Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Ιουνίου 2025


Ήτον το πρώτο χαμογέλοιο που είδα να γλυκοχαράζη στα χείλη της. Φαντασθήτε τη χαρά μου. Έτσι μείναμε σύμφωνοι για τα μουλάρια μας και την παρακάλεσα να περάση να καβαλικέψη. Τη βοήθησα ν' ανεβή.

Τώρα άλλου αν είχαμε νεκρού αγώνα, εγώ το πρώτο θα κέρδιζα και στο γοργό θα πάγαινα καράβι, 275 τι ξέρτε πόσο τ' άτια μου στο τρέξιμο νικούνε. Αθάνατά 'ναι· ο Ποσειδός του γέρου μου πατέρα τα χάρισε, κι' εμένα αφτός μού τάδωκε κατόπι.

Σαν τον Ορφέα ήθελα να κατεβώ στον Άδη, να τη βιάσω με την αγάπη μου να ξαναγυρίση, κι αν με ακολουθούσε, δε θα έστρηβα βέβαια να κοιτάξω πίσω τις σκιές. Αυτό εύχουμαι μέσα μου και δεν περιμένω γλήγορα την αμοιβή. Απεναντίας ετοιμάζουμαι για μια μακρή, σκληρή δοκιμασία και γνωρίζω από πριν πως το πρώτο, που πρέπει να μάθω, είναι η τέχνη να προσμένω.

Και τώρα είχαν οι Παραμυθιώτες ψύλλους και ψύλλους! Πρώτο πρώτο, η δουλειά του Πανάγου, έπειτα και κάτι διαφορές που ξεφύτρωσαν πάλε ανάμεσα Τούρκους και Χριστιανούς. Δεν είταν εποχή εκείνη για μάχητες. Δεν το θέλανε μήτε από τόνα το μέρος μήτ' από τάλλο.

Κι άμα πια σαν κρύφτηκαν στον πρώτο κάβο πέρα αγάλι' αγάλια τα μαύρα πλευρά του βαποριού, και χάθηκαν τ' άσπρα μαντηλάκια, κ' η θάλασσα απόμεινε σαν πρώτα ελεύθερη και γαλάζια, πικρά σάλευσε τότε όλος εκείνος ο σωρός από μαννάδες και γυναίκες, απ' αδερφές, απ' αρραβωνιασμένες κι αγαπητικές, από ξαδέρφες και κουμπάρες, που από κείνη τη βραδιά θ' απόμειναν σα γύριζαν στα χωριά τους χρόνια ολάκερα μοναχές, και χωρισμένες από τα λεβεντόπαιδά τους, που ξενητεύουνταν πρώτη φορά από τον τόπο τους, που έφευγαν για το στρατό.

Η ορθή γωνία είναι πάνω αριστερά Το πρώτο τρίγωνο, αρχίζοντας από την πάνω αριστερή γωνιά, και πηγαίνοντας με την στροφή των δείκτων του ρολογιού έχει αριθμημένες γωνίες θ, ?, μ. Το δεύτερο τρίγωνο έχει αριθμημένες γωνίες ζ, η, α. Το μικρότερο δε τρίγωνο που εσωκλείεται στο μεγαλύτερο, το τέμνουν κατά ίσα μέρη. Της δεύτερης γραμμής είναι ονομασμένα γ, δ./

Στο πρώτο της αγκάλιασμα έτριξεν ηδονικά το κορμί του άλλου που θάρθη. Τα χείλη της που κρυφομίλησαν στα πρώτα μου τριαντάφυλλα είπαν «ευχαριστώ» σ' εκείνον που θάρθη. Μούλεγε «σ' αγαπώ» — κι ο λόγος της έφευγε μαζί με τα χελιδόνια τόπους και καιρούς σ' εκείνον που θάρθη. Με περίμενεν ώρες κι' είχεν αγωνία για κείνον που αργεί.

Ο Χρόνης ανατρίχιασε τον έφαε μαύρο φίδι. Πάει τηράζειτον τορβά, τηράζει και τι βλέπει; Βλέπει το πρώτο του παιδί μικρό παλληκαράκι. Ο νους του σκοτεινιάστηκε, τα χείλια του παγώνουν· Πέφτει στραβός με το σπαθίτο τούρκικο τασκέρι Βαρεί δεξιά, βαρεί ζερβιά, βαρεί μπροστά και πίσω, Σφάζει αρβανίτας δώδεκα και δυο μπουλουκμπασίδες. Αλή Τζεκούρας έπεσε και τρεις επανωθειό του.

Το πρώτο βράδυ, όταν έπεσε η συμφορά με τη Ρουθ κι εγώ περνούσα κατά τύχη από εκεί, μόνο τότε μου ξανοίχτηκε. Φυσικά, ήταν μια στιγμή απελπισίας. Έπειτα όμως μου ξανάγινε εχθρική. Όταν πηγαίνω εκεί με υποδέχεται καλά, αλλά στιγμές στιγμές με λοξοκοιτάζει, σαν να ήμουν εγώ η αιτία των συμφορών τους.

Ούθε το πρώτο μου παπούτσι!... ούθε το πρώτο μου παπούτσι! ... φώναξε δυνατά ο Αρλετής. Ο αντίλαλος του νάρθηκα αδερφώθηκε και κείνος με τη βάναυση φωνή του ψάλτη. — Παπούτσι.... παπούτσι!... — Ελάτε, ρε παιδιά· βοηθάτε να τελειώσουμε· είπε ο Αρλετής πιάνοντας το κόνισμα. Κανείς δεν έσκυψε· όλοι έμειναν άφωνοι, τηράζοντάς το σα να ζητούσαν τη γνώμη του.

Λέξη Της Ημέρας

λογαριαστήκαμε

Άλλοι Ψάχνουν