United States or Algeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το μοναχογιό μου τον έκλεισε χρόνο στη φυλακή γιατί δεν έστρεγε να πάρη την κόρη του, την παστρογωνιά του... Μα δεν του πέρασε!.. Κι ο γιος μου παντρεύτηκε σύμφωνα με τη θέση του, κ' η θυγατέρα μου χάρηκε το στεφάνι της κ' εγώ απόλαψα τα καλά μου κι ο άντρας μου του στάθηκε παλούκι στο μάτι. Δέκα χρόνια πόλεμο και πάντα του βγήκε νικημένος.

Ούτε λέξιν πλέον. Ακούς, μητέρα. Δεν επιτρέπω. Είμαι άντρας και έκαμα ό,τι ήθελα. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Κι' επρόκοψες. Άντρας! Ακούς εκεί. Κ ώ σ τ α ς. Για όσα έκανα ως τώρα, εύρισκες ότι ήμουν άντρας κι' οι άντρες κάνουν ό,τι θέλουν. Αυτή δεν είναι η αρχή σου; Και δεν μ' ενανάριζες μωρό και μ' εμεγάλωσες νέο με το τραγούδι αυτό. Πόσες φορές μου είπες : Γλέντιζε, παιδί μου, είσαι άνδρας!

Κοίταζε τις φιγούρες που περνούσαν στο μονοπάτι μπροστά του, μήπως καμιά τού ήταν γνωστή, και πράγματι, ξαφνικά έσκυψε κλείνοντας τα μάτια όπως τα μικρά παιδιά, όταν θέλουν να κρυφτούν. ΄Ενας άντρας κάπως ατημέλητος, καβάλα σ’ ένα μαύρο άλογο, ανέβαινε αργά, καλυμμένος ολόκληρος με ένα καπότο από ορμπάτσε με φόδρα από σκαρλάτο.

Θα ερωτευτεί α φ ο ύ λογαριάσει και της έρθει στο λογαριασμό ο άντρας που απαντά. Πάντα ορίζει τον εαυτό της, και στις τρέλλες της ακόμα. Ζουμερή δεν είναι, είναι ξερή. Η δροσιά της είναι η χάρη της, ενώ της άλλης η δροσεράδα είναι το ασυλλόγιστο και σύγκαιρα στοχαστικό της σκέψης.

Έτσι λοιπόν, ορέγεσαι την πλατοδρόμα Τροία ν' αφίσεις π' άπειρα για αφτή βάσανα εδώ τραβούμε; Σώπα! μην τύχει σου κανείς το λόγο και σ' ακούσει, 90 λόγο που δα άντρας καθαφτός δε βγάζει έτσι οχ το στόμα ποτές του, αν ξέρει το σωστό να κατεβάσει ο νους του, τα χρέη αν ξέρει τ' αρχηγού κι' ορίζει τόσο πλήθος. 93 Μα πάει! σ' τον ξέγραψα το νου μ' αφτό το λόγο πούπες, 95 που θες την ώρα που η σφαγή κι' η μάχη βράζει ακόμα να ρήξουμε μες στο γιαλό τα πλοία και να γίνει πιο ακόμα ότι οι οχτροί ποθούν, που μας νικάνε κιόλας, και να μας συνεπάρει πια το ρέμα· τι οι Αργίτες δε θάχουν νου για πόλεμο, παρά θα παραλύσουν 100 κι' αλλού θα βλέπουν σαν τραβάς μες στο γιαλό τα πλοία.

ΠΡΑΞΙΝΟΗ Πώς νοιώθει, αλήθεια το μικρό! — Καλός είν' ο παπάκης. ΓΟΡΓΩ Ίδιος είνε κι ο άντρας μου ο Διοκλείδης, ίδιος· άδικα και παράλογα τα χρήματα ξοδεύει. Πέταξ' εχθές εφτά δραχμές τάχα μαλλί να πάρη κι αγόρασε μαδήματα βρώμικα και σκυλλίσια και πέντε στοίβες έφερε.

Αφτόν εγώ, σα ζύγωνε, του μπήγω το χαλκένιο κοντάρι, και μακρύ πλατύ σ' τον στρώνω· και στ' αμάξι πήδησα εγώ και στην σειρά των πρωτομάχων μπήκα. Τότε οι λιοντόκαρδοι Επειγοί όλοι όπου φύγει φύγει 745 σκόρπησαν μόλις είδανε κι' έπεσε τέτιος άντρας, των αλογάδων αρχηγός, πούταν στις μάχες πρώτος. Ωστόσο εγώ τους μπήχτηκα σα μπόρα ανταρωμένη.

Οι γλώσσες είναι σαν τους αθρώπους — ο άθρωπος στέκεται πάντοτες ο ίδιος, τάτομα αλλάζουν και παν. Ένα παιδί δεν ξεπέφτει, γιατί δε μοιάζει όλους διόλου τον πατέρα του στο πρόσωπο και στην ψυχή. Φτάνει με το πρόσωπό του και με την ψυχή του, με την καινούρια του τη μορφή, να φανή άξιος, καλός, αν είναι δυνατό, και περίφημος άντρας.

Γιατί, σαν μπη ένας δίκαιος μες σε καράβι με ναύτες παρανόμους κι άξιους για το κάθε, μαζί με την αντίθεη τη γενιά βουλιάζει° ή με τους συντοπίτες του τους εχθροξένους που δεν θυμούνται το θεό, και δίκαιος να ’ναι, στα ίδια δίχτυα πιάστηκε με τους αδίκους κι απ’ του θεού την ίδια οργή χάθηκε μ’ όλους . Έτσι κι αυτός, του Οϊκλέους ο γυιός ο μάντης, φρόνιμος, δίκαιος, ευσεβής κι αγαθός άντρας μέγας προφήτης, σμίγοντας χωρίς να θέλη μ’ αυθαδοστόμους ασεβείς ανθρώπους, όπου να στρέψουν πολεμούν τη μακριά στράτα πίσω, -ο θεός το θέλει -θα συρθή κι αυτός μαζί τους.

Να τα σφαλίζης μαθές, να τα σφαλίζης τα μάτια σου. Ο τιμημένος άντρας αγαπά μια γυναίκα, δεν αγαπά χίλιες.