Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025


Αν φέρνης τη Βασίλισσα Ιζόλδη σήκωσε το άσπρο πανί, κι' αν δεν την φέρνης βάλε το μαύρο, ν' αρμενίσης μ' αυτό. Φίλε, δεν έχω τίποτ' άλλο να σου ειπώ. Ο Θεός να σε οδηγήση και να σε ξαναφέρη υγιή και γερόΑναστενάζει, κλαίει και θρηνεί, κι' όμοια κλαίει ο Καερδέν, φιλεί τον Τριστάνο και τον αποχαιρετά. Με τον πρώτο άνεμο, έβαλε μπρος.

Οι άνθρωποι εκείνοι απηυδηκότες ήδη και όλοι μεμωλωπισμένοι, δεν είχον όρεξιν να εξακολουθήσωσι την πάλην και αφορμήν εζήτουν όπως ειρηνεύσωσι. — Τι τρέχει εδώ; ηρώτησεν αυστηρώς ο αρχηγός των στρατιωτών. Διατί μαλόνετε; Τι θέλει εδώ αυτή η νέα; Ουδείς απήντησε. — Σε, λέγω, Πρωτόγυφτε, είπεν ο αρχηγός, στραφείς προς τον τρέμοντα Γύφτον. Συ τα πταίεις όλα.

Εκεί ο Λέντζος είδε ένα ώμορφο μουλάρι και το αγόρασε για το σπίτι, και την άλλη την ημέρα πρωί-πρωί ξεκινήσανε για τα Γιάννινα: ο Λέντζος καβάλλα κι' ο Φετάνης με τον Γκεσούλη πεζοί. Ο δρόμος από την Άρτα ως τα Γιάννινα είναι μια ολάκαιρη μέρα, αλλά για να φτάση κανείς σε μια μέρα από την Άρτα στα Γιάννινα πρέπει να ξεκινήση πρωί και να μη χασομερήση στο δρόμο.

Άντρας και γυναίκα πατέρας και παιδί βρέθηκαν κι' οι τρεις αγκαλιασμένοι, και σε λίγο, κάθησαν κι' οι τρεις στο τραπέζι και γιώρτασαν μαζύ τα Χριστούγεννα, τα πρώτα Χριστούγενα, ύστερα από είκοσι πέντε χρόνια ξενιτειά. Μια φορά κι' έναν καιρό είταν ένας πατέρας, πούχε ένα μοναχοπαίδι και τ' αγαπούσε καλύτερα απ' όλον τον κόσμο.

Τότε ο νέος απεκρίθη· «Έχεις δίκαιον, ω πάτερ, αφού είδες τοιούτο όνειρον, να με φυλάττης· εκείνο όμως το οποίον δεν ενόησες, εκείνο το οποίον έμεινε σκοτεινόν διά σε, οφείλω να σοι το εξηγήσω. Είπες ότι το όνειρον σοι εφανέρωσεν ότι μέλλω να αποθάνω υπό σιδηράς αιχμής.

Έμεινα κάμποσο, την είδα, την αγάπησα πολύ. Όλα τάβλεπα μ' άλλα μάτια παρά στον καιρό του Ταξιδιού , μου φαίνουνταν πως άνοιγε ο νους μου, πως άλλαζε η ζωή μου, και νομίζω πως και στο ιντερβιού αφτό ακούει κανένας σαν αντιλαλιά κρυφή απ' όσα έννοιωθα κι άρχιζα να ονειρέβουμαι για την Ελλάδα σε κείνη την εποχή.

Εγώ ήθελα να κόψω το γιούσουρι, στην ανάγκη να το ξεριζώσω και να το σύρω σκλάβο πίσω από το καΐκι στο νησί μας. Θα το εξάπλωνα στην αμμουδιά θρασίμι και θα έβανα διαλαλητή να διαλάληση σε όλη τη χώρα: — Εβγάτε χωριανοί να ιδήτε το μέγα θαύμα! Το στοιχειό της θάλασσας ενικήθηκεν από του νησιού μας το στοιχειό, τον Γιάννο Γκάμαρο. Τρέμουντρίζουν τα βουνά!

Την στιγμήν εκείνην ηκούσθησαν βήματα βαρέα, ωσεί τύπτοντα μετά πάθους την γην κ' εφάνη νεαρός βλάχος, διερχόμενος την αντίπεραν της λαγκαδιάς πλευράν, νωθρώς, εν αφροντισία βηματίζων και τραγωδών: Μια βλαχοπούλα έπλενε, σε βρύσι μαρμαρένια· είχε τον κόπανο χρυσό, Μαλαματένια πλάκα!. . .

Πρέπει να χαλάς τον κόσμον εδώ για να σε φοβούνται.,, Θα συνηθίσεις όμως.,, Και τώρα τι κάθεσαι; Πιάσε μια φανέλλα και άρχισε να πλαίνεις.,, Όχι έτσι κουβαριασμένη. Άπλωσέ την του μάκρους.,, Βάλε κι' άλλο σαπούνι νάναι μπόλικο. Μην το λυπάσαι το σαπούνι.

ΒΕΡΑΛΔΟΣ Ξαίρουν, αδελφέ μου, ό,τι σου είπα· δε γιατρεύουν μεγάλα πράγματα: και όλη η εξοχότης της τέχνης των συνίσταται σε πομπώδεις και ασυναρτήτους λέξεις, σε εύσχημη φλυαρία με λόγια αντί λογικής και με υποσχέσεις αντί έργων.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν