United States or Denmark ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μον όλοι ελάτε ας κάνουμε σαν που θα πω σας τώρα. Σύρτε πλαγιάστε, μα καλά με φαγοπότι πρώτα 705 χορτάστε την κοιλιάτι αφτό δίνει ζωή και θάρροςκαι σα χαράξει η όμορφη ροδοδαχτύλω αβγούλα, καιρό μη χάνεις, το στρατόπεζούς κι' αμαξωμένουςπαράταξ' τους εδώ μπροστά κι' οδήγα τους στη μάχη· μαζί μας, γιε τ' Ατριά, κι' εσύ πολέμα με τους πρώτους

Και μπήγει εφτύς το κλάμα και κράζει με ξεφωνητά σ' όλη τη χώρα κάτου «Άντρες γυναίκες, τρέξτε εφτύς τον Έχτορα να δείτε... Πασίχαρι αχ τον βλέπατε σα γύριζε οχ τη μάχη 705 σ' άλλους καιρούς, τι του λαού χαρά 'ταν και καμάριΕίπε, κι' αφτού δεν έμεινε ψυχήγυναίκα ή άντραςστη χώρα, τι όλους έπιασε αβάσταχτη σα λύπη, μον παν τους σμίγουν στο πορτί με το νεκρό στο κάρο.

Κι' άδραξε τότε ο Έχτορας πελαγοδρόμο πλοίο 704 πανώριο φτεροτάξιδο, πούχε στην Τριά φερμένα 705 τον Πρωτεσίλα, μα ξανά και στ' Άργος δεν τον πήγε.

Τριπόδι φλογοδιάσκελο του νικητή τού βάζει μεγάλο, πούλεγε ο στρατός δώδεκα βόδια κάνει· μα ακόμα και του δέφτερου πάει και στη μέση βάζει γυναίκα πούξερε πολλές δουλιές, και μεταξύ τους πως κάνει ως βόδια τέσσερα τη λέγανε οι Αργίτες. 705 Και στάθηκε όρθιος κι' έκραξε μες στου στρατού τη μέση. «Ελάτε τώρα πάλεμα, κι' ας σηκωθούνε διο σας

Και σα θέλεις λίγον κόπο 695 Κάνομε ως αυτόν τον τόπο, Μήπως τύχη και το βρούμε, Και χωρτάτα δροσιστούμε. Συνοδιά το δρόμο παίρουν, Και αρκετή ώρα γύραις φέρουν· 700 Τελοσπάντων πιτυχαίνουν, Κι' ευχαριστημένοι μένουν. Το πηγάδι είχε πλάτο, Κι' αρκετό νερό στον πάτο· Εύκολο ήταν να κατέβουν, 705 Μόνε δύσκολο ν' ανέβουν·

Για αφτά τα λόγια κι' έργατα ο γέρος σκυλιασμένος κράτησε τόσα, κι' έδωκε να μοιραστούνε τ' άλλα στο πλήθος, μην του πάει κανείς αδικημένος σπίτι. 705 Εμείς αφτά τα σάξαμε ένα ένα, και στο κάστρο σφάξαμε γύρω στους θεούς.

Είπε• και αυτής τα γόνατα κοπήκαν και η καρδία• αμιλησιά τα λόγια της επήρε, κ' εγεμίσαν δάκρυα τα μάτια, κ' έσβησεν η δροσερή φωνή της. 705 και αργά πολύ μετέπειτα απάντησέ του κ' είπε• «Κήρυκα, το παιδί γιατί μου 'φυγε; δεν συμφέρει εις τα καράβια νά 'μπη αυτός, οπού 'ναι για τους άνδραις 'σαν της θαλάσσης άλογα, και σχίζουν τόσο κύμα. ή μήπως θέλει να χαθήτην γη και τ' όνομά του710