Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025
Του φάνηκε πως έβρισκε ένα δικό του άνθρωπο μέσα στην αγριάδα της εκκλησιάς, που καταλάβαινε το παράπονό του. Είχανε φάει τη θάλασσα μαζή, χρόνια και χρόνια. Του φαινότανε ακόμα πως ο Άγιος ήτανε κι' αυτός στενοχωρημένος, μέσα στο κουβούκλιο του, πως λαχταρούσε τη θάλασσα, πως είχε τον ίδιο καϋμό με το δικό του. Έσκυψε, έκανε το Σταυρό του κι' ανασπάσθηκε.
Δεν βλέπεις πόσον καθαρός είναι ο ουρανός, ατάραχη δε και γαλήνιος, ωσάν καθρέπτης, όλη η θάλασσα ; Χαιρεφών Έχεις δίκαιον• φαίνεται αλήθεια, ότι είναι αλκυονίς η σημερινή ημέρα, καθώς και η χθεσινή.
Πραγματικά τ' ωραίο γαλάζο σκάφος χαμήλωνε σιγά σιγά, βούλιαζε ως την κουπαστή, κ' ύστερα άρχισε να χάνεται με γυρμένη πρύμη μέσα στο χάος του νερού. Η κανονιοφόρα δεν είχε πάθει τίποτα κι' εξακολούθησε σφυρίζοντας το δρόμο της. Ανεβάσανε τους ναυαγούς πάνω στο θωρηκτό. Ήταν δύο. Ο μηχανικός, κι' ο τιμονιέρης που είχε πέσει στη θάλασσα.
Εδώ ετριζοβόλουν οξυές θεόρατες, εκεί εβροντούσαν χιλιόχρονες βελανιδιές, δεξιά εχούγιαζαν πεύκα φουντωτά, αριστερά εστέναζαν λυγερά κυπαρίσσα! Ένα Μυκωνιάτικο καράβι φορτωμένο ξυλεία και αρραγμένο κατάμπροστα, επετούσε τα σανίδια σαν πούπουλα κ' εσκέπασε τη θάλασσα ως πέρα στο νησί! Ένα τσερνίκι Σμυρνέικο κάρβουνα φορτωμένο, το άδειασε τέλεια.
Η γυναίκα μου είταν ευχαριστημένη, όπως πάντα όταν ταξίδευε στη θάλασσα, χωρίς όμως να δείχνη πως το ταξίδι έδινε κάποια ωρισμένη διεύθυνση στους στοχασμούς της. Όλη η ιστορία είτανε γι' αυτή ένα μακρινό θαλασσινό ταξίδι, τωραιότερο που έκανε, τίποτε όμως περσότερο.
ΜΙΣΤΡΑΣ — Στους μικρούς αριθμούς. ΦΛΕΡΗΣ — Και στους μεγάλους κάποτε. Ας ταφίσωμε όμως αυτά. Και τι σχέδια έχει σήμερα η νεολαία των λουτρών; Κουπί για πανί; ΝΙΚΟΣ — Το μαντέψατε. Έχομε σήμερα ιστιοπλοία. Η φιλοδοξία μου είναι να κάνω όλα τα κορίτσια των λουτρών να περάσουνε τους ναυτικούς δοκίμους. Οι γυναίκες στη θάλασσα είναι στο στοιχείο τους. ΦΛΕΡΗΣ — Εικοσιενός χρόνων!
Επειδή δεν τους φαινότανε σίγουρο να μένουνε στη θάλασσα χυνόπωρο καιρό· ώστε και το καΐκι το σύρανε στη στεριά για το φόβο νυχτερινής φουρτούνας.
Εσούφρωσε μόνον τα χείλη, αγνάντεψε τον ουρανό ψηλά, τις πράσινες στεριές αντίκρυ, κάτω τη γαλάζια θάλασσα που αυλάκωνε το πλοίο κ' έβγαλεν ένα πουφ! περιφρονητικό. Και όταν έπαψε ο θόρυβος ετέντωσε την άλλη του αρίδα, ανακλαδίσθηκε χάσχοντας πιθαμή το στόμα, λέγεις και ήθελε να χάψη τον ήλιον ακέριο και είπε με φωνή σύγκαιρα σαρκαστική και ράθυμη στον ναύκληρο·
Εκείνη την ώρα μπαίνει ένας και κράζει τον μπέη παράμερα: — Ένας γέροντας λέγει, εφάνηκε στην Πεζούλα ερχάμενος από τη θάλασσα. Έρχεται να γιατρέψη τη μπεοπούλα. Καθώς τ' ακούει εκείνος ευθύς αναγάλλιασε. — Τρέξετε γλήγορα, λέγει στους ανθρώπους του· γλήγορα να μου φέρετε τον γέροντα. Τρέχουν εκείνοι αστραπή, βρίσκουν ένα κοντό και κακοτράχαλο γεροντάκι καβάλα σε μια κασσέλα.
Ένας μήνας δίχως δουλειά· έξη μήνες χρέος. Σύρε να κάμης κομπόδεμα και να κυβερνήσης σπίτι. Δόξα να έχη ο Χάρος που το έκλεισε γρήγορα· πέθανε η καπετάνισα στον χρόνο απάνω κ' έτσι ξενοιάσαμε. Από καράβι σε καράβι, από καπετάνιο σε καπετάνιο, από ταξείδι σε ταξείδι, δέκα χρόνια τα έκλεισα στη θάλασσα. Ζωή βασανισμένη· μια χαρά — τρεις τρομάρες.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν