United States or New Caledonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και μέχρι μεν της Κερκασώρου, τα ύδατα αυτού είναι ηνωμένα· κάτωθεν δε της πόλεως ταύτης σχηματίζει τρεις βραχίονας, εξ ων ο μεν στρέφεται προς ανατολάς και καλείται Πηλούσιον στόμα, ο δε διευθύνεται προς δυσμάς και καλείται στόμα Κανωβικόν, ο δε τρίτος καταβαίνει κατ' ευθείαν γραμμήν, αναχωρεί από την γωνίαν του Δέλτα το οποίον σχίζει εις το μέσον, και χύνεται εις την θάλασσαν φέρων ούτε ελαχίστην μοίραν ύδατος ούτε ήκιστα ονομαστήν.

Τότες χοιμάει με γλήγορο ποδάρι ο Αχιλέας, λες σα γεράκι στη λογγιά το πιο λεβέντικο όρνιο που χύνεται και κυνηγάει δειλόκαρδη τρυγόνα, 140 και φέβγει εκείνη εδώ κι' εκεί, μα από κοντά στριγγλώντας τ' όρνιο πλακώνει ακούραστο και θέλει ναν την πιάσει· να πώς με πείσμα δρόμιζε, κι' ο Έχτορας μπροστά του πιλάλαε κάτου απ' το καστρί γοργό κουνώντας γόνα.

Κι' αφτός, κοτρώνα του Τυδιά αρπάζει ο γιος στα χέρια, μεγάλο βάρος, π' άντρες διο σαν τους θνητούς τούς τώρα δε θαν τη σήκωνανμα αφτός την αλαφροπετούσε και μόνοςκαι του σφίγγει μια στο γοφό, εκεί που μέσα 305 γυρνάει στο γόφο το μερί και που το λένε γούβα· κι' η πέτρα τούσπασε η τραχιά τη γούβα, και στο γόνα 307 308 πέφτει, και μένει ακουμπιστός με τ' αντριωμένο χέρι στη γης, και νύχτα σκοτεινή του χύνεται στα μάτια. 310

Όταν είδε ποιος είμαι, και τι βάσανα υπέφερα και λύπαις, 'ς την αγκαλιάν μου χύνεται και ταις φωναίς αρχίζει, ωσάν να θέλη με φωναίς τους ουρανούς ν' ανοίξη, και πέφτειτον πατέρα μου επάνω, και μου λέγει τα όσα εδοκίμασεν ο Ληρ, κι' αυτός μαζί του, οπού δεν ήκουσεν αυτί ακόμη τέτοια πάθη! Και όσον μου τα έλεγε τον έσφιγγε η λύπη και της ζωής του αι χορδαίς επήγαιναν να σπάσουν.

Πώς μπάτη χνώτο χύνεται πας στου γιαλού την άπλα όταν πρωτοσηκώνεται, και τα νερά σουφρώνουν, τέτιοι κι' οι λόχοι κάθουνταν των διο στρατών στον κάμπο. 65 Κι' είπε στη μέση ο Έχτορας των Αχαιών και Τρώων «Τρώες, ακούστε με, κι' εσείς Αργίτες παινεμένοι, για να σας πω όσα μου ζητάει μέσα η καρδιά στα στήθια.

Δυο τιναξιές τους έχει και τους ξεφεύγει. Χύνεται μέσα στο μύλο και πετρόνει γερά την πόρτα. Πετάει την αλευρωμένη σεγκούνα του, αδράχνει το καρυοφύλλι του, χύνει κάμποσο μολύβι και μπαρούτι στο σελάχι του, καβαλλάει ψηλά το δοκάρι της στέγης και τρυπόνει αποπίσω από τον φεγγίτη. Οι τούρκοι χύθηκαν να ρίξουν την πόρτα του μύλου. Βρήκαν στο περιβόλι ένα τσεκούρι και ρίχτηκαν.

'Σάν θυμωμένο φίδι, Και χύνεται μέσ' 'ςτήν Τουρκιά κι' αλλού της καίει αρμάδα Αλλού της καίει τα χωριά· κι' απ' άκρηάκρη ανάφτει Μεγάλη η Επανάστασι, σπαθί ολούθε αστράφτει. Κ' αλύσια κόβονται βαρηά και πέφτουν και βροντούνε 'Σάν να χτυπιούνται απ' αστραπή και 'σάν να ξεψυχούνε Χίλιαις χιλιάδες δαίμονες ....

Κατοικούσι δε οι Κελτοί πέραν των Ηρακλείων στηλών και συνορεύουσι με τους Κυνησίους οίτινες είναι οι τελευταίοι κάτοικοι προς δυσμάς, και ο Ίστρος, αφού διασχίση όλην την Ευρώπην, χύνεται εις τον Εύξεινον πόντον, εις το μέρος όπου οι άποικοι των Μιλησίων ίδρυσαν την Ιστρίαν.

Χύνεται δε ο Τέαρος ούτος εις τον Κοντάδεστον ποταμόν, ο δε Κοντάδεστος εις τον Αγριάνην, ο δε Αγριάνης, εις τον Έβρον, ο δε Έβρος εις την θάλασσαν, πλησίον της πόλεως Αίνου.

Κύτταξε πώς ο ήλιος Χρυσόνει τα πανιά των· Κύτταξε πώς το πέλαγος Από σπαθιών ακτίνας Τρέμον αστράπτει. Από τας πρύμνας χύνεται Γεμίζων τον αέρα Κρότος μυρίων κυμβάλων, Και μέσα από τον θόρυβον Ψάλματα εκβαίνουν· «Στάζουσι τα μαχαίρια μας, «Από το αίμα ακάθαρτον «Των χριστιανών· πριν πήξη, «Ελάτε, ελάτε εις νέον «Αίμα ας τα πλύνωμεν.