United States or Libya ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το νού σου μη σκοτίζεις, Παρόμια να φροντίζης. Μ' όπιον άλλον συγηστώ Να πεισμόσω ενδέχεται. Μπορώ ν' αποφασίσω Τη γλώσσα να τροχήσω. Τ' αλαφρά σου τα μυαλά Δεν ξεσυνερίζομαι. Τα λόγια σου δεν πιάνω, Τον κόπο μου δε χάνω. Πού μετριούνται τα πολλά, Άμμος είναι θάλασσας! Τα μασκαράτικά σου Και λόγια κι' έργατά σου.

Οι άντρες και με τα μάτια και με τα χέρια και με τα λόγια έδειχναν τον τρανό θαυμασμό τους για τα έργατα των παπούδων τους, και κάποτε κάποτε δε λησμονούσαν να ρίχνουν βαριά κατάρα και φοβερό ανάθεμα, σ' εκείνους τους άθεους που τα χάλασαν και τα ξεχώνιασαν. Κ' έτρεχαν όλοι μαζί από πόρτα σε πόρτα κι από προμαχώνα σε προμαχώνα.

Για αφτά τα λόγια κι' έργατα ο γέρος σκυλιασμένος κράτησε τόσα, κι' έδωκε να μοιραστούνε τ' άλλα στο πλήθος, μην του πάει κανείς αδικημένος σπίτι. 705 Εμείς αφτά τα σάξαμε ένα ένα, και στο κάστρο σφάξαμε γύρω στους θεούς.

Μα να εδήτε τι τ' απαντάει κι ο Σκεντέρμπεης. «Εγώ ο Σκεντέρμπεης, του γράφει, βασιλιάς της Αρβανιτιάς, σ' εσένα τον πρίγκηπα του Ταράντου. Κατηγοράς πολύ βαριά κι άσχημα τους ανθρώπους μου και παρομοιάζεις τ' ασκέρι μου με χαζά πρόβατα. Τα έργατά μας σου έδειξαν την αξιάδα μας και την παλληκαριά μας.

Οι άντρες και με τα μάτια και με τα χέρια και με τα λόγια έδειχναν τον τρανό θαυμασμό τους για τα έργατα των παπούδων τους, και κάποτε κάποτε δε λησμονούσαν να ρίχνουν βαριά κατάρα και φοβερό ανάθεμα σ' εκείνους τους άθεους που τα χάλασαν και τα ξεχώνιασαν. Κ' έτρεχαν όλοι μαζί από πόρτα σε πόρτα κι από προμαχώνα σε προμαχώνα.

Κιόταν τη ρωτήσαμε για την άρρωστη, ο θυμός της ξέσπασε: — Γραφές μαζόνει. Μα ο Θεός δεν είν' Αρβανίτης και καθενούς του δίδει κατά τα έργατά του και κατά τη ψυχή του. Εγώ, ο Θεός το κατέει, την ελυπήθηκα κεπήα να τήνε παρηγορήσω. Αθρώποι 'μεστα. Μα η μάνα τση εθάρρεψε, πρέπει, πως επήα να τώσε πέσω.

Μα να ιδήτε τι τ' απαντάει κι ο Σκεντέρμπεης. «Εγώ ο Σκεντέρμπεης, του γράφει, βασιλιάς της Αρβανιτιάς, σ' εσένα τον πρίγκηπα του Ταράντου. Κατηγοράς πολύ βαριά κι άσχημα τους ανθρώπους μου και παρομοιάζεις τ' ασκέρι μου με χαζά πρόβατα. Τα έργατά μας σου έδειξαν την αξιάδα μας και την παλληκαριά μας.

Τι με καράβια παν τη μια στη Χρύσα οι μαβρομάτες Αργίτες έχοντας μαζί για το θεό σφαχτάρια, 390 και την κοπέλα οι Δαναοί που μούδωκαν εμένα, ήρθαν πολιώρα οι κράχτες του και πίσω μού την πήραν. Μα βόηθα, μάννα, εσύ, αν μπορείς, τον αντριωμένο γιο σου. Σύρε να πάς στον Έλυμπο και να περικαλέσεις το Δία, αν την καρδιά άλλοτες, ή μ' έργατα ή με λόγο, 395 μια στάλα του τη γλύκανες.