Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Ιουνίου 2025


Εγώ όντας γυναίκα δεν έπαθα τώρα τίποτε· επειδή από καιρό αυτά άλλος άντρας μου τάμαθε, παίρνοντας την παρθενιά μου για πλερωμή.

Έκαμα τρισάγιο της μάνας μου, άναψα ένα κερί στην ψυχή του πατέρα μου, έρριξα και δυο ματιές στην παλιά μου αγάπη. Στη δεύτερη ματιά έφριξα ολόκορμος. — Ποιος ξέρει, επικροσυλλογίσθηκε· ποιος ξέρει αν άκουα του πατέρα μου τα λόγια τάχα δεν θα ήμουν σήμερα ο άντρας της Μαριώς; Ο πατέρας της ο καπετάν Πάραρης ήταν παλιός καραβοκύρης, συνομήλικος του δικού μου.

ΑΡΓΓΑΝ Μήπως είνε επικίνδυνο πράγμα να κάνη κανείς τον πεθαμένο; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Όχι, όχι. Να η κυρία. Μην κουνηθήτε καθόλου. Θεέ μου! αχ! συμφορά μου! Τι ήταν τούτο το κακό; ΜΠΕΛΙΝΑ Τι τρέχει, Τουανέττα; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αχ! κυρία μου! ΜΠΕΛΙΝΑ Μα τι τρέχει; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Ο άντρας σας . . . πέθανε. ΜΠΕΛΙΝΑ Ο άντρας μου πέθανε; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αχ' ναι· πέθανε ο μακαρίτης. ΜΠΕΛΙΝΑ Είνε βέβαιον; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Βεβαιότατον.

Εννηά και δεκαπέντε, μου χρωστούσε ο μακαρίτης ο άντρας σου, είπε, και δυο τάλλαρα δανεικά κι' αγύριστα του γαμπρού σου γίνονται . . . Και λαβών κάλαμον ήρχισε να εκτελή την πρόσθεσιν πρώτον και την αναγωγήν των ταλλήρων εις δραχμάς, είτα την αφαίρεσιν από του ποσού των δέκα γαλλικών ταλλήρων. — Κάνει να σου δίνω . . . ήρχισε να λέγη ο κυρ-Μαργαρίτης. Τη στιγμή εκείνη εισήλθε νέον πρόσωπον.

Αλλ' ο Τερερές, άνθρωπος φρόνιμος, περιωρίσθη εις άμυναν, η δε υποχώρησις του Μανώλη έδωκεν εις τους κτίστας καιρόν να παρέμβωσι. — Καλά, είπε τότε ο Μανώλης, άλλη βολά θα σου δείξω 'γώ πώς με λένε. — Όντε θες, μωρέ, απήντησεν ο Τερερές. Έπειτα δε είπε με χλεύην, σείων την κεφαλήν: — Γιάε, μωρέ, άντρας και φοβερίζει κιόλα! Άδικο να σου λάχη, βούιδαρε!

Και πλησιάσασα της ωμίλησε στοργικώς και την εθώπευσεν, ενώ η Μαργή την απώθει με κινήσεις ωργισμένου παιδίου. — 'Ντά θέλω 'γώ το κακό σου, παιδί μου; Ένα λόγο σου 'πα. Δε θες; Δε θέλω κ' εγώ. Δεν εχάλασ' ο κόσμος. — Μα, για όνομα του Θεού, είνε για μένα τέτοιος άντρας; Τόσο παραρριμένη 'μαι 'γώ να πάρω αυτό τανεμπαίγνιδο του κόσμου; Από τούρκικη μπάλα να πάη καλλίτερα, γη και ουρανέ μου!

Τέλος έκανα καραβάκια, και καραβάκια περίτεχνα τόρα, με κατάρτια πριναρίσια με παλαμάρια και πανιά και με την πύρινη φαντασία μου που το έκανε μπάρκο τρικούβερτο. Εγύρισα πάλι στα πρώτα χρόνια μου. Η Μαριώ μ' έβλεπε κ' έκανε τον σταυρό της. — Παναγία μου, παλάβωσε ο άντρας μου! έλεγεν ανήσυχη.

Ο άντρας της μ' έναν υπασπιστή κ' ένα δούλο πηγαίνει από σκηνή σε σκηνή. Μπορεί να ιδή τα γυαλιστερά του μαλλιά κ' ακούει ή φαντάζεται πως ακούει την καθαρή εκείνη κρύα φωνή. Στην αυλή κάτω ο γυιός του Πριάμου κουμπώνει τον χάλκινο θώρακά του. Τα άσπρα μπράτσα της Ανδρομάχης είναι γύρω στο λαιμό του. Την περικεφαλαία του αφίνει χάμου για να μη τρομάξη το μωρό τους.

Τότες της λέει ο Έχτορας, ο παινεμένος άντρας «Δήφοβε, εσύ είσουνα και πριν το πιο μου αγαπημένο αδέρφι απ' όλους πούκανε με την Εκάβη ο γέρος· τώρα από πριν και πιο πολύ θα σ' έχω της καρδιάς μου, 235 αφού στιγμή δε δείλιασες, σαν μ' είδες οχ το κάστρο, να βγεις βοηθός μου, κι' όλοι τους μένουν κλεισμένοι οι άλλοι

Αχ και νάθε 380 σε φάω, έτσι ξεσκώντας σε στου λαγγονιού τη ρίζα, για ν' ανασάνουν μια σταλιά κι' οι Τρώες, που σε τρέμουν όπως λιοντάρι σκιάζουνται βελαζολάλες γίδεςΤότες χωρίς να φοβηθεί τ' απάντησε ο Διομήδης «Δοξαριστή, μπιχλιμπιδά, γλωσσά, παρθενομπήχτη, 385 έλα κι' αντίκρυ πρόβαλε σαν άντρας, και θα μάθεις αν τα δοξάρια σου φελάν κι' οι φτερωτές σαΐτες.

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν