United States or Slovakia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκείνην την ημέραν όντες βρεμμένοι, και ταλαιπωρημένοι από την κακοπάθειαν της θαλάσσης, εμείναμεν εις τα περιγιάλια τρεφόμενοι από καρπούς και χόρτα, που εύρομεν εκεί αρκετά· το νησί μας εφαίνετο να είνε κατοικημένον από πολλά σημεία που είδαμεν· όθεν ξενυχτήσαντες εκείνην την νύκτα εις το περιγιάλι, την ερχομένην ημέραν επροχωρέσαμεν προς τα εσωτερικά μέρη του νησιού, ευρόντες πλήθος φοινίκων, ήτοι χουρμάδες και κουκουνάρια, ετρώγαμεν, περιπατώντες ένθεν κακείθεν εις κρύα νερά και πρασινάδες.

Στα κόλυβα του χρόνου πια, μην τα ρωτάς, παιδί μου! Τύφλα νάχουνε όλα τα μαντζούνια κι' όλα τα κουκουνάρια του κόσμου, μπροστά στη θλίψι της χηρείας. Μονάχα οι μαννάδες απομείνανε, συφορά τους! να κλαίνε τα πεθαμμένα τους παιδιά... Όσο για τον Καπετάν-Πρέκα ούτε λόγος να γίνεται. Γέρος άνθρωπος, ένα σάψαλο εκεί, σαράντα χρόνια παντρεμμένος, αυτό τούλειπε. Να πάη ν' ανταμώση την τρυγόνα του!

Εσύ, τώρα σκλάβος μου, ήσουν τότε, ως εσύ ο ίδιος ανέφερες, δούλος εκείνης· και επειδή ήσουν πνεύμα πάρα αξιόλογο για να ενεργάς τα καταχθόνια και επικατάρατα θελήματα, εσύ δεν υπάκουες εις τες μεγάλες προσταγές της, όσο που εκείνη, με το χέρι των πλέον δυνατών υπουργών της, και εις την αμέρωτη οργή της, σ' έκλεισε μέσα σε μια ραϊσμένη κουκουναριά, και σ' εκείνη τη σχισματιά φυλακωμένος έμεινες με πάθη δώδεκα χρόνους.

Κ' έβγαλαν ταρσενικό Φιλοποίμη και το κορίτσι Αγέλη· κ' έτσι κι αυτά εγέρασαν μαζί τους. Εστόλισαν και τη σπηλιά κ' εκρέμασαν ζωγραφιές κ' εχτίσανε βωμό του βοσκού Έρωτα· μα και στον Πάνα έφτιασαν ναό για να κάθεται αντί στην κουκουναριά, βγάνοντάς τονε Πάνα στρατιώτη.

Άλλος είν' ο Θεόκριτος εκείνος απ' τη Χίο, εγ' όμως, πούχω γράψει αυτά, είμ' απ τις Συρακούσες κ' είμαι του Πραξαγόρα γυιός και της γνωστής Φιλίνης κι' απ' άλλη Μούσα ξενική τίποτα δεν επήρα. ΘΥΡΣΙΣ Γλυκά θροεί η κουκουναριά στης ρεμματιάς το πλάι, όμως και συ, γιδοβοσκέ, γλυκειά φλογέρα παίζεις· δώρο σου πρέπει δεύτερο, ύστερ' από τον Πάνα.

ΑΡΙΕΛ. Μάλιστα· το παιδί της, ο Κάλιμπαν. ΠΡΟΣΠ. Το είπα κ' εγώ, ανόητο πράμμα· εκείνος ο Κάλιμπαν, τον οποίον εγώ έχω δούλο τώρα· κανείς δεν ηξέρει καλύτερά σου σε ποίο μαρτύριο σ' ηύρα· ο βογγητός σου έκανε τους λύκους να μουγκρίζουν, και τον αγροίκα κατάκαρδα η πάντα θυμωμένη αρκούδα· ήταν μαρτύριο για τους κολασμένους, ούτε αυτή η Συκοράς δεν είχε δύναμη να το λύση· η τέχνη μου εστάθη, όταν έφθασα εδώ και σ' άκουσα, που έκαμε την κουκουναριά κι' άνοιξε, και σ' απόλυσε.