United States or Niger ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εσήκωσα τα μάτια ψηλά και είδα τα αιθέρια ποτάμια, τα σκοτεινά και τα πράσινα, τα χρυσορρόδινα και τα γλαυκά να σμίγουν στο ζενίθ και να κάνουν Στέμμα γιγάντιο. Ήταν κάμωμα του καιρού ή μήπως συμβολική απόκρισις τ' ουρανού στο ερώτημα της αθάνατης; Ποιος ξεύρει.

Χαίρετε ω κόραι, χαίρετε Φωναί οπού τα δείπνα Των Ολυμπίων πλουτίζετε Με χορών ευφροσύνας Κ' εύρυθμον μέλος. Σεις τα αιθέρια νεύρα Της φόρμιγγος κροτείτε, Και τα θηρία, και τ' άλση Χάνονται από το πρόσωπον Της γης πλατείας. Όπου τρέμουσιν άπειρα Τα φώτα της νυκτός, Εκεί υψηλά πλατύνεται Ο γαλαξίας και χύνει Δρόσου σταγόνας.

Άνευ της Λιγείας ήμην ως παιδίον ψηλαφούν εν τω σκότει· αυτή μόνη ηδύνατο να διαχέη φως εις τα μυστήρια των μελετών ημών, άνευ δ' αυτής όλη εκείνη η πρότερον αιθερία και λαμπρά φιλολογία καθίστατο άχαρις και κατηφής.

Ίων! προτήτερα εγώ απ' όλους τους θεούς σου παραδίδω τόνομα, οπού θα φέρνης πάντα. ΙΩΝ Το άρμα το τετράλογο προβαίνει, και λάμπει όλ' η πλάσι φωτισμένη από το φως του ήλιου το λαμπρό• και στην φωτιά ετούτη την αιθέρια μπροστά, τραβούν και φεύγουνε ταστέρια μαζύ με το σκοτάδι το ιερό.

Αγγελική αρμονία εκατέβαινεν από τα αιθέρια και λαμπρομέτωπο αστέρι έχυνε θάλασσα το φως του στη σπηλιά κ' έλουζεν όλα με το θαύμα. Κ' εμπρός στα πόδια της, κάτω από την κοιτίδα του, οι Μάγοι γονατιστοί με τα δώρα τους, τη σμύρνα, και τον μόσχο και το λιβάνι, ωνόμαζαν τον γυιο της Βασιλέα και Θεόν. Εκείνη την ώρα εφάνηκε στην εμπατή χλωμός ο Ιωσήφ. — Να φύγουμε· λέγει τρέμοντας στη γυναίκα του.

Η μορφή της δεν έφερε ποσώς τον κανονικόν εκείνον τύπον, τον οποίον ορίζουσιν ως πρότυπον καλλονής τα περί του αρχαίου κόσμου συγγράματα· αλλ' εν τούτοις ήτο θελκτικωτάτη και αιθερία.

Έχω πάντα την πρώτη μου γνώμη, απάντησε ο Παγγλώσσης· γιατί επί τέλους είμαι φιλόσοφος· δεν ταιριάζει ν' αναιρώ τα λόγια μου. Ο Λάιμπνιτς δε μπορεί νάχει λάθος, κ' εξ άλλουπροϋπάρχουσα Αρμονία& είναι τ' ωραιότερο πράγμα του κόσμου, όσο και το &πλήρες κ' η αιθέρια ύλη&. &Πώς ο Αγαθούλης ξανάβρε την Κυνεγόνδη και τη γριά&

Από παντού να λάμπουνε καθρέπτες μαγικοί, και από μέσα άυλοι παρθένοι να περνούν, από αυτάς που ύμνησαν και οι ρωμαντικοί, που δεν εφάνησαν ποτέ, αλλ' ούτε θα φανούν. Να ήναι κάτι πλάσματα αιθέρια, μυθώδη, να ήναι όντα άγνωστα ενός αγνώστου κόσμου, και μόλις εις το χέρι των εγγίζω ή το πόδι, με αστραπής ταχύτητα να φεύγουν απ' εμπρός μου.