Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025
ΑΛΒ. Πω να το κρένης πρώτα ορέ = π' ούναι Κρητίκα να το φέρνης κι' εκείνο ορέ. ΣΤΡΑΤ. — Μέσα, μέσα...... ΑΛΒ. Άστο, ορέ! μην το τραβάς — αλλά μπελάβερσι. ΣΚΗΝΗ Ις'. ΑΝΑΤ. Γλυτώσαμε, γλυτώσαμε, πιάσανε Αρβανίτη νάτο φέρανε χάψι και εκείνο. ΧΙΟΣ. Έφεραν τονε του διαβόντρο το γυιό; ΑΝΑΤ. Νάτος, νάτος κύταξε μάτγιά του=σαν αζτζιζμένη κάτα γιαλίζουλε — σακίν να μην τονε λαλήση κανείς.
Ένα δεμάτι ξύλα να φέρνης, θα βγάλης το ψωμί σου. Δόξα σοι ο Θεός! Επαρηγόρει και η Θωμαή την μητέρα της. Αλλ' η Θωμαή δεν ηδύνατο να λησμονήση τον Λαλεμήτρον, αν και ολόκληρος τριετία είχε παρέλθει από της αναχωρήσεώς του. Τον ηγάπα τον αδιαφόρητον. Τώρα δε, εν τη εγκαταλείψει, περισσότερον κατενόησε τούτο και κατεκαίετο η καρδία της.
Ο Λιάκος δεν έβγαλε μιλιά, μονάχα γύρισε τα μάτια του προς τον τοίχο, που κρέμουνταν το καρυοφύλλι του και το γιαταγάνι του. — Άιντε, ορέ μυλωνά, να μας φέρνης τη Λουλούδω, είπε γελούμενο το μπεόπουλο. Ο άτυχος πατέρας σ' αυτά τα λόγια, ένιωσε το μύλο του να γυρίζη σα σφοντήλι στα μάτια του. — Όπως ορίζης, μπέη μου, αποκρίθηκε, μα το κορίτσι, δεν είνε εδώ· πήγε χαράζοντας σε μια κουμπάρα μας.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ Το λογισμό σου μη τον φέρνης εσύ πάντα γύρω από τον εαυτό σου• άφ' τη σκέψι απ' τον αγέρα νάρθη ψηλοκρεμαστή, — σαν το μπούρμπουλα δεμένη απ' το πόδι με κλωστή. Βρήκα μια καταστροφή για τη δίκη, πιο σοφή, οπού και συ επίσης μ' εμέ θα συμφωνήσης. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Και ποια λοιπόν απ' όλες; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Εις τους φραρμακοπώλες είδες την πέτρα την καλή, τη διάφανη, που την φωτιάν ανάφτουν;
Γιατί πολλαίς φοραίς έκαμνε το κακό, και τον έπαιρναν για τον Χρηστάκη. Τόσο πολύ τον έμοιαζε· και σαν συντεχνίταις όπου ήτανε φορούσαν και τα ίδια τα ρούχα. Γι' αυτό τον έβαλα μιαν ημέρα μπροστά. Από τότε δεν εξαναπάτησε στο κατώφλιό μας· κ' εκείνη την βραδειά ήλθε. — Καλησπέρα, κυρά! Καλό στα κάμνετε! — Καλό στον Λαμπή. Αν με φέρνης κάνα γράμμα, κάτσε να σε κεράσω.
Αν φέρνης τη Βασίλισσα Ιζόλδη σήκωσε το άσπρο πανί, κι' αν δεν την φέρνης βάλε το μαύρο, ν' αρμενίσης μ' αυτό. Φίλε, δεν έχω τίποτ' άλλο να σου ειπώ. Ο Θεός να σε οδηγήση και να σε ξαναφέρη υγιή και γερό!» Αναστενάζει, κλαίει και θρηνεί, κι' όμοια κλαίει ο Καερδέν, φιλεί τον Τριστάνο και τον αποχαιρετά. Με τον πρώτο άνεμο, έβαλε μπρος.
ΜΥΡΤ. Τι ευτυχισμένη θα είνε 'κείνη που θ' αποκτήση αγαπητικό σαν και σένα, Δωρίων. Θα της φέρνης κρομμύδια της Κύπρου και τυρί του Γυθίου, όταν θα επιστρέφης από τα ταξείδια σου. Κοχλίς και Παρθενίς. ΚΟΧΛΙΣ. Γιατί κλαις, Παρθενί, και από πού έρχεσαι με τους αυλούς σπασμένους;
— Ίων! προτήτερα εγώ απ' όλους τους θεούς σου παραδίδω τόνομα, οπού θα φέρνης πάντα. ΙΩΝ Το άρμα το τετράλογο προβαίνει, και λάμπει όλ' η πλάσι φωτισμένη από το φως του ήλιου το λαμπρό• και στην φωτιά ετούτη την αιθέρια μπροστά, τραβούν και φεύγουνε ταστέρια μαζύ με το σκοτάδι το ιερό.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν