Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025
Γιατί μ' έκαμες τόσο ευτυχισμένη, όσο δεν μπόρεσα να σε κάμω εγώ ποτέ. Μου έδωσες τρία παιδιά, τα δυο μεγάλα και το μικρό Σβεν. Και τι μπορώ εγώ να κάμω γι' αυτά, για σε, για όλους σας; Είμαι τόσο άρρωστη και δε θα γίνω ποτέ καλά. Πρέπει να με λησμονήσης. Ω ναι, το ξέρω πως θα λυπηθής για με, γιατί μ' αγαπάς, αν κ' είμουνα πάντα φιλάστενη κι αδύνατη και δεν μπορούσα να κάμω τίποτες για κανένα.
Άλλα δεκατέσσερα, κι άλλα εικοσιτέσσερα χρόνια, ώσπου πέρασε κάποιος και μου πάτησε το πόδι, και πήδηξα και με το συμπάθειο, βλαστήμησα, κι από την ομιλία μου το κατάλαβα πως δεν είμουνα πεθαμμένος, μόνο πως ονειρεύουμουν τόσα χρόνια! Κρίμα, κρίμα στα εξήντα μου χρόνια! Πού να τα ξαναβρώ πια τώρα! Εννιά μήνες Ελληνικά, και ξαπλώθηκα. Χάθηκα μέσα στα όνειρα!
Καθόμουνα εκεί κυριεμένος τόσο από το αίστημα αυτό, ώστε λησμόνησα πως δεν είμουνα μόνος κι όταν άκουσα τη φωνή της γυναικός μου, ταράχτηκα, σα να ξύπνησα σε μια νέα πραγματικότητα. Μιλούσε σιγά σα να μιλούσε με τον εαυτό της και στην αρχή άκουγα τα λόγια χωρίς να τα εννοώ.
Μπορείς να το νοιώσης πως ήθελα να το κάμω μόνη μου μέσα στη ευτυχία μου; Κ' είσουνα τόσο καλός μαζί μου κ' ευγενικός και χαρούμενος κ' είχα το συναίστημα πως είμουνα μια άπιστη γυναίκα και σ' απατούσα.
— Ό,τι είπα το πίστευα, ξακολούθησε με ζωηρότητα. Νόμιζα πως ήθελες να με βιάσης σε κάτι. Κ' έπειτα σε λυπόμουνα τόσο πολύ. Υπόφερες τόσο πολύ, περσότερο από μένα. Πρέπει να ξέρης όμως πως είμουνα τόσο άρρωστη, πολύ άρρωστη, ώστε δεν μπορούσα να συλλογιστώ άλλο τίποτε από τον εαυτό μου. Ω, είναι σα να ξαναξύπνησα πάλι! Έπιασε το κεφάλι της μ' ένα κίνημα που έδειχνε κάπως ανησυχία, κάπως ευτυχία.
Μα αιστάνθηκα πως το χαμόγελό μου μεταμορφώθηκε σε μορφασμό και δεν περίμενα ούτε να μου απαντήση. Ξακολούθησα να πηγαίνω πέρα δώθε με το ρολόγι στο χέρι, σα να ήθελα να τρέξω πριν από τον καιρό κι όταν έφτασε τέλος το αμάξι, είμουνα βέβαιος πως είταν αργά πια.
Μακάρι να μην πήγαινα σταγαπημένο μου το χωριό, μακάρι νάρχουμουν ίσια στο Μεσοβούνι! Θα μένανε στο νου μου γλυκές και καθάριες της νιότης οι θύμησες, που τις φύλαγα χρόνια και χρόνια μέσα στο νου μου στα ξένα, σαν ιερό φυλαχτήρι, σαν κλωνί δεντρολίβανο. Πήγαινα να λιγοθυμήσω, και το μύριζα, κι ανασταίνουμουν. Θαπέθνησκα δίχως εκείνο. Σαν πρωτογύρισα, είμουνα σαν τρελλός. Πετούσ' από τη χαρά μου.
Το πρωί είχα ξεχάσει ολότελα πως είμουνα εγώ, νόμιζα πως έγινα ένα πουλάκι, ένα ωραίο πουλάκι, πως θα πετούσα πάνου στα δέντρα, ύστερα, πάνου στα βουνά, κι από κει στα σύννεφα, πάνου στα σύννεφα — ήρθατε σεις και με κάματε να γίνω πάλι, να! — να γίνω σαν όλους εδώ κάτου, να θυμηθώ πως είμαι κι εγώ άνθρωπος, να κλάψω, ν' αναστενάξω, να πονέσω...
Ποιος θα με βαστούσε εμένα, αν είμουνα Παναγιά; Και τι τάχα; Τέτοιες αρρώστιες θα γιάτρεβα μόνο; Θα γιάτρεβα, παιδιά μου, και τις αρρώστιες της ψυχής.
Όταν είμουνα στην ακμή της ευτυχίας μου και ζούσα για σε και για τα παιδιά και για καθετίς που είταν ωραίο, και τότε το ήξερα πάντα πως θαρθή μια μέρα, που έπρεπε να τα χωριστώ όλα και πως τίποτε δε θα μπορούσε να μ' εμποδίση σ' αυτό. Ήξερα πως θα το ήθελα και δε θα το ήθελα, θα το πιθυμούσα και δε θα το πιθυμούσα κι όμως θα πήγαινα στο σκότος, όπου ανήκω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν