United States or Austria ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ήσυχη και γλυκειά σαν το καλοκαίρι, με το μαλακό της το χαμογέλοιο, με τα μικρά της τα ποδαράκια, πήγαινε κ' έρχουνταν η Λέλα μέσα στο σπίτι. Έτρεχε απάνω στο Σταβροδρόμι με την Ελένη, έκαμνε βίζιτες με την Ελένη, τη συντρόφεβε παντού, έπαιζε πιάνο μαζί της, μελετούσε μαζί της, μιλούσε, χωράτεβε, σα να μην ήξερε τίποτις.
Όχι! δε λυσσιάζω, να μη χαίρουνται. Καλά! Καλά! Βλέπουμε κατόπι — και κατεβαίνω. Κατέβηκα, ναι! Η μόνη ώρα που χάρηκα με τα σωστά μου! Ξάνοιξε η καρδιά μου πρώτη φορά. Ο ήλιος μου πότιζε την ψυχή. Ύστερις ας σκοτεινιάση! Αναγάλλιασα τουλάχιστο μια στιγμή, ησύχασα, γιατί τώρα είμουν πια βέβαιος. Λέλα, Λέλα, με καταστρέφεις, μα, ξέρω γιατί με καταστρέφεις.
Αυστηρή ωμορφιά, μαραμένη από κάποια βαθειά αρρώστεια. ΛΕΛΑ — Ελεύθερη γυναίκα, φιλενάδα του Τάσσου. Ο ΓΙΑΤΡΟΣ ΜΙΣΤΡΑΣ — Γιατρός των λουτρών, γηραλέος μα ζωηρός και γερός άνθρωπος. ΝΙΚΟΣ ΜΙΣΤΡΑΣ — Ανιψιός του γιατρού Μιστρά, φοιτητής της Γιατρικής. Ο ΜΠΑΡΜ-ΑΡΓΥΡΗΣ — Παλιός υπηρέτης του σπιτιού του Φλέρη, γέρος εξηντάρης. ΕΝΑΣ ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟΣ ΜΙΑ ΘΕΑΤΡΙΝΑ ΕΝΑΣ ΥΠΗΡΕΤΗΣ του ξενοδοχείου.
Δική μου και κανενός άλλου, θα το μάθη. Δεν αγάπησε, όποιος για πάντα δεν αγαπά. Εσένα μόνη, τάκουσες, Λέλα; τακούς! Γίνεται τουλάχιστο να μη με λυπηθή; Να με λυπηθή; Όχι. Να μ' αγαπήση. Σα φωτιά τριγύρω της ανέβαινε η αγάπη η δική μου. Έπρεπε να την κάψη.
Η προτίμησή σου ήτανε, πάντα για τις γυναίκες του είδους της. ΦΛΕΡΗΣ — Όχι, μην το λες, γιατρέ, αυτό. Η Λέλα δεν είναι αυτό που νομίζεις. Δεν είναι πολλές γυναίκες που της μοιάζουν. ΜΙΣΤΡΑΣ — Δεν είπα το ενάντιο. Αυτό λέω κ' εγώ, πως την αγαπάς πάντα. ΦΛΕΡΗΣ — Δεν μπορώ να την αγαπώ πια. Το ξέρεις. ΜΙΣΤΡΑΣ — Πάει να πη το λοιπόν πως έχομε καινούργιες αγάπες. ΦΛΕΡΗΣ — Δεν ξέρω, γιατρέ. Δεν ξέρω.
Ύστερα, αργότερα, όταν παντρευθή η Δώρα, όταν δε θάχω πια ανάγκη από τη γνώμη του κόσμου, όταν θα μπορώ να κανονίσω τη ζωή μου χωρίς να επηρεάσω την ευτυχία του κοριτσιού αυτού . . . τότε Λέλα. Δεν είναι πρώτη φορά που σου το λέω. ΛΕΛΑ — Όχι, Τάσσο. Όχι. Εγώ πήρα την απόφασή μου. Δε θα μπορέσω να ζήσω κοντά σου και μακρυά σου τόσον καιρό. Τώρα ακόμα δεν μπορώ.
ΦΛΕΡΗΣ — Ξέρεις πολύ καλά αν έχω τις ιδέες αυτές. Όμως είμεθα σκλάβοι στη γνώμη του κόσμου. Έχω ένα καθήκον για τη Δώρα, είμαι πατέρας. ΛΕΛΑ — Το ξέρω. Η Δώρα είναι ένα κορίτσι αγνό, λευκό ακόμα, σαν το απάτητο χιόνι. Το βλέμμα μου μονάχα μπορεί να το μολύνη, η αναπνοή μου μπορεί να του φέρη αρρώστεια. Είμαι η λεπρή . . . Όμως μείνε ήσυχος!
ΜΙΣΤΡΑΣ — Δεν θα κατεβή λοιπόν η Οφηλία; Την περιμένει τόσος κόσμος. Διάβολε! Μ' αυτή τη κάψα.... ΛΕΛΑ — Θα κατεβή. Ξέρετε όμως, γιατρέ, πως δεν τρελλάθηκε ακόμα εντελώς. Ο έρως του Αμλέτου δεν έφθασε ακόμη εκεί που πρέπει. Η καϋμένη η Οφηλία! Τώρα κανένας δεν τρελλαίνεται ούτε αυτοκτονεί. Οι Οφηλίες και οι Βέρθεροι ήσαν του παληού καιρού.
Ο Θεός να τα φυλάξη τα καϋμένα τα μικρά. Ξέρεις ποια είνε αυτή η μικρούλα; Η ΘΕΑΤΡΙΝΑ. — Ποια; ΛΕΛΑ — Η κόρη του Τάσσου. Η ΘΕΑΤΡΙΝΑ — Τελείωσέ μου αλήθεια την ομιλία που μου άρχισες. Έλα κάθισε εδώ κοντά μου. ΛΕΛΑ — Βλέπω σούχουν ετοιμάσει πια για την απαγγελία σου. Η ΘΕΑΤΡΙΝΑ — Μη μου αλλάζης κουβέντες. Η απαγγελία μου δεν μ' ενδιαφέρει καθόλου.
Είταν πίσω το περιβόλι, κ' έρχουνταν η Λέλα σαν τον ήλιο κι ανέβαινε τα σκαλοπάτια του σπιτιού. Ποιος, ποιος να μην τη λατρέψη: Άμα φάνηκε, της έδωσα τη ζωή μου. Να της το πω, να την πάρω, να την αρπάξω, να φύγω, να την έχω γυναίκα μου, δική μου, να είναι δική μου όλη μέρα. Την κοίταζα και της φώναζε μέσα μου η ψυχή μου· Εσύ είσαι η μόνη που θαγαπήσω. Η μόνη! η μόνη! ακούς!
Λέξη Της Ημέρας