Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Ιουνίου 2025


Και καθώς αυτός αφού έλαβε την μορφήν μου εστοχάσθη ότι εγώ διά μέσον αυτού του σεκρέτου που μου έδειξε να μην ήθελα φανερωθή εις το παλάτι, και του συγχύσω την ανάπαυσιν, έδωσε θέλημα ότι να έβγουν όλοι οι κυνηγοί να υπάν εις εκείνους τους λόγγους που είμασθε, και να σκοτώσουν, όλες τες ελαφίνες που εκεί ευρίσκονταν.

Κυνηγοί είχαν περικυκλώσει τον βάλτον, και ετουφέκιζαν αριστερά και δεξιά, και εσηκώνετο ωσάν σύννεφον επάνω από τα δένδρα ο καπνός, και ο αέρας τον έσπρωχνε επάνω από τα νερά. Οι σκύλοι των κυνηγών έτρεχαν εις την λάσπην, πλατς πλατς, και επατούσαν τα καλάμια. Ω! πώς έτρεμε το παπί! Έσκυψε την κεφαλήν του και την έχωσε κάτω από την πτέρυγά του.

Έμαθε ότι σε τρεις ημέρες, η Βασίλισσα Ιζόλδη, ο Βασιληάς Μάρκος, όλη του η ακολουθία, οι ιπποκόμοι, οι κυνηγοί θάφηναν το Τινταγκέλ για να εγκατασταθούν στο Παλάτι του Άσπρου Κάμπου, όπου μεγάλα κυνήγια είχαν προετοιμαστή. Τότε ο Τριστάνος εμπιστεύτηκε στη Βασίλισσα το δαχτυλίδι με το πράσινο πετράδι και το μήνυμα που θα πήγαινε στη Βασίλισσα.

Μερικές ημέρες αργότερα ο Δούκας Χοέλ, ο αυλάρχης του, και όλοι οι κυνηγοί του, ο Τριστάνος, η Ιζόλδη με τα λευκά χέρια κι' ο Καερδέν, εβγήκαν μαζύ από το παλάτι για να κυνηγήσουν στο δάσος. Σ' ένα στενό δρόμο, ο Τριστάνος κάλπαζε δίπλα στον Καερδέν που κρατούσε με το δεξί του χέρι τα χαλινάρια του αλόγου της Ιζόλδης με τα Λευκά χέρια. Λοιπόν, το άλογο σκόνταψε σ' ένα λάκκο νερό.

Τας Κυριακάς ελειτουργείτο τακτικώς εις την εκκλησίαν της Μεταμορφώσεως, ενίοτε δε μετά την ακολουθίαν οι χωρικοί, ή κυνηγοί επιστρέφοντες εκ της άγρας, τον συνήντων περιπλανώμενον εις τα πετρώδη της νήσου βουνά, ή καθήμενον επί βράχου με τα βλέμματα εστραμμένα προς την Τήνον. Αλλ' ουδέποτε τον είδε τις το εσπέρας έξω της οικίας του.

Θρηνούσε πεθυμώντας τον Γκορνεβάλη, το Ρόχαλτ τον πατέρα του, και τη γη του Λοοννουά, όταν ο μακρυνός θόρυβος κυνηγιού με σάλπιγγες και κραυγές χαροποίησε ξαφνικά την ψυχή του. Στην άκρη του δάσους, ένα ωραίο ελάφι ξεπετάχτηκε. Το κοπάδι, τα λαγωνικά και οι κυνηγοί ξεχύθηκαν πίσω του με μεγάλο θόρυβο φωνών και σαλπίγγων.

Την πήρε στα χέρια του και την εφίλησε γλυκά. Λίγο-λίγο πήρε κουράγιο εκείνη. «Φίλη, ω φίλη, τι σε βασανίζει έτσι; — Φοβάμαι, Μεγαλειότατε. Σας είδα τόσο θυμωμένο. — Ναι, γύριζα θυμωμένος απ' αυτό το κυνήγι. — Α! Μεγαλειότατε, αν σας λύπησαν οι κυνηγοί, αξίζει τάχα να τα πέρνετε τόσο κατάκαρδα αυτά τα πράγματαΓέλασε ο Μάρκος μ' αυτή την κουβέντα. «Όχι, φίλη, δεν με θύμωσαν οι κυνηγοί μου.

Μα αυτοί είναι κακοί κυνηγοί κ' έχουνε σκυλιά κακογυμνασμένα, που τρέχοντας πολύ και γαυγίζοντας δυνατά έδιωξαν τα γίδια από τα όρη και τους κάμπους κατά τη θάλασσα, σαν λύκοι. Μα θα μου ειπούν: έφαγαν τη λιγαριά· βέβαια, αφού δε βρίσκανε στην αμμουδιά χορτάρι ή κουμαριά ή θυμάρι. Μα χάθηκε το καΐκι από τον άνεμο και τη θάλασσα· αυτά όμως είναι του χειμώνα δουλιές κι όχι των γιδιών.

Εκείνοι οι κυνηγοί πραγματευταί με έλαβον εις την συνοδείαν που εκατοικούσαν όλοι μαζί, και μου έκαμαν μεγάλας περιποιήσεις. Εγώ εκεί έχυσα όλα μου τα πετράδια έμπροσθεν εις εκείνους, και τους επαρακάλεσα, να λάβη καθένας όποια και όσα του αρέσουν.

Λέξη Της Ημέρας

απόπατο

Άλλοι Ψάχνουν