονται, επειδή βλέπουν τη θάλασσα….» «Γιατί δεν πήγατε κι εσείς;» «Και το σπίτι, κυρά μου; Όσο φτωχικό κι αν είναι ένα σπίτι δεν πρέπει να το αφήνει κανείς μόνο, αλλιώς θα μπει το στοιχειό.

Η τέχνη αυτή δίνει και στο δραματικό στοιχείο μιαν ευμορφιά πνευματικώτερη. Στα δάχτυλα μετρούνται τα διηγήματα του Βιζυηνού· μα και γι' αυτό το καθένα μπορεί να κρατηθή στη μνήμη του καλαισθητικά αναθρεμμένου αναγνώστη μέσα σε μια κορνίζα ξεχωριστή. Το «Αμάρτημα της μητρός μου» είναι δράμα, και με κάθαρσιν μάλιστα.

Ο χαράκτης μιας εικόνας αφαιρεί από τη ζωγραφιά τα όμορφα χρώματά της, όμως μας δείχνει με τη χρήση καινούριου υλικού τον αληθινό χρωματισμό της, τον τόνο και την αξία της και τις σχέσεις που έχουν αναμεταξύ τους οι μάζες της· κ' έτσι είναι κι αυτός ο κριτικός της εικόνας, γιατί κριτικός είν' εκείνος που μας δείχνει ένα έργο Τέχνης σε φόρμα διαφορετική από τη φόρμα του έργου, και η χρήση καινούριου υλικού είν' ένα στοιχείο τόσο κριτικό όσο και δημιουργικό.

Λέξη Της Ημέρας

προστρέχανε

Άλλοι Ψάχνουν