Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Ιουνίου 2025
Τελικά το αποφάσισε και τράβηξε το γράμμα από το πάκο των χαρτιών. Ήταν λευκό ακόμα μέσα στο λευκό φάκελο, σαν να το είχαν γράψει χθες και να μην το είχε διαβάσει κανείς ακόμη. Η Νοέμι κάθισε στο κρεβάτι, αλλά μόλις ξεδίπλωσε το χαρτί και ακούμπησε το χέρι στην μπρούτζινη σφαίρα του κρεβατιού, κάποιος χτύπησε στην εξώπορτα: στην αρχή ένα χτύπημα, έπειτα τρία, και μετά συνεχόμενα.
ΑΜΛΕΤΟΣ Πρόσεχε, Γυιλδενστέρνη· — και συ ακόμη· — εις κάθε αυτί να μη λείπη ακουστής · εκείνο το τρανό παιδί οπού βλέπεις εκεί δεν εξεσπαργανώθηκε ακόμη. ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ Μη και δευτεροσπαργανώθηκε, διότι, ως λέγουν, ο γέ- ρος είναι δεύτερη φορά μωρό. ΑΜΛΕΤΟΣ Θα προφητεύσω· έρχεται να μου δώση την είδησιν των ηθοποιών προσέξετε. — Σωστά λέγεις, Κύριε, — ήταν την δευτέραν το πρωί πραγματικώς.
Όσο για κείνο όμως που είπες ότι οι Έλληνες δεν είχαν κριτικούς της Τέχνης, αυτό σε βεβαιώ είναι μεγάλη πλάνη, θα ήταν πιο σωστό νάλεγες πως οι Έλληνες ήταν έθνος τεχνοκριτών. ΕΡΝΕΣΤΟΣ. — Αλήθεια; ΓΙΛΒΕΡΤΟΣ. — Και βέβαια, έθνος τεχνοκριτών. Αλλά δεν θέλω να σου χαλάσω την ηδονικήν αναληθή εικόνα, που μου ζωγράφισες, της σχέσεως του Έλληνος καλλιτέχνη με τη διανοητικότητα της εποχής του.
Θελα 'ειπής, μου λες, ακόμα; Αμ σε πιάνω — Κι' όλο τρίμματα σε κάνω, Α σ χ η μ ά δ α Φεύγα να μη σε ιδώ· φεύγα απομπρός μου. Ω μούτρο φοβερό, σκιάχτρο του κόσμου, Πια μάνα ήταν αυτή, και πιος πατέρας, Που σ' έκαμαν να βγης σε φως ημέρας. Τόσο πολύ κακό τόσο ψηγάδι, Να βρίσκεται ποτέ σ' όλον τον άδη! Να ίδε, ή θα ιδή τέρας κανένα Ο ήλιος πουθενά, ωσάν κι' εσένα!
Αλλά το διαλυμένο δηλητήριο που βγήκε από την γλώσσα του τέρατος άναψε απάνου στο σώμα του, και ο αντρείος έπεσε λιποθυμισμένος στα ψηλά χορτάρια που ήσαν γύρω από τον βάλτο. Λοιπόν μάθετε, ότι ο φυγάς με τα σηκωμένα κόκκινα μαλλιά ήταν ο Αγκυγκεράν ο Ρούσσος, αυλάρχης του Βασιλέα της Ιρλανδίας, κι' ότι γύρευε την Ιζόλδη την Ξανθή.
Ήταν μια γυναίκα μεγαλόκορμη, κατσουφιασμένη και φοβερή. Τα χείλη της σμιχτά και φουσκωτά, μοιάζανε με σάλπιγγα έτοιμη να τρανολαλήση κατορθώματα. Τα ορθάνοιχτα μάτια της προξενούσαν τρομάρα· τα σμιχτά φρύδια της έρριχναν κάποια έγνοια στο αρμονικό σύνολό της. Τα μαλλιά της φουντωτά κ' ελεύθερα είχανε το θράσος και το θυμό πεινασμένων φιδιών.
Όθεν οι μήνες ήσαν εις μεγάλην ανησυχίαν ήρχισαν να επιρρίπτουν κατ' αλλήλων την ευθύνην κ' έκαστος εζήτει μέσον όπως αποσυρθή της δυσχερούς θέσεως, εις την οποίαν επεριπλέχθη εξ απερισκεψίας. — Εγώ το είπα, δεν ήταν καλό να τον βαρέσουμε, έλεγεν ο είς. — Εγώ δεν βάρεσα καθόλου, εδικαιολογείτο ο άλλος. — Ναι, εσύ έδωκες την γροθιά που τώπρησες το μέτωπο.
Όταν θάρχεται να μου κάνη επίσκεψι με την άμαξά της και δεν προσέξη κάποτε να χαιρετήση κανένα γείτονά μου, θάχω ν' ακούω του κόσμου τις κοροϊδίες. Βλέπετε, θα λένε, την κυρία αυτή μαρκησία, που μας κρατάει τόση πόζα; είνε η κόρη του κυρ Ζουρνταίν. Όταν ήταν μικρή το θεωρούσε χαρά της να παίζη τις κουμπάρες μαζί μας. Δεν ήταν δα άλλοτε τόσο σπουδαίο υποκείμενο όπως θέλει να μας περάση τώρα.
Ο Μπαρμπατρίμης που ακολουθούσε συλλογισμένος το χτίσιμο του τέμπλου κ' εγύριζε ζερβόδεξα το μάτι, σαν σκυλί κυνηγάρικο που μυρίζεται τον αέρα είπεν άξαφνα του καπετάνιου: — Καπετάν Κρεμύδα, θα μας βγάλη αέρα ο Νότος λέω να πάρουμε κάτω λίγα πανιά. Μα εκείνος αφαιρεμένος στο πουλί είπεν αδιάφορος: — Μπα! καλοκαιρινός είνε· ας το κι' ας πάει... Ο καπετάνιος ήταν αγαθός άνθρωπος.
Πώς ξέρουν και μπερδεύουν τη ζωή οι άνθρωποι! Θα ήταν τόσο απλό χωρίς αυτούς, και τόσο βαθύτερη, και τόσο πιο αληθινή! Θα ήμουν σαν το κύμα, θα ήμουν σαν το χορτάρι και σαν τον άνεμο και σαν το βράχο. Δεν είμαι άνθρωπος, αφού οι άνθρωποι δε μ' αρέσουν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν