Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025


Μα εφτύς το χαραμέρι μόλις θωρούσε χρύσωνε τη θάλασσα τους άμμους, κι' έζεβε τότες τ' άλογα στ' αμάξι, κι' από πίσω τον Έχτορα έδενε κι' εφτύς ναν τον τραβά αρχινούσε. 15 Και κύκλω αφού τον έσερνε στον τάφο του Πατρόκλου τρεις γύρους, τότε ησύχαζε μες στην καλύβα πάλι και προύμτα, το νεκρό στρωτό παράταε μες στις σκόνες. 18

Είπε, κι' ο γέρος σκιάχτηκε κι' εφτύς ξυπνάει τον κράχτη. Τ' άλογα τότες ο Έρμης τους ζέβει και μουλάρια, 690 και μόνος του ίσα τα χτυπάει κατά τον κάμπο πέρα γοργά γοργά, χωρίς ψυχή να νιώσει πως περνούσαν.

Μον τώρα ελάτε, κι' ότι εγώ σας πω ας το κάνουμε όλοι. 75 Τ' άλογα στο χαντάκι ομπρός οι παραγιοί ας βαστάξουν, κι' εμείς πεζοί με τ' άρματα παραταγμένοι ας πάμε μαζί όλοι με τον Έχτορα αχώριστοι· οι Αργίτες δε θα σταθούν αν πια θεών τους κυνηγάει κατάραΕίπε κι' εκείνου τ' άρεσε ο γνωστικός ο λόγος, 80 και πήδησε απ' τ' αμάξι εφτύς αρματωμένος χάμου.

Τέλος πια ο Αίας μίλησε στο γιο τ' Ατριά Μενέλα 651 «Τήρα, Μενέλα θεϊκέ, αν ζωντανά ίσως κάπου δεις το λεβέντη Αντίλοχο, του γέρου γιο Νεστόρου, και ξόρκισ' τον να τρέξει εφτύς στον Αχιλέα ως πέρα και ναν του πει πως χάθηκε ο λατρεφτός του βλάμης655

Κι' ενώ μπροστά του ασπίδες κρατούσανε οι συντρόφοι του, μήπως τυχόν πλακώσουν πριν οι γενναίοι Δαναοί πριν δούνε χτυπημένο 115 τον ξακουστό τ' Ατρέα γιο, τον καστανό Μενέλα, έβγαλε αφτός το σκέπασμα της θήκης, και σαΐτα πήρε καινούργια φτερωτή, πηγή των μάβρων πόνων· και τη σαΐτα απάνου εφτύς στερέωσε στην κόρδα, κι' έκανε τάμα του θεού, τ' αχτιδοστάλτη Απόλλου, πλήθος αρνιά πρωτόλουβα να σφάξει στο βωμό του, 120 πίσω σαν πάει στον τόπο του, στη βλογημένη Ζέλια.

Μον με τα μάτια στους οχτρούς απάνου, πίσω πάντα 605 τραβιέστε, και με τους θεούς πολέμους μη ζητάτεΕίπε, κι' εφτύς πολύ κοντά τούς ζύγωσαν οι Τρώες. Έσφαξε τότε ο Έχτορας καλούς διο ακοντιστάδες, διο σ' ένα αμάξι· Αχίγιαλο τους λέγαν και Μενέστη.

Μας λέει τότε ο προφήτης, σαν που τους κάτεχε βαθιά, τους ορισμούς τ' Απόλλου. 385 Πρώτος προβάλλω εφτύς εγώ το Φοίβο να μερώσουν· μα πήρε ο βασιλιάς φωτιά, κι' όρθιος μεμιάς πετιέται και μια φοβέρα μούρηξε που κι' είναι κανωμένη.

Κι' αφτός τον βλέπει, εφτύς πηδάει και κράζει με περφάνια, «Να το θεριό που την ψυχή μού μάσησε ως στη ρίζα, 425 που μούσφαξε τ' αδέρφι μου! Κρυφτούς πια εδώ δεν έχει, παρά θα δούμε τώρα εφτύς πιος θενά φάει τον άλλοΕίπε, τον κοίταξε λοξά και του φωνάζει πάλι «Έλα σιμά να μπεις γοργά στου χάρου τα πλεμάτια

Είπε, κι' εφτύς σηκώθηκε στη μέση ο Πολυποίτης, σηκώθηκε κι' ο Λιονταράς, στεριοδεμένος άντρας, κι' ο Επειγός, και τέταρτος του Τελαμώνα ο Αίας, και στάθηκαν σειρά. Κι' αρπάει ο Επειγός τη σφαίρα, και ρήχνει αφού τη χόρεψε· και γέλασε μαζί του 840 το πλήθος όλο. Δέφτερος ο Λιονταράς τη ρήχνει. Τρίτος την έρηξε ο τρανός του Τελαμώνα ο Αίας με στέριο χέρι, και περνάει κάθε αλλουνού σημάδι.

Είπε, κι' εκιός τον άκουσε κι' ήρθε σιμά τρεχάτος, κι' είχε στα χέρια φονικές σαΐτες και δοξάρι πισώσυρτο· κι' αρχίζει εφτύς να ρήχνει στα γιομάτα. Και του Πεισάνορα βαράει το γιο, τον άξιο Κλείτο, 445 το σύντροφο του φημιστού λεβέντη Πολυδάμα, ενώταν μες στην άμαξα.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν