Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025
Πήγαινε, τρυγόνα μου, πήγαινε!» «Πού να τον εύρω εγώ τον Έφις; Είναι στο χωριό;» «Ανεβαίνει από κτηματάκι, τον βλέπω που ανεβαίνει», είπε η γριά, βάζοντας το δάχτυλο στα χείλη, επειδή έμπαινε η Γκριζέντα με τον καφέ. «Βλέπεις Νατόλια; Θέλησε να σηκωθεί σήμερα το πρωί, παρόλο που έχει υψηλό πυρετό. Γιαγιά, γιαγιά, γύρνα γρήγορα κάτω από τις κουβέρτες!» «Θα γυρίσω, θα γυρίσω.
Στα κόλυβα του χρόνου πια, μην τα ρωτάς, παιδί μου! Τύφλα νάχουνε όλα τα μαντζούνια κι' όλα τα κουκουνάρια του κόσμου, μπροστά στη θλίψι της χηρείας. Μονάχα οι μαννάδες απομείνανε, συφορά τους! να κλαίνε τα πεθαμμένα τους παιδιά... Όσο για τον Καπετάν-Πρέκα ούτε λόγος να γίνεται. Γέρος άνθρωπος, ένα σάψαλο εκεί, σαράντα χρόνια παντρεμμένος, αυτό τούλειπε. Να πάη ν' ανταμώση την τρυγόνα του!
Τότες εκεί ο Μηριόνης τράβηξε πίσω στη στιγμή του δοξαριού την κόρδα — 870 μα τη σαΐτα του έτοιμη την είχε για να ρήξει — κι' εκεί ψηλά στα σύγνεφα σαν είδε την τρυγόνα 874 πούφερνε κύκλους, τη βαράει στη μέση ενώ πετούσε 875 με τις φτερούγες ανοιχτές. Και γλήγορα η ψυχή της 880 της ήβγε μέσα απ' το κορμί, Κι' έπεσε πέρα αλάργα. Κι' όλος τριγύρω εκεί ο στρατός θωρούσε σαστισμένος.
Και σταίνοντας τριχαντηριού μαβρόπλωρου κατάρτι πέρα στους άμμους, έδεσε με σπάγγο οχ το ποδάρι δειλή τρυγόνα, κι' είπε ομπρός! να πάρουν τις σαΐτες. 854 Τότες γοργά σηκώθηκε ο δοξασμένος Τέφκρος, 859 σηκώθηκε κι' ο σύντροφος του Δομενιά ο Μηριόνης. 860 Και παίρνουν σείνουν τους λαχνούς μες σε χαλκένιο κράνος, κι' ο Τέφκρος πρώτος έλαχε.
Βρωμοκαμπίτης δε θα ιδή το αμόλευτο κορμί μου, 'Στά κορφοβούνια θ' ανεβώ, που δε ζαρίζει ο ήλιος, Πώχει τη στρούγγα ο τάτας μου, που ν' η πολλές η στάνες, Που 'νε τα κέδρα ταψηλά και τα νερά από χιόνια, Που βγαίνει η πετροπέρδικα και κηλαϊδεί το τάχυ, Το γιόμα ο πετροκότσυφας, τ' απόβραδο η τρυγόνα.
Τότες χοιμάει με γλήγορο ποδάρι ο Αχιλέας, λες σα γεράκι στη λογγιά το πιο λεβέντικο όρνιο που χύνεται και κυνηγάει δειλόκαρδη τρυγόνα, 140 και φέβγει εκείνη εδώ κι' εκεί, μα από κοντά στριγγλώντας τ' όρνιο πλακώνει ακούραστο και θέλει ναν την πιάσει· να πώς με πείσμα δρόμιζε, κι' ο Έχτορας μπροστά του πιλάλαε κάτου απ' το καστρί γοργό κουνώντας γόνα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν