Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025
Μα αφού με γέλασε, κι' αφτή την πήρε μου απ' τα χέρια, να με δολώσει ας μη ζητάει . . . τον ξέρω, δε με πιάνει. 345 Μόνε, Δυσσέα, μ' εσένα πια και τους λοιπούς αρχόντους ας δει να σώσει οχ της φωτιάς τις φλόγες τα καράβια.
ΑΔΜΗΤΟΣ Είναι πολλή ανάγκη αυτό να γίνη τώρα που δεν θα έχουνε εσένα. ΑΛΚΗΣΤΙΣ Ω παιδιά μου, τώρα που έπρεπε να ζω για σας, πεθαίνω τώρα. ΑΔΜΗΤΟΣ Αλλοίμονο! Χωρίς εσέ, ο δόλιος πως να κάμω; ΑΛΚΗΣΤΙΣ θα με ξεχάσης με καιρό. Εκείνος που πεθαίνει δεν είναι πλέον τίποτα. Με τον καιρόν ξεχνιέται. ΑΔΜΗΤΟΣ Μη με αφήνης, πάρε με κ' εμέ μαζί σου κάτω. ΑΛΚΗΣΤΙΣ Φθάνει ότι πεθαίνω εγώ για σένα.
Μα αφτός δεν έχει διο μιαλά, μήτε ποτές του θάχει· για κείνο που μου φαίνεται θαν το χαρεί μια μέρα. Μον έμπα τώρα, αντράδερφε, και πάρε να καθήσεις κοντά μου εδώ, τι σ' έπνιξαν εσένα πρώτα οι κόποι 355 απ' τ' Αλεξάντρου τ' άδικα κι' εμένανε της σκύλας, που μάβρη μοίρα ο ουρανός μάς έχει φυλαγμένα, έτσι που πάντα κι' οι στερνοί να μας θυμάντε αθρώποι.»
Εσύ, πού τη βρήκες την πραγματική σωτηρία; Ζώντας για τους άλλους∙ αυτό θέλω να κάνω κι εγώ, Έφις», πρόσθεσε, μιλώντας του κοντά στο πρόσωπο. «Εσύ είσαι που με έσωσες∙ σαν κι εσένα θέλω να είμαι… Απάντησε, έχω δίκιο; Σ’ έριξα καταγής, στην Ολιένα, αλλά και τους αγίους τους κακομεταχειριστήκαν, δεν έπαψαν όμως να είναι άγιοι.
ΑΔΜΗΤΟΣ Τώρα μονάχα βλέπω πόσο σ' αρέσει η ζωή. ΦΕΡΗΣ Σ' εσένα δεν αρέσει, που άλλος για σένα πέθανε και τώρα τον παιδεύεις; ΑΔΜΗΤΟΣ Είναι σημάδι και αυτό δικής σου ανανδρίας. ΦΕΡΗΣ Τώρα θα πης πως πέθανεν η Άλκηστις για μένα! ΑΔΜΗΤΟΣ Εύχου να μη με χρειασθής ποτέ, σε καμμιά ανάγκη· ΦΕΡΗΣ Πάρε και άλλες σαν κι' αυτήν για νάχης να πεθαίνουν. ΑΔΜΗΤΟΣ Δική σου είναι η ντροπή, που ήθελες να ζήσης.
Ετράβηξε ίσα στο σπίτι μου. — Χρυσούλα, μου είπε κλαίοντας, και οι δύο μια την έχουμε την πληγή. Εσύ έχασες τον αρραβωνιαστικό σου κ' εγώ τον αδερφό μου. Το κακό που έκαμα σ' εκείνον ήρθα να το πληρώσω δουλεύοντας σκλάβος σ' εσένα. Θα γίνω άντρας σου. Έτσι έγινε άντρας μου ο αντράδερφος κ' έγινε πατέρας σου. Μα δεν έζησε ούτε να σε γνωρίση. Νυχτόημερα τον ετυρανούσε η κόλασι κ' επέθανε μονοχρονίς.
Τι νάρθει ως το στρατό θνητός, και νιος αν πεις λεβέντης, 565 δε θα κοτούσε· τους φρουρούς δε διάβαινε κρυφά τους, μήτε και σάλεβε έφκολα της πόρτας μου το σύρτη· Έτσι άσε, γέρο μην κεντάς τη θλιβερή καρδιά μου, μήπως — και πρόσπεφτο έτσι εδώ — κι' εσένα δε σ' αφήκω γερό, και τότες στου Διός το λόγο θ' αμαρτήσω.» 570 Είπε, κι' ο γέρος σκιάχτηκε και τ' αγρικάει το λόγο.
'ς το δώμα ως είδαν άνθρωπον άφωνοι έμειναν όλοι, και ξυππασμένοι εκύτταζαν• ικέτευ' ο Οδυσσέας• 145 «Αρήτη, του Ρηξήνορα ω κόρη του ισοθέου, 'ς τον άνδρα σου ο πολύπαθος προσπέφτω και εις εσένα, και εις τους συνδείπνους• οι θεοί να τους χαρύνουν ζώντας, και των παιδιών 'ς το σπίτι του καθείς να παραδώση το είναι του, και την τιμή, 'που του 'χει δώσει ο δήμος. 150 κ' εμέ στείλετε ογλήγορα να φθάσω εις την πατρίδα, 'πώχω καιρούς 'που αδημονώ μακράν των ποθητών μου».
Στον καθρέφτη άντα τηριέσαι, Φύλλι, μη μου ξεπλανιέσαι, Τόσο να παραπροσέχης, Για να βρης τι τάχα έχεις Που μαγεύεις τον καθένα, Όποτε αντικρύση εσένα. Γιατί αυτό που σε στολίζει, Κι' οχ της άλλαις σε χωρίζει, Αν εσύ καλά γνωρίσης, Αλλον πλιο δε θ' αγαπήσης· Και θα πάθης στην καρδιά σου, Ό,τι οι άλλοι οχ τη θωριά σου. Και αλοίμονο σε εμένα, Που θα ελπίζω στα χαμένα.
Τι είναι το χειρότερον; Να θέλης να πατήσω τον όρκον μου; ή το κακόν να λέγης του ανδρός μου, μ' αυτήν την ίδιαν την φωνήν που μου τον επαινούσες και ταίρι δεν του εύρισκες τόσαις φοραίς και τόσαις; Ω! φύγε, σύμβουλε κακέ! Από εδώ και πέρα θα κάμη διαζύγιον μ' εσένα η καρδιά μου. — Να ιδώ αν ο καλόγηρος μου εύρη θεραπείαν. Αν κι' απ' εκεί απελπισθώ, μου μένει ν' αποθάνω!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν