Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Ιουλίου 2025
Ο Έφις κατέβηκε, έκοψε μια μικρή ροζ βιολέτα και κρατώντας την ανάμεσα στα δάχτυλα, που είχε σταυρωμένα πίσω στην πλάτη, κατευθύνθηκε προς την εκκλησία. Η ησυχία και η δροσιά του απότομου Βουνού κυριαρχούσαν τριγύρω. Μόνο οι τρίλιες των μελισσοφάγων μέσα στα βάτα έδιναν ζωντάνια στον τόπο και συνόδευαν την μονότονη προσευχή των γυναικών στην εκκλησία.
Με ωραία τάξι έρχονται οι σιτιστές και οι πεταλωτές, οι μάγειροι κι' οι οινοχόοι, έρχονται οι γραφιάδες, έρχονται οι οδηγοί των σκυλλιών κρατώντας λαγωνικά κι' άλλα σκυλλιά, έπειτα οι γερακοτρόφοι κρατώντας τα πουλιά στο αριστερό χέρι, έπειτα οι κυνηγοί, έπειτα οι ιππότες και οι βαρώνοι.
Αυτό δεν ήτανε και πολύ διασκεδαστικό για τους χωραΐτες· μα ο Δάφνης εφώναξε και μερικά με τόνομά τους και τους έδωκε φύλλα χλωρά, και κρατώντάς τα από τα κέρατα τα εγλυκοφίλησε.
Και κοιμάται κει κρατώντας στην αγκαλιά το φίλο του, το λευκό ξύλινο σκυλάκι, που έχει μαλλιά σαν αρνί και μάτια από μαύρες χάντρες και που ο Σβεν το είχε βαφτίσει Φλόκι. Ο Φλόκι είνε ήσυχος σύντροφος στον ύπνο. Δεν ενοχλεί κανέναν. Έξω στις κορφές των δέντρων αντιλαλεί το πρώτο αριό κελάδημα των πουλιών, που μηνά το ροδοχάραμα.
Κι αφού έτρεξε και κατά το πεύκο, όπου ήτανε στημένο το άγαλμα του Πάνα, τραγοπόδαρο, κερατιάρικο και κρατώντας με τόνα χέρι σουραύλι και με τάλλο τράγο, που επηδούσε, κ' εκείνον επροσκυνούσε και παρακαλούσε για τη Χλόη κ' έταζε πως θα του κάμη θυσία τράγο.
Μαζύ του κι' ο Δημήτρης Κρατώντας 'ς το δισάκκι του κρυμμένα του Δεσπότη Ταγαπημένα λείψανα, σαν να ζητούσε ναύρη Λιγάκι χώμα, ψυχικό, ελεύθερη μιαν άκρη Πα να τα θάψη ο δύστυχος. Τους συντροφεύει ο Κούρμας, Πλατύς ψηλός σαν έλατος κι' ο Πάνος Μεϊντάνης Με το μικρό Χορμόπουλο και με το Σπαθογιάννη. Είδε του Βάλτου το θεριό, το Χρήστο το Μιλλιόνη, Με τη στερνή του την πληγή.
ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ Την κλαίει• και κρατώντας την σφιχτά στην αγκαλιά του τήνε θερμοπαρακαλεί να μη του φύγη ακόμα. Αλλ' όμως πράγμα αδύνατον ζητά. Γιατί η αρρώστια την έφαγε την δύστυχη, και έρχεται το τέλος.
Τότες κι' άντρας έπεφτε, καν θάχε κι' άντρας σφάξει. 280 Τώρα γραφτό μου απ' άτιμο χαμό να πάω στον τάφο ζωσμένος σε νεροσυρμή, σαν γουρουνιών κοπέλι που σε χαντάκι πνίγεται περνώντας το χειμώνα.» Είπε, κι' εφτύς ο Ποσειδός κι' η Αθηνά κοντά του πήγαν και στέκουν, με μορφή σαν άντρες, κι' έτσι θάρρος 285 του δίνουν, μες στα χέρια τους τα χέρια του κρατώντας.
Εσυγκινήθηκαν κ' εφρικίασαν απ άκρη σ' άκρη της παιδικής αχόρταγης περιέργειας τα τρελά τα φουσάτα. Εβγήκε ο Σαντουριέρης μπροστά, κρατώντας τη λάμπα ψηλά στα χέρια. Το χαγιάτι εφωτίστηκε πλούσια στο ξάστερο φως της λάμπας. Έλαμψαν οι τοίχοι του σπιτιού την καθάρια απάνω την ασπράδα τους.
Κι' αφτοί κινούν στα χέρια τους κρατώντας τα τσικούρια και τα πλεχτά σκοινιά μ' ομπρός τα ζα που περπατούσαν· 115 κι' ίσα λοξά ζερβά δεξά παν κάτου απάνου ολούθες. Κι' όταν στης Ίδας έφτασαν τα δροσισμένα πλάγια, πήραν με τροχιστό χαλκό κι' οξές αψηλοκλάρες έκοβαν όλοι βιαστικοί, που με μεγάλους κρότους πέφτανε χάμου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν