United States or Rwanda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τας Κυριακάς ελειτουργείτο τακτικώς εις την εκκλησίαν της Μεταμορφώσεως, ενίοτε δε μετά την ακολουθίαν οι χωρικοί, ή κυνηγοί επιστρέφοντες εκ της άγρας, τον συνήντων περιπλανώμενον εις τα πετρώδη της νήσου βουνά, ή καθήμενον επί βράχου με τα βλέμματα εστραμμένα προς την Τήνον. Αλλ' ουδέποτε τον είδε τις το εσπέρας έξω της οικίας του.

Αλλ' ο κυρ-Μανωλάκης ατάραχος, μειδιών πάντοτε υπό τον φαιόν του μύστακα, εξηκολούθει τον κρυφόν κατά των κηρίων πόλεμον, εις τα νύχια πατών, ίνα μη τρίζουν τα υποδήματά του· περιήρχετο δε κατά την διάρκειαν της λειτουργίας τα διάφορα μανουάλια αρπάζων τα κηρία μετ' αφάτου αγαλλιάσεως ως αόρατος του σκότους δαίμων. Και δεν ηρκείτο εις τας κυριακάς μόνον και τας εορτάς.

Αλλ' εχρειάσθη να παρέλθωσι καιροί και χρόνοι, ν' αποθάνη ο κρυφός αίτιος της συμφοράς, και η αδελφή του ενόχου να διηγηθη είς τινας εξαδέλφας της το γεγονός, διά να ξεκολάση, ως είπε, τον μακαρίτην τον αδελφόν της. Το επάγγελμα τούτο δεν τον εμπόδιζε να είνε καλλωπιστής, όλας τας Κυριακάς και τας εορτάς, θεωρούμενος ως «ασίκης», ωραίος νέος.

Είναι μία μόνη μικρά θύρα, και στενόν παράθυρον μόλις που τας κυριακάς και τας εορτάς δειλώς ανοιγόμενον, και πέραν εκεί, εις το άκρον στενού διαδρόμου και όπισθεν των δύο χαμογείων δωματίων άτινα αποτελούν τον πτωχικόν οίκον, αυλή ευρεία, ης το γεώδες έδαφος συνεκύλων δι' όλης της ημέρας παιδία γυμνόποδα φαιδρώς φωνασκούντα, και όρνιθες κλώζουσαι και ραμφοκοπούσαι το χώμα, ας ένθεν μεν κατεδίωκεν ακάκως πυρρόθριξ μολοσσός, απαθής δ' εκείθεν αλλά προσηνής το φαινόμενον εθεάτο τεφρόχρους όνος, προσδεδεμένος εις φάτνην πενιχράν, υπό την στέγην ολίγων σανίδων.

Και μετά τινας ημέρας, αφού ητοιμάσθησαν τα πάντα, ετελέσθησαν οι τέσσαρες γάμοι εις τέσσαρας Κυριακάς εν σειρά, εορτάζοντος και χορεύοντος γάμους και χαράς όλου του χωρίου. Με πόσην αγαλλίασιν τότε η αγαθή μήτηρ, η πτωχή πλην φαιδρά Γερακούλα, εκαμάρωνε την τελευταίαν Κυριακήν εις τον τελευταίον γάμον!

Ο περιερχόμενος τας στενωπούς της πόλεως, και μάλιστα τας Κυριακάς, επνίγετο εις κύματα μελωδίας εξορμώντα εκ παντός παραθύρου.

Δεν σου λέγω το φ υ σ ο ύ ν και δεν κ ρ υ ό ν ε ι, κατά την παροιμίαν, καθότι περί του τελευταίου τούτου φροντίζει ο βορράς και η χιών, αλλ' αναντιρρήτως το φυσούν και δεν ζ ε σ τ α ί ν ε τ α ι. Δεν εννοούν, πώς είνε δυνατόν να μη διασκεδάσωσι την τελευταίαν Κυριακήν των Απόκρεω, αφού διεσκέδασαν ήδη έξ άλλας Κυριακάς, και έξ άλλα Σάββατα, και έξ άλλας εβδομάδας.

Διηρχόμεθα τον βίον ήσυχοι εντός του Χανίου, την μεν ημέραν εν μέσω των ποικίλων εμπορευμάτων μας, την δε νύκτα εντός του μικρού δωματίου, άνωθεν της αποθήκης, όπου εκοιμώμεθα ο πατήρ μου κ 'εγώ. Τας Κυριακάς ελειτουργούμεθα τακτικώς εις την αγίαν Φωτεινήν, ενίοτε δε επεσκεπτόμεθα οικογένειάν τινα εκ των εν Σμύρνη διαβιούντων Χίων.

Η τρέλλα αύτη εφαίνετο ηρεμωτέρα και υπολανθάνουσα κατά τας εργασίμους ημέρας, διότι δεν της έδιδαν καιρόν να εκδηλωθή και την κατεδάμαζαν αι κοπιώδεις εργασίαι εις τας οποίας ο Σαϊτονικολής είχεν αρχίση πάλιν να τον παραλαμβάνη· αλλά τας Κυριακάς και τας άλλας εορτάς ανεφαίνετο ως ορμή ίππου θυμοειδούς απολυομένου μετά πολυήμερον περιορισμόν.