United States or China ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η Γκριζέντα μου έχει ρέψει. Εκείνος δεν την θέλει να βγαίνει από το σπίτι, να πάει να δουλέψει, και αν την δει να κάθεται στο κατώφλι της λέει να μπει μέσα, και όταν η Γκριζέντα παραπονιέται της λέει: «Για χάρη σου θα κάνω να πεθάνουν οι θείες μου από λύπη και κυρίως η θεία Νοέμι». Δεν λέει τίποτε άλλο επειδή είναι καλός και έχει καλή ανατροφή, αλλά τα λόγια αυτά είναι σαν το φαρμάκι που τρώει τα σωθικά αθόρυβα

Ο Έφις τη κοίταξε μια στιγμή, όπως είχε κοιτάξει τη Στεφάνα, και δεν απάντησε. «Αυτό που με στενοχωρεί είναι που οι κυρίες Πιντόρ μας κρατάνε κακία», είπε η γριά, κοιτάζοντας πάλι εκεί πάνω. «Εμάς μας έχουν διώξει και μόνο ο Τσουαναντόνι μπορεί καμιά φορά να μπει στο σπίτι τους που είναι πιο κλειστό και από το Κάστρο στα χρόνια των Βαρόνων.

Έλυσε την μαντίλα από τον στολισμένο της λαιμό και άρχισε να μιλάει με νοσταλγία για το πανηγύρι. «Όλοι είναι εκεί, και τα εγγόνια μου, η Παναγιά μαζί τους. Όλοι εκεί είναι και δροσίζονται, επειδή βλέπουν τη θάλασσα….» «Γιατί δεν πήγατε κι εσείς;» «Και το σπίτι, κυρά μου; Όσο φτωχικό κι αν είναι ένα σπίτι δεν πρέπει να το αφήνει κανείς μόνο, αλλιώς θα μπει το στοιχειό.

Πιστεύω πως όταν ο ανταγωνισμός μεταξύ στις τάξεςπου υπάρχει πάνταμπει στην πρώτη γραμμή και γίνει η πρώτη φροντίδα και σκέψη των ανθρώπων ενός κράτους, και γίνει αυτό ιδανικό κι όλα, το κράτος αυτό δεν είναι πια για να ζήσει. Μπορεί το έθνος να εξακολουθεί να ζει, μα το κράτος θα χαντακωθεί.

Μα αν των θεώνε πάλι 185 μας δώκει η χάρη το καστρί να πάρουμε των Τρώων, ας μπει και πλοίο με χαλκό και μάλαμα ας φορτώσει γιομάτα, σα μοιράζουμε το πράμα, και γυναίκες όπιες τ' αρέσουν Τρώισσες ως είκοσι ας διαλέξει, απ' τη Λενιό ύστερα τις πιο λαχταριστές στα κάλλη. 140 Κι' αν τ' Άργος, τον αφρό της γης, δούμε ξανά, τον κάνω γαμπρό μου· την αγάπη μου σαν τον Ορέστη θάχει, τ' αγόρι που μες στ' αγαθά μ' αντρώνεται και χάδια.

Όσο θωρείς ολόμπροστα το βασιλιά Αγαμέμνο π' όλο με τ' όπλο του χοιμάει και λόχους π' αλωνίζει, πόδιζε ως τότες, κράζοντας στα παλικάρια, πίσω να περιορίζουν τους οχτρούς όσο μπορούνε πάντα· 205 μα από κοντάρι αν χτυπηθεί ή φάει καμιά σαΐτα και μπει στ' αμάξι, τότες πια θα σου χαρίσει νίκη να σφάζεις κι' ως στα γλήγορα να κυνηγάς καράβια, όσο να σκοτεινιάσει η γης και βασιλέψει ο ήλιος

Τη ζωή θάχανε τότε ο γέρος, 90 μόνε τον είδε στη στιγμή ο θαρρετός Διομήδης και χούγιαξε αγριοκράζοντας βοήθια του Δυσσέα «Γιε του Λαέρτη θεϊκέ, πολύτεχνε Δυσσέα, πού φέβγεις έτσι σαν κιοτής και γύρισες τις πλάτες; Μωρέ ενώ τρέχεις, θα σου μπει κάνα κοντάρι πίσω ... 95 Στάσου! το μάβρο αυτό σκυλί να διώξουμε απ' το γέρο

Έτσι είπε κι' έφυγε, κ' αφτού τον άφισε μονάχο 35 μ' ελπίδες μέσα στην καρδιά που να γενούν δεν είταν. Έλεγε τάχα πως θα μπει μονήμερα στην Τροία... τυφλός! και δε φαντάζουνταν σαν τι δουλιές ο Δίας λογάριαζε.