United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Στεκότανε σα μεγαλογυναίκα μα την αλήθεια, με λογισμούς ανώτερους και πιο ξεδιαλισμένους από κοινής μαζώχτρας. Δεν τον κοίταγε τώρα κατάματα, παρά χάμου πάλε οι ματιές της. Ίσως και διαλογίζουνταν ακόμα τόνειρο της ζωής της, πώς να το πετύχη καλλίτερα. Ως τόσο το χέρι της τάφινε πάντα στου λεβέντη το χέρι. Μισακκούμπησε τέλος στον ώμο του και το συλλογισμένο κεφάλι της.

Φέρνε τους τη χαρά, να φεύγη ο πόνος σου. Αγάπησε τον κόσμο, νάχης αγάπη που ζούλια δεν ξέρει, που όλος ο κόσμος να την κλονίση δε σώνει. Εγώ είμαι η Αρετούλα σου, ναι. Μα δε με γέννησε Δέσπω εμένα. Ο αρραβωνιαστικός μου έμενα είνε απάνω, τόσο απάνω που μήτε τόνειρό σου δεν τονέ φτάνει. Είνε ταστέρι της καλωσύνης ο ουράνιος αυτός ο γαμπρός. Η αγάπη του όρια δεν έχει.

Δεν το είδες τόνειρό μου. ΒΕΡΑΔεν είναι στο χέρι μας να ξαναονειρευθούμε δυο φορές το ίδιο όνειρο. Μια φορά βλέπει κανείς στη ζωή του ένα όνειρο. ΦΛΕΡΗΣΣτο χέρι μας είναι. Στο χέρι μας είναι Βέρα. Το ωραίο λουλούδι δε μαράθηκε μέσα μας. Λάμπει ακόμα με τα πρώτα του δροσερά χρώματα. Η αγάπη αγρυπνεί μέσα στην ψυχή μας και περιμένει. ΒΕΡΑΤο ωραίο λουλούδι. Αλήθεια.

Και σα στάθηκε και με κοίταξε, χαμογέλασε και γύρισε προς το σύντροφό του απ' έξω, κ' είπε: «Καιρός του είναι πια να μας έρθη». Και ξύπνησα αμέσως τρομαχτικά. Κι άρχισα και συλλογιούμουν πως κάτι σημαίνει αυτό τόνειρο. Τάχα να μην έκαμνα το χατίρι τους και με φωνάζουνε πριν αποτελειώσω; Τάχα να την αποτέλειωσα τη δουλειά μου; Θεός το ξέρει.

Φίλησε τα δάκρυά της και της χάιδεψε το χλωμό πρόσωπο. — Γιατί δεν κοιμάσαι, όμορφη χήρα; Σούφερα ένα γλυκό όνειρο... — Ο ύπνος έφυγε από τα βλέφαρά μου και τόνειρό μου το βλέπω μ' ανοικτά τα μάτια... Η όμορφη χήρα συλλογιζότανε τον καλό της, που την άφησε κ' έφυγε τόσο βιαστικά, λέγοντάς της πως θα ξαναγυρίση και δεν ξαναγύρισε.

Εκείνο που θέλω να τονίσω είναι η γενική αρχή ότι η Ζωή μιμείται την Τέχνη πολύ περισσότερο παρ' όσον η Τέχνη τη Ζωή και είμαι βέβαιος ότι, αν σκεφθήτε λιγάκι γι' αυτό, θα βρήτε πως είναι σωστό. Η Ζωή βαστάει τον καθρέφτη μπροστά στην Τέχνη και είτε αντιγράφει κανένα παράξενο τύπο της φαντασίας κάποιου ζωγράφου ή γλύπτη είτε εφαρμόζει στην πράξη τόνειρο του Μύθου.

Είδε, λέει, η Καλαφάταινα εψές όνειρο, και πήγε ο άγιος του Μοναστηριού και της είπε· «Εγώ που γλύτωσα το κορίτσι σου, εγώ πρέπει και να το πάρω». Κι από την ώρα που ξύπνησε η Καλαφάταινα, μ' αυτό τόνειρο έχει να κάνη. Και το πήραν απόφαση να τη στείλουνε γλήγορα, πρι να ξανάρθη ο άγιος και της κάμη της Καλαφάταινας κανένα κακό». Μ' αποσβόλωσαν τα λόγια του γέρου. Άνοιξε η γης και με κατάπιε.

Η φωνή του είχε στεγνώσει στο λαιμό και τα χείλια του μόνο αναδέβανε αλαφρά με το ανάδεμα των χειλιών της κοιμισμένης. Λες πως τον είχε πάρει κι' αυτόν ένας γλυκός ύπνος και πως βλέπανε κ' οι δυο το ίδιο τόνειρο. Ο γεροπλάτανος ο ζηλιάρης έρριξ' ένα φύλλο ξερό απάνω στο κούτελο της κοιμισμένης και την ξύπνησε.

Τόνοιωθαν κ' εκείνα· άρχισαν κ' εκείνα να τ' αποζητούν το καινούριο. Το είχαν βλέπεις στο αίμα τους. Ε τι γίνηκε σα ρίξαμε το θεμέλιο! Λίρα εγώ, λίρα ο μακαρίτης, κολλωνάτα τα παιδιά. Σφάξαμε και τον κόκκορα, έναν κόκκορα τόσον δα! στοιχειό μονάχο. Κι από τότε πού να βρούμε ησυχία. Μέρα νύχτα το σπίτι μπροστά μας· όσο ψήλωνε, ψήλωνε κ' εμάς τόνειρό μας. Και τώρα έμπαινα σα νάμπαινα στον Παράδεισο.