Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025


Μου ήρθε στο νου εκεί που μια από αυτές τις μέρες καθόμουνα και κρατούσα το χέρι της γυναίκας μου και κείνη ακκουμπούσε το κεφάλι της στον ώμο μου. — Να είμαι τόσο μακριά από σένα! είπε ένα βράδι. Να είμαι τόσο μακριά! Είμουνα γιατί νόμιζα πως ήθελες να μ' εμποδίσης να πάω να βρω το Σβεν. — Τώρα δεν τα θέλεις πια; είπα. — Όχι, όχι, απάντησε. Τώρα θέλω να μείνω μαζί σου.

Έλαμπε το φεγγάρι, και θωρώντας την ομορφιά εκείνη ολόγυρά μου, συλλογιούμουν αν είταν αλήθεια αυτό που έτρεξε κάτω στο τραπέζι, α γίνεται να ζη στον κόσμο Ρωμιός που να λέη τέτοια λόγια με την καρδιά του. Είμουνα σαστισμένος.

Είμουνα εγώ το βασιλόπουλο που έπρεπε ν' ανοίξω τον πύργο που έκλεινε μέσα τη χαρά. Είμουνα εγώ το παλληκάρι που έμαθα να κάνω το καλό ως και στα μικρούλια τα μερμήγκια, και που προσμένω την πλερωμή τους μια μέρα, σα θα τα χρειαστώ για το τρανό στοίχημα της Πεντάμορφης του κόσμου.

Κάθε ώρα μου φαίνεται γεμάτη από την ευτυχία μου. Μου είναι τόσο παράξενο να συλλογίζουμαι τώρα, πως μια φορά όταν είμουνα πολύ νεώτερη, πιθυμούσα να πεθάνω για να πάω στον ουρανό. Τι νόημα είχε αυτό και τι ποθούσα; Μου φαίνεται πως το λησμόνησα, σα να μη στάθηκε ποτέ. Το μόνο, που κάποτε προτήτερα το αιστανόμουνα βαριά, είτανε το πως δε θα ξαναέβλεπα ποτέ τον πεθαμένον πατέρα μου.

Την είδα να κλείνη πίσω της την πόρτα, κ' έμεινα όπως είμουνα καθισμένος κ' είχα το συναίστημα πως όλα όσα έζησα μαζί της είτανε πεθαμένα και χαμένα και πως τώρα θα μας άφινε. Ένοιωσα πως αν δεν το έκαμε, αυτό δεν έγινε χάρη μου, μα χάρη του μικρού με τα χρυσά μαλλιά και τα παράξενα παιδικά μάτια, του μικρού αγγέλου της, που ήρθε και την έδεσε με τη ζωή.

Της είπα τι φόβο είχα να ξαναγυρίσω εκεί και ναρχίσω την καθημερινή εργασία τώρα που ήξερα πως η κρυστάλλινη φωνή του δε θα με προσδεχότανε και δε θα κρυβότανε ο μικρός να με περιμένη να γυρίσω. Όλα αυτά της τα είπα κ' αιστάνθηκα πόσο ησυχότερη έγινε κει που ακκουμπούσε στο στήθος μου. Είμουνα ευτυχισμένος με τη συναίστηση πως μπορούσαμε ακόμα να αιστανόμαστε απαράλλαχτα κ' οι δυο.

Ο Θεός να μας τον πολυχρονίζη, κοίταξε πώς έρχεται με τα χαμηλωμένα τα μάτια. Πάμε, καημένη, μαζί του και μεις να πούμε δυο λόγια της καλής μας αρχόντισσας. Είμουνα η πρώτη που πήγα στο γάμο της κόρης της, πρώτη θα πάγω και στη μεγάλη αυτή τη θλίψη της. Συνέσ. Καλημέρα, χριστιανές μου. Τι πάθετε, χριστιανές μου; Να μην ήρθε ο Χάρος στο σπιτικό σας; Περμ.

Ο κακόμοιρος ο Πάλμος! Μου μιλούσε για τη γλώσσα, μην τύχη και θαρρέψω πως αδιαφορούσε και δε συλλογιούνταν πάρα τα δικά του. Δε μου άρεσε όμως το γράμμα του, μάλιστα εκεί που έλεγε πως ίσως είταν καλήτερο να μην πεθάνη. Την άλλη μέρα, το βράδυ, είμουνα στο Παρίσι. Έτρεξα στην εξοχή που κάθουνταν ο Πάλμος. Η νοικοκερά ήρθε βιαστικά να μ' ανταμώση και μου τα είπε όλα.

Γιατί ένοιωθα ένα συναίστημα ενοχής μέσα μου, ένα συναίστημα ενοχής που με βάραινε. Όμως δεν μπορούσα να βρω πότε έσφαλα. Νόμιζα πως χωρίς άλλο εγώ είμουνα ο ένοχος. Όταν πήγα να κοιμηθώ, είδα πως η Έλσα είταν ξυπνητή ακόμα. Όταν όμως έπεσα, έσκυψε και μου φίλησε το χέρι. Ποτέ άλλη φορά δεν είδα το πρόσωπό της με τόσο ευτυχισμένη έκφραση.

Δεν πολυχρειάζονται για τον καθαυτό σκοπό του βιβλίου, ώστε το παραλείπουμε κι αυτό το κεφάλαιο. Δεν ξέρω πόσα χρόνια, και πόσοι μήνες πέρασαν από τότες που με πρωτοπήρε η μάννα μου στο Σκολειό. Πρέπει να είμουνα στα δώδεκα τώρα. Πρέπει να κόντευε χρόνος που δεν ήρχουνταν πια μήτε η Ελένη μήτε η Αννούλα. Δεν την έβλεπα πια τώρα κάθεμέρα την Ελένη.

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν