United States or Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Γάκης ο Γκιτρίμης έλεγε να περάσουμε αποβραδύς και τα Χαλάσματα, για να μη βρούμε το δρόμο χαλασμένο την αυγή. Μα νύχτα πάλι πώς να περάσουμε τα Χαλάσματα, που κινδυνεύαμε χωρίς άλλο να χαθούμε; Ύστερα ο Γιάννης ο Ρόκας από το χωριό κι ο Δήμος ο Αλοίμονος από το Παλιοχώρι, πούχαν πάρει τη χρονιά εκείνη το δρόμο, θάβγαιναν την άλλη μέρα με τους αργάτες και με τα σύνεργά τους και θα τον έφτιαναν.

Λιάρες ανοιχτές-ανοιχτές, λιάρες ντιπ φλώρες, λιάρες σκουρότερες, λιάρες πιο σκούρες που ανατριχιάζεις να τις βλέπης. Ύστερα άνοστες, ξεκιτρινισμένες, σχεδόν κόκκινες, μα όχι κόκκινες, ένα είδος τρίχα από κόκκινο άλογοκατάλαβες; — ύστερα μαύρες ανοιχτές, μαύρες σκουρότερες, και μαύρες τέλος φονσέ! Καπότα φονσέ! Χα...χα... χα!... Και τι είδος σχήματα ύστερα!

Σέρνονταν από πάνω της τόσο, που η σκιά τους μόνο να ραΐζει το κρούσταλλό της, σταματούσαν και την κυττάζανε, κινούσανε το ένα φτερό προς αυτήν, ύστερα το άλλο. Χαμηλώνανε στο τέλος κι' αγγίζανε την άκρη της πέννας τους σα να παίρνανε αγιασμό. Ύστερα εκστατικοί από την ευτυχία τους πετούσανε φοβισμένοι, με φωνές., .

Ο κύριος όμως δεν φάνηκε να εκπλήσσεται. Ύστερα από λίγο όμως ρώτησε. «Πού βρίσκεται; Μπορώ να τον γνωρίσω;» «Βρίσκεται στο Καλαντζάνους, στην ΓκαλούραΠολύ μακριά.

Τα χείλια της ήσαν σιμά στα δικά του. Ανάμεσα στα δυο χείλια ένα φιλί πετούσε σα λευκή πεταλούδα που ζητούσε ένα κόκκινο άνθος να ξεκουρασθή. Μ' ένα τρεμουλιαστό πέταμα κάθισε πρώτα στα χείλια της κοπέλλας. Κ' ύστερα κάθισε στα χείλια τα δικά του. Η πεταλούδα πετούσε τρελλή από το ένα λουλούδι στο άλλο. Και δεν ακούσθηκε κανένας ήχος φιλιού στον αέρα, γιατί το φως του φεγγαριού ήπιε το φιλί τους.

Δική σου χάρι έχω ζωή, κι' εσύ κρατάς το νήμα· Στο χέρι σου είναι να κοπή, κι' εγώ να μπω στο μνήμα. Μον δε θαρρώ τόση ασπλαχνιά, και τόση κακοσύνη, Σε τέτια κάλλη αμίμητα η φύση ν' αποδίνη. Της Αφροδίτης όμιασμα η χάρες σε στολίζουν· Πώς την καρδιά σου οι έρωτες καθόλου να μη γγίζουν; Τον έρωτα μη μάχεσαι· φυλάου να τον πεισμόσης· Μη σου κακιόση, κι' ύστερα του κάκου μετανιόσης.

Ότι είχαν και δεν είχαν γιώτα Παναγιώτα σε δύο τρεις εκλογές, βαρέθηκαν στα ύστερα και τα χτήματά τους, τον έπιασαν ως χρεοφειλέτη και τον ίδιο και στενάζει τόρα τρεις μήνες στις φυλακές της Λαμίας. Τι να κάμη κι αυτός σήμερα; χαμένα τα είχε, φτωχός και φαμελίτης άνθρωπος.

Ευμενίδες: Η τραγωδία που ολοκληρώνει την «Ορέστεια». Εκτυλίσσεται στους Δελφούς, όπου ο Απόλλων, αποκοιμίζοντας τις Ερινύες, φυγαδεύει τον Ορέστη, και κατόπιν στην Αθήνα, όπου ύστερα από απόφαση της Αθηνάς, ο μητροκτόνος Ορέστης δικάζεται από τον Άρειο Πάγο και απαλλάσσεται από την τιμωρία του φόνου. Η μετάφραση, όπως κι όλης της Τριλογίας, του Γρυπάρη.

Η Βασίλαινα για μια στιγμή τάχασε από τη χαρά της, άμα άκουσε το χαρμόσινο άγγελμα.. ύστερα από λίγο συνήρθε, έτρεξε στην κασσέλλα της, την άνοιξε, έκοψε ένα μικρό φλωρί από την τραχηλιά της, το έδωκε του σχαρηκιάρη, κι' ενώ το σπίτι γένονταν άνω κάτω από τη χαρά, και μικροί-μεγάλοι έτρεχαν τον κατήφορο να δεχτούν τον Ξενιτεμένο, αυτή ξεκρέμασε το ντουφέκι και τες παλάσκες από τον τοίχο και τράβησε κατά το νεκροταφείο, στο μνήμα της δόλιας της Μάννας, κι' εκεί απάνω έρριξε τρία ντουφέκια στην αράδα «μπαμμμπαμμ!» «μπαμμκι' ύστερα φώναξε με όλη τη δύναμη της: — «Μάνναααα! ήρθ' ο Βασίλ'ς

Ένα όμως είναι θετικό και βέβαιο: Ότι το μυθιστόρημα «Δάφνης και Χλόη» είναι το καλλίτερο κι ομορφότερο από όσα εγράφηκαν πριν κ' ύστερα απ' αυτό και ότι φαίνεται σαν την πιο ευτυχισμένη εξακολούθηση της βουκολικής ποίησηςαν και σε πεζό λόγοκαι σαν αληθινό γέννημα της μούσας του Θεόκριτου.