Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025
Κι ο Δάφνης, άμα έγινεν ησυχία, επήγε στον κάμπο όπου έβοσκαν και μήτε τα γίδια βλέποντας, μήτε τα πρόβατα συναπαντώντας, μήτε τη Χλόη βρίσκοντας, παρά ερμιά μεγάλη και πεταμένο το σουραύλι, που με δαύτο ουνήθιζε να διασκεδάζη η Χλόη, φωνάζοντας δυνατά και κλαίοντας θρηνητικά, πότε έτρεχε κατά τη βαλανιδιά, όπου εκάθονταν, πότε κατά τη θάλασσα για να ιδή τη Χλόη και πότε στη σπηλιά των νυμφών, όπου είχε ζητήσει προστασία, όταν την έπιασαν.
Ο Μ α τ ζ ο ύ κ α ς ή ο Αυτοδίδαχτος Γιατρός Σ' ένα μέρος σ' έναν τόπο Με πολύ θαμάσιον τρόπο, Με ξαπόρεσι κοινή, Και σε διάστημα ημέρας, Εγεννήθηκε ένα τέρας Σπάνιο άλλο να φανή. Δίχως να 'χη υποψία, Αν ευρίσκονταν βιβλία, Επιστήμαις και σπουδή, Ο Ματζούκας οχ τα γίδια, Εξημέροσε στα ίδια Του Ασκληπιού παιδί. Όσοι ακούν αυτό, θιαμάζουν Και έχουν δίκιο να φωνάζουν, Πως διηγούμαι υπερβολή.
Πιάνεται η αναπνοιά μου, χτυπάει η καρδιά μου, λυόνει η ψυχή μου κι όμως θέλω να ξαναφιλήσω. Ω νίκη κακή! Ω αρρώστια παράξενη, που μήτε τ' όνομά της δεν ξέρω να ειπώ. Άρα γε μαγιοβότανο είχε φάει η Χλόη, προτού να με φιλήση; μα πώς δεν πέθανε; Πώς λαλούνε τ' αηδόνια και το σουραύλι μου σωπαίνει! πώς χοροπηδούν τα γίδια κ' εγώ κάθουμαι! πώς λουλουδίζουν τ' άνθη κ' εγώ στεφάνια δεν πλέκω!
Ο Δάφνης τότε δεν έβοσκε τα γίδια, παρά μπασμένος στο δάσος έκοφτε χλωρά κλαδόφυλλα για νάχη να δίνη στα γίδια θροφή το χειμώνα· κ' έτσι βλέποντας από ψηλά το διαγούμισμα εκρύφτηκε μέσα στην κουφάλα του κορμού ξερής οξιάς.
Και τόσο εφρόντιζε ως που και τα κέρατα άλειφε και το μαλλί τους εχτένιζε. Θα νόμιζε κανένας πως βλέπει κοπάδι αφιερωμένο στον Πάνα. Κ' εκοπίαζε σ' όλα αυτά μαζί του κ' η Χλόη· και λησμονώντας το κοπάδι της τον περισσότερο καιρό έμενε κοντά σ' εκείνα, ως που ενόμιζε ο Δάφνης, ότι εξ αιτίας της του εφαίνονταν όμορφα τα γίδια.
Και δείχνοντας κάθε τέχνη της μουσικής πώς να βόσκουν όμορφα, έπαιζε το σουραύλι όσο πρέπει για τα βόιδια κι όσο ταιριάζει στα γίδια κι όσο αρέσει στα πρόβατα. Γλυκόφωνο ήτανε των προβάτωνε, δυνατό των βοϊδιώνε, ψιλόφωνο των γιδιώνε· μ' ένα λόγο κάθε λογής σουραύλια τα μιμήθηκε ένα σουραύλι. Οι άλλοι βουβοί ήτανε ξαπλωμένοι κ' ευχαριστιόντανε.
Η γριά τότε είπε διαταχτικά στη Μαριάνθη και στην υπηρέτρα: — Σκωθήτε τσιούπρες μ'! Πάρτε τες γίδες και τα κατσίκια και σύρτε και κλείστε τες στην αχυροκαλύβα, γιατί απόψε είναι κακοκαιρία, θα μαζευτούν πολύ τα γίδια στο μαντρί και θα τσαλαπατήσ'ν τα μικρά. Πέτε και του πιτσικόπουλου ταπόδειπνο να μάσ' τάλλα τα κατσίκια, στον τσάρκο, χωρίς ναφήση κανένα όξω και να τον κλείση καλά..
Κ' έφυγεν ο Εύδρομος φίλος του πια. Ο Δάφνης όμως γεμάτος ανησυχία έμενε μαζί με τη Χλόη· μα και τούτη εφοβότανε πολύ γι' αυτόν, επειδή παιδί συνηθισμένο να βλέπη τα γίδια και το βουνό και τους ζευγολάτες και τη Χλόη πρώτη φορά έμελλε να ιδή τον αφέντη, που πρώτα μονάχα τ' όνομά του άκουε.
Μόνε σα φτάσω μια φορά ως στα γοργά καράβια, 180 το νου σας! έχετε έτοιμη φωτιά, κι' εγώ τους κάνω στάχτη τα πλοία, κι' όλους τους σα γίδια τους παστρέβω.» 182
Αυτό το ζώο είναι νυχτόβιο και δε βγαίνει καθόλου την ημέρα. Ζη υποχθόνιο και τρέφεται με ρίζες φυτών και υποχθόνια έντομα. Υπάρχει παράδοση, ότι μια φορά κι’ έναν καιρό είταν δυο αδέρφια. Ο ένας λέγονταν Μαλώνης κι’ ο άλλος Γκιώνης. Ο πρώτος είταν ζευγίτης κι’ ο δεύτερος πιστικός. Μια μέρα, που θα κούρευαν τα γίδια, ήρθε κι’ ο ζευγίτης να βοηθήση τον πιστικό. Έλειπε ένα βετούλι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν