Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025
Εσένα θα σε ζουλέβουν όλες οι γυναίκες, γιατί πλούτη κι αρχοντιά η καθεμιά μπορεί νάχη· μπορεί νάχη η καθεμιά καρδιά μεγάλη και μεγάλο νου· η καθεμιά δεν μπορεί νάχη αθάνατη δόξα σαν και σένα.
Έναν αυφέντη μοναχά γνωρίζομε στον κόσμο, εσένα δε σε σκιάζομαι μηδέ σε λογαριάζω. ΓΟΡΓΩ Σώπαινε πια· τον Άδωνι θα τραγουδήση τώρα η τραγουδίστρα η ξακουστή, η κόρη της Αργείας, εκείνη που την βράβεψαν πέρσι στο μυρολόγι. Κάτι καλό θε να μας 'πή· να, τη φωνή ακονίζει.
Δεν πας να παίζης τσι κουτσούνες μετά κοπελιδάκια; Μα η Βαγγελιά δεν είνε δα και κοπελιδάκι. Κοσιεφτά κοσιοχτώ χρονώ 'νε. Αν ήτονε παντρεμένη τον καιρόν τση, θάχε παιδιά, σαν εσένα. Μάνα σου πέφτει, μωρέ, και συ κάθεσαι και λες πως την αγαπάς και πως θα τήνε πάρης. Μα ώστε να φτάξης εσύ τον καιρό τση παντριγιάς, αύτη θάνε γρα, ζαρωμένη και φαφούτα.
ΙΠΠΟΤ. Ο τρελλός με λόγια του αστεία πασχίζει διασκέδασιν 'ς τον πόνον του να φέρη. ΚΕΝΤ Γνωστός μου είσαι και τολμώ, διότι σε γνωρίζω, κάτι πολύ σημαντικόν να πιστευθώ σ' εσένα. Οι δύο δούκες σύγγαμβροι τα έχουν χαλασμένα, αν και ακόμ' οι πονηροί την έχθραν των σκεπάζουν. Αλλ' εν τοσούτω έρχεται με δύναμιν ο Γάλλος εις το βασίλειον αυτό το κατασπαραγμένον.
— Μα να ιδήτε τι τ' απαντάει κι ο Σκεντέρμπεης. «Εγώ ο Σκεντέρμπεης, του γράφει, βασιλιάς της Αρβανιτιάς, σ' εσένα τον πρίγκηπα του Ταράντου. Κατηγοράς πολύ βαριά κι άσχημα τους ανθρώπους μου και παρομοιάζεις τ' ασκέρι μου με χαζά πρόβατα. Τα έργατά μας σου έδειξαν την αξιάδα μας και την παλληκαριά μας.
Λέγαμε και ξαναλέγαμε πάντα τα ίδια. — Όχι! όχι! Μην πης τέτοια λέξη, μην πης πως τον αγαπώ. Δε θέλω να τον αγαπώ, δεν πρέπει να τον αγαπώ. Εσύ έχεις τα λόγο μου· εσένα θα πάρω. Λυπούμαι που διάβασα το γράμμα και ντρέπουμαι τώρα.
Για αφτό κι' εσένα κλαίω γω με σπλάχνα πληγωμένα, 773 θρηνάω μαζί κι' εμένανε· τι φίλο πια δεν έχω, λόγο καλό δε θ' αγρικώ, τι μ' αποστρέφουνται όλοι.» 775 Έτσι είπε, κι' έκλαιγε έπειτα το πυκνωμένο πλήθος. Και τότε ο γέρο-Πρίαμος στους Τρώες λέει διο λόγια «Τώρα, παιδιά μου, σύρτε πια για ξύλα, δίχως φόβο από καρτέρι των οχτρών.
— Εδώ είσαι, μπάρμπ’-Αλέξανδρε; — Εδώ. Μοναχός σου ήρθες; πού είνε η παρέα σου; — Μ' εγέλασε . . . Μην τα ρωτάς, μπάρμπ’-Αλέξανδρε. Όσα τροπάρια είξερα — και ξέρω πολλά ολίγα — όλα τα είπα στον δρόμον. — Γιατί; φοβήθηκες; — Κρότιζε ο τόπος. Εσένα δεν σ' έμελε; — Όχι τόσο. Απ' του Βαραντά ήρθες; — Απ' το Πετράλωνο. Εσύ απ' του Βαραντά; — Ναι. — Δεν εφοβήθηκες, εκεί στο ρέμμα;
Δόξα στον πόνο που σ' εσπάραξε, Μητέρα των θλιμμένων. Σε γονυκλισίες εξαϋλώθηκε — στο στασίδι τυράγνησε τα κόκκαλά του — στη δέηση κέρωσε — στην τύψη του σε είδεν όραμα ο ασκητής που σ' έχει ζωγραφισμένα. Των παθημάτων μου η σοφία λαμπάδα σ' εσένα γίνεται, της σιωπής μου η μουσική τροπάριο βυζαντινό ανεβαίνει στη δόξα σου. Ωραία είσαι σαν ψυχή που επόνεσε. Ωραία είσαι σαν ευτυχία που χάθηκε.
ΦΕΡΗΣ Παιδί μου, ήλθα κ' εγώ να κλάψωμε μαζί τη συμφορά σου. Κανείς δεν έχει αντίρρησι πως έχασες γυναίκα, που ήταν καλή και φρόνιμη. Μα τι να κάμης τώρα; Όσω κι' αν είναι δύσκολο, θα το υποφέρης. Δέξου και βάλε της στον τάφο της τα λίγα αυτά στολίδια. Γιατί αξίζει απ' όλους μας να τιμηθή το σώμα εκείνης που απέθανε για να σε σώση εσένα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν