Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Ιουνίου 2025


Το σύννεφον, ή διά να ειπώ καλλίτερον το τελώνιον που ήτον μέσα εις αυτό, απεκρίθη· Ω μεγάλε προφήτα, εγώ υπάγω εις την Κίναν· έχεις κανένα πρόσταγμα διά να σε δουλεύσω; Πηγαίνεις να καλοποιήσης; είπεν ο Χεδέρ ή να παιδεύσης; Διά να παιδεύσω του απεκρίθη το τελώνιον. Ωσάν είνε έτσι του είπεν ο Χεδέρ ακολούθησε την στράταν σου, με το να μην έχω χρείαν από εσένα.

Και συ, μεγάλε βασιλεύ, το άδικον να κάμω δεν θέλωτην φιλίαν μας, να σε παρακινήσω την θυγατέρα που μισώ γυναίκα να την πάρης. Να στρέψης την αγάπην σου εκεί οπού τ' αξίζει, και όχι ς' ένα σίχαμα, που τώχει εντροπήν της κ' η φύσις πως την έπλασε!

Είπε, κι' αφτοί προσέφκουνταν στο γιο του Κρόνου Δία, 200 κι' είπαν ξανάπαν, τα πλατιά κοιτάζοντας ουράνια «Δία πατέρα, π' αψηλά ορίζεις οχ την Ίδα, μεγάλε, μυριοδόξαστε! του Αία δώσ' του νίκη, και βοήθησέ τον ζηλεφτό καμάρι να κερδίσει· μα αν και τον Έχτορα αγαπάς, την συλλογή του αν έχεις, καν ίση δώσ' τους και των διο τη δύναμη και δόξα205

Δίκαιε Ουρανέ, είνε τούτη η τύχη όλων εκείνων που εθεώρησαν ετούτην την ζωγραφιάν, να αγαπήσουν την απάνθρωπον, και σκληρόκαρδον βασιλοπούλαν που παρασταίνει; αλλοί εις εμέ· γροικώ αρκετά ότι αυτή κάνει και εις εμέ εκείνο το ίδιον που έκαμε και εις το βασιλόπουλον που την είχε· ποία μεταλλαγή είνε τούτη, ω μεγάλε Θεέ; Εγώ ολίγον εμπροσθήτερα δεν εκαταλάμβανα πώς ημπορούσε να δοθή μία ζωγραφιά να κάμη τέτοιον αποτέλεσμα, και να πηγαίνουν ωσάν τυφλοί να θανατώνωνται, και τώρα να μη βλέπω πράγμα που να μου φοβερίζη τον θάνατον; όχι, βασίλισσα απαρομοίαστη, ακολούθησεν αυτός θεωρώντάς με βλέμμα γλυκύ την εικόνα, κανένα εμπόδιον δεν με κρατεί· εγώ σε αγαπώ με όλον που είσαι σκληρή, και αποφασίζω ετούτην την ώραν ή να σε κερδίσω, ή να αποθάνω και εγώ διά την αγάπην σου μαζί με τους άλλους.

αυτόν τότε ο πολύβουλος απάντησε Οδυσσέας• «Μεγάλε Αλκίνοε, 'ς τους λαούς λαμπρέ και αγαπημένε, πότε καιρός λόγων πολλών, πότε καιρός του ύπνου• αλλ' αν ποθείς, είμ' έτοιμος να σου ιστορήσω ακόμη 380 αλλ' απ' αυτά φρικτότερα, των φίλων μου τα πάθη, όσοι κατόπι εχαθήκαν• αυτοί 'που, αφού σωθήκαν από τον πολυστένακτον των Τρωαδιτών αγώνα, 'ς τα γονικά τους έχασε κακότροπη συμβία.

ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Ω, έλα, Γλάμη ένδοξε και Καουδώρ μεγάλε, ω έλα, μεγαλείτερε ακόμη κι' απ' τα δύο κατά τον τελευταίον των χαιρετισμόν εκείνον! Το γράμμα σου μ' εσήκωσε απ' το παρόν, και τώρα το μέλλον προαισθάνομαι! ΜΑΚΒΕΘ Αγάπη μου, απόψε ο βασιλεύς έρχετ' εδώ. ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Πότε θ' αναχωρήση; ΜΑΚΒΕΘ Καθώς σκοπεύει, αύριον. ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Δεν θα ιδή ο ήλιος αυτό το αύριον ποτέ!

Κι' αφτούς τους λόγους έλεγε κάθε Αχαιός και Τρώας «Δία πατέρα π' αψηλά ορίζεις απ' την Ίδα, 320 μεγάλε μυριοδόξαστε! όπιος αφτά τα πάθια ανάμεσό μας τάβαλε, ναι κάνε αφτός να πέσει και στ' Άδη τα εφτάβαθα ως μέσα να κατέβει, κι' εμείς ας κάνουμε ξανά όρκους πιστούς αγάπηςΈτσι είπανε.

Αν βέβαια μάντις είμ’ εγώ, κι είμαι σοφός στη γνώσι στον Όλυμπον σου ορκίζομαι, μεγάλε Κιθαιρών, πως η αυριανή πανσέληνος δεν θα ’λθη χωρίς όλοι εμείς να σε δοξάζωμε πατριώτη και πατέρα, και μάνα του Οιδίποδος εσένα° και να τιμούμε σε γιατί μας φέρεις ευχάριστα στους βασιλείς μας. Εύσπλαχνε Απόλλων εύχομαι σ’ εσένα αυτά ν’ αρέσουν. Αντιστροφή

Εις αυτήν την ομιλίαν του μεγάλου Δερβύση, αναστέναξε μεγάλως, και σηκώνοντάς τα μάτια εις τον ουρανόν· ω Θεέ, εφώναζεν, είνε δυνατόν αυτό το Βασιλόπουλο να έκαμε το ίδιον όνειρον που κ' εγώ έκαμα; μεγάλε Δερβύση, ακολούθησεν αυτή, ο Καισάγιας δεν σου είπε το όλον· ενυπνιάσθηκα και εγώ μίαν φοράν πως ήμουν εις ένα εύμορφον λειβάδι, εις το οποίον είδα το πλέον ωραιότατον Βασιλόπουλον του κόσμου πως ήλθε να μου μιλήση περί αγάπης και εγώ του εγύρισα τες πλάτες χωρίς να του δώσω ακρόασιν· μα εις τον ίδιον καιρόν αγροίκησα την καρδιά μου να λάβη κάποιαν κλίσιν προς αυτόν· Όθεν εβιάσθηκα να φύγω από σιμά του, φοβουμένη μήπως η ευμορφιά του και οι κολακείες του ήθελαν θριαμβεύση εις το μίσος, που διά τους ανθρώπους είχα.

Αυτά 'πε, και όλοι πρόθυμα συμφώνησαν, κ' έστειλαν καθένας τους τον κήρυκα, τα δώρ' αυτού να φέρη. έδωσ' εκείνου απάντησιν ο Ευρύαλος και του 'πε• 400 «Μεγάλε Αλκίνοε, 'ς τους λαούς λαμπρέ και αγαπημένε, τον ξένον, ως παράγγειλες, εγώ θε να πραΰνω. τούτο τ' ολόχαλκο σπαθί, 'που επάν' έχει ασημένια λαβή, και από νηοπριόνιστον ελέφαντα θηκάρι, θε να του δώσω• ατίμητο δώρο θα το 'χει ο ξένος». 405

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν