Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Και με ξάφνισμα παρατήρησα πως τώρα μπορούσα να κάνω τη σκέψη χωρίς πίκρα, μόνο γιατί τώρα την αιστανόμουνα τόσο κοντά μου, όπως ποτέ άλλη φορά. «Δε θα πεθάνη», συλλογίστηκα έπειτα από μια στιγμή. «Θα ζήση». Και παρατήρησα την αντιλογία στη σειρά των στοχασμών μου. Κάθησα στην κάμαρά μου και προσπαθούσα να διαβάσω.

Δε γίνεται. Είναι αδύνατο να γίνη. Δεν μπορεί να ξυπνήσουμε δεκατρείς. Θα ξυπνήσουμε δώδεκα. Ποιος άραγες, ποιος είναι που δε θα ξυπνήση με τους άλλους; Ποιος; Εγώ που το συλλογίστηκα! Είναι αλήθεια που θα πεθάνω; Προτού φέξη; Τι να κάμω; τι να κάμω, για να γλυτώσω; Ο ίδιος αφτός ο καταραμένος που ήρθε και πέρσι! Ησύχασα! Ο φόβος μου δεν είχε τον τόπο του. Τίποτις δε θα πάθω.

Ο Dr Johnson έλεγε πως όποιος δε γράφει με σκοπό να κερδίση χρήματα, είνε για δέσιμο. Κ' επειδή ο Dr Johnson ανοησίες δεν έλεγε, συχνά το συλλογίστηκα μήπως όλοι εμείς που γράφουμε χάρισμα, και για κόσμο που δε διαβάζει, μήπως δεν τάχουμε χαμένα και μεις. Κ' ένας νέος μέσα στους χίλιους να μας διαβάση, να μας νοιώση και να μας πονέση, κέρδος κι αυτό. Ορίστε λοιπόν που έχουμε ένα κ έ ρ δ ο ς.

Τέτοια τύχη δεν την είχα· δεν άκουσα ψεφτιά από το στόμα της να βγη! Κλαίω τώρα μοναχός μου. Ο πόνος μου είναι πικρός· είναι η ψυχή μου λαβωμένη. Μα δεν το συλλογίστηκα μήτε να γδικηθώ μήτε να σκοτώσω. Μη σε μέλη. Οθέλλος δεν είμαι και δε θα γίνω. Οθέλλος! Γιατί μου μιλείς όλο για τον Οθέλλο; Σου φαίνεται τάχα και τόσο ζουλιάρης ο Οθέλλος; Να σου πω, δεν τον έχω για πολύ ζουλιάρη.

Έσβησα το φως κοντά στο κρεβάτι της κ' έφυγα σιγά από την κάμαρα. Η καρδιά μου είτανε γεμάτη ευγνωμοσύνη για όλα όσα είπε. Είτανε σα να μου έδωσε ένα θησαυρό να τον φυλάξω στην ανάμνηση. Την ίδια στιγμή που συλλογίστηκα αυτό, είδα καθαρά πως άρχισα κιόλα να τη γυρεύω στην ανάμνηση. «Θα τη χάσω», συλλογίστηκα.

Τρέμοντας από το ψυχικό συγκλόνισμα πήγα στην κάμαρα, όπου είταν ο Σβεν. Το δεξί του μάτι είτανε σβησμένο και το αριστερό είχε γίνει τόσο παράξενα καθαρό και μεγάλο. Έσκυψα απάνω του, πήρα το μικρό αθώο του χέρι και το έφερα στα χείλη. «Αγαπημένο παιδί», συλλογίστηκα. «Εμείς οι δυο δεν μπορούμε να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον

Και μια στιγμή κατόπι συλλογίστηκα: «Ίσως ίσια ίσια αυτό να είναι σημάδι πως τελειώσανε όλα. Θα στοχαστήκανε πως δεν πρέπει να ταραχτώ εδώ μπροστά σε ξένα μάτια». Μα και μ' αυτή τη σκέψη φύλαξα την ίδια παράξενη απάθεια. Άρχισα να βαδίζω αργά προς το σπίτι κι ανέβηκα με δυσκολία το λόφο. Νόμιζα πως τη βλέπω ακόμα στο παράθυρο, όπως την είδα όταν πρωτοσηκώθηκε από την αρρώστεια της.

Χωρίς να προφέρη λέξη γύρισε και πήγε στη μικρή κάμαρα του Σβεν. Έμεινε πολλή ώρα εκεί κι όταν ξαναγύρισε, είδα πως είχε κλάψει, όχι όμως από θλίψη. Εκεί όμως που καθόμουνα μόνος και την περίμενα, συλλογίστηκα πως δεν είχε ανοίξει ποτέ μπροστά μου την πόρτα της μικρής κάμαρας και να μπη μέσα να κάμη την προσευχή της.

Έφαγα σ' ενός το σπίτι που πάντα, μόλις τα πιάσει, χαλνά τα πράγματα που μαρέσουν, ξεσκεπάζει σκεπασμένα κάλλη, και τα λόγια του με κρυώνουν. Μ' έκαμε και συλλογίστηκα πρώτα έναν που μ' άρεσε, και τώρα τον καταφρονούν όλοι, κι αυτός. Ύστερα, με τα ανόητα χτυπήματά του, γκρέμισε έναν που πίστευα πως τα λόγια του ήταν αληθινά.

Μα το Σβεν; Μπορείς να τον φανταστής εσύ μεγάλον; Τι τον θέλεις να κάμη στον κόσμο; Νομίζεις πως είναι γι' άλλο τίποτε παρά για να τον έχουμε μεις; Η γυναίκα μου χαμογέλασε μ' έναν τόνο θλιβερό, που σχημάτισε ψιλές, αλαφρές δίπλες γύρω στα χείλη της. — Το συλλογίστηκα συχνά, είπε.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν